«Τέλος», σκοπός κατά την αρχαιότητα αλλά και ολοκλήρωση μιας διαδικασίας. Μια λέξη με ποικίλες σημασίες που θα λέγαμε πως δεν ανήκει στις πιο ευχάριστες του λεξιλογίου μας. Το να ξεκινάς λοιπόν, ένα κείμενο με τη λέξη «τέλος» είναι κάπως παράδοξο όμως, αν συνειδητοποιήσουμε τι κρύβει μέσα της η λέξη αυτή ίσως να τη φοβόμαστε λιγότερο στο εξής.

Συνηθίζουμε να λέμε πολλές φράσεις όπως «όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν», «ό, τι αρχίζει πάντα τελειώνει» κ.α, χωρίς όμως να πιστεύουμε στην ουσία τους γιατί αν πραγματικά πιστεύαμε σε αυτές δε θα αντιμετωπίζαμε το κάθε τέλος σαν κάτι τρομακτικό και αξεπέραστο. Ας παραδεχτούμε ότι είμαστε πολύ κτητικοί κι εγωιστές για να μπορέσουμε εξ’ αρχής να δούμε θετικά ένα τέλος που έρχεται. Κανείς μας δε θέλει ν’ αλλάζει η συνήθειά του κι όλα όσα περιβάλλουν τη ζωή του. Αυτόματα η ροή της καθημερινότητας κι όλα μας τα δεδομένα αλλάζουν κι αυτό δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο.

Όταν επέρχεται δηλαδή ένας χωρισμός, αρνούμαστε πεισματικά να δούμε την επόμενη ημέρα μέσα από το πρίσμα της αισιοδοξίας και της προσμονής για κάτι καλύτερο. Επιλέγουμε να μαυρίζουμε την ψυχή και τις στιγμές μας και να θρηνούμε γι’ αυτό που χάσαμε και που είχαμε μάθει να έχουμε. Είναι τόσο μεγάλη η αλλαγή και το ταρακούνημα που δεν μπορούμε ν’ αντιληφθούμε πως η απουσία μπορεί να μας κάνει χώρο για κάτι νέο.

Κάπου μεταξύ θλίψης, αποδιοργάνωσης και πόνου υπάρχει και το αίσθημα του εγωισμού. Ίσως ο εγωισμός, στην κακή του εκδοχή, να είναι και ο μεγαλύτερος εχθρός μας αφού βάζουμε πιο πάνω το αίσθημα απόρριψης από την πραγματικότητα. Εντάξει, για να λέμε την αλήθεια, μας πειράζει πολύ μερικές φορές το ότι δεν είμαστε πια για κάποιον αυτό που ήμασταν παλιά. Σε μερικές περιπτώσεις μας πειράζει τόσο πολύ, που από μόνο του φτάνει για να βάλουμε παρωπίδες και να μη βλέπουμε την αλήθεια κατάματα. Όταν κάτι τελειώνει, τελειώνει γιατί δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο. Αυτή την άποψη ίσως την αποδέχονται καλύτερα εκείνοι που χωρίζουν από κοινού αφού και οι δύο συνειδητοποιούν τη δυστοκία της σχέσης.

Ούτε εκεί το τέλος είναι εύκολο, είναι όμως περισσότερο αποδεκτό. Η περίπτωση που σαφώς δυσκολεύει τα πράγματα είναι η επιλογή του ενός έναντι εκείνου που είτε δε βλέπει την πόρτα της εξόδου να πλησιάζει, είτε αρνείται να τη δει. Μια υπέροχη φράση λοιπόν που αξίζει να τη σκεφτούμε, να τη δουλέψουμε και να την κάνουμε κτήμα μας είναι αυτή: «κανένα τέλος δεν έρχεται με άδεια χέρια» και φυσικά δεν αφορά μόνο στο τέλος μιας ερωτικής σχέσης αλλά θα ήταν πολύ ελπιδοφόρο αν μπορούσαμε να την πιστέψουμε βαθιά για κάθε μας απώλεια.

Μέσα από έναν χωρισμό μπορούμε να μάθουμε τον εαυτό μας, να βγούμε έξω από μας και να παρατηρήσουμε τη συμπεριφορά μας. Αναγνωρίζουμε τα λάθη μας και παίρνουμε μαθήματα για τις επόμενες επιλογές και αντιδράσεις. Ξέρουμε ακόμη περισσότερο από πριν τι έχουμε ανάγκη, τι επιθυμούμε αλλά και τι δε μας κάνει ώστε να μπορούμε να το απορρίψουμε πιο εύκολα. Μπορεί να χάνουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας μετά το τέλος, όμως αυτό που μένει είναι ολόφρεσκο, αναγεννημένο κι έτοιμο να κάνει μια νέα αρχή. Κάποια στιγμή θα έρθει ο νέος έρωτας που θα πάρει τη θέση του αλλά ακόμη κι αν αυτό αργήσει, εμείς θα έχουμε κερδίσει ένα μάθημα ζωής και μια νέα εμπειρία που θ’ ανοίξει άλλο ένα μονοπάτι στο δρόμο της ευτυχίας.

Συντάκτης: Μαρία Αθανασοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου