Η ανάγκη μας για προσοχή είναι κομμάτι της φύσης μας. Από την πρώτη εμφάνισή μας στον κόσμο ως βρέφη χρησιμοποιούμε το κλάμα για να τραβήξουμε την προσοχή των γονιών μας για να εξασφαλίσουμε τ’ απαραίτητα για την επιβίωσή μας. Αργότερα, το κλάμα έγινε ένα εργαλείο διεκδίκησης της προσοχής των γύρω μας. Γενικότερα μας χαροποιεί να μπορούμε να συγκεντρώνουμε το ενδιαφέρον επάνω μας, είτε χρησιμοποιούμε αυτή τη μέθοδο είτε όχι. Για να μπορέσουμε όμως να υποκινήσουμε στους άλλους το αίσθημα αυτό, μάλλον χρειάζεται να μοιραζόμαστε αρκετά τις -όχι και τόσο καλές- στιγμές μας.

Μιλώντας συνέχεια για δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε κατά καιρούς και για το πόσο ανάποδα έρχονται όλα στη ζωή μας, εισπράττουμε μία τρυφερότητα κι ένα ενδιαφέρον που καταφέρνει -έστω και παροδικά- να μας δώσει χαρά και να καλύψει το κενό που δημιουργείται μέσα μας. Φυσικά στην εποχή των social media είναι αναμενόμενο -σχεδόν απαραίτητο- να δημοσιοποιούμε την κακή μας τύχη και τα δεινά που μας βρίσκουν χρησιμοποιώντας διάφορες δικαιολογίες, όχι μόνο ως προς τους άλλους αλλά και στον εαυτό μας!

Αρχικά, όταν νιώθουμε πως αντιμετωπίζουμε μια δυσκολία, ψάχνουμε να βρούμε εκείνους που μπορεί να αντιμετωπίζουν κάτι παρόμοιο. Τις περισσότερες φορές δε γίνεται πάντα για να δώσει κουράγιο ο ένας στον άλλον αλλά γιατί μας δημιουργεί ικανοποίηση να ξέρουμε πως δεν είμαστε οι μόνοι! Είναι πολύ πιο βολικό να ξέρουμε πως και κάποιος άλλος χάνει τη δουλειά του πέρα από εμάς. Συνεπώς, το γκρουπ των ανθρώπων που αγκαλιάζουν και ταυτίζονται με το πρόβλημα, αυτόματα δημιουργεί το πρώτο δίχτυ ασφαλείας. Με μια απλή ανάρτηση στο Facebook ή σε οποιοδήποτε μέσο όλα γίνονται ακόμη πιο εύκολα κι αναπτύσσεται μια ανταπόκριση ακόμη μεγαλύτερη των προσδοκιών μας!

Σε δεύτερο επίπεδο κι αφού έχουμε περάσει από τη φάση της ταύτισης, χρειαζόμαστε κι από εκείνους που δεν έχουν κάτι κοινό με την κατάστασή μας, να σπεύσουν και να μας παρηγορήσουν! Εκείνοι ειδικά οι οποίοι δε βιώνουν κάτι αντίστοιχο μπορεί να είναι και πιο ένθερμοι παρηγορητές, αφού η κατάσταση ίσως στα μάτια τους να φαντάζει ακόμη πιο δύσκολη και περίπλοκη. Βουαλά! Η προσοχή που ζητούμε από την αρχή της ύπαρξής μας είναι ορατή και πλέον πιο μεγάλη από ποτέ! Όσο πιο πολύ εκθέσεις το πρόβλημα τόσο λιγότερο μόνος θα νιώθεις. Τουλάχιστον έτσι νομίζεις. Το να θρηνείς με παρέα είναι φαινομενικά καλύτερο και πιο εύκολο· τόσο που μερικοί γίνονται απόλυτες drama queens και drama kings αντίστοιχα για να μπορέσουν να κλέψουν μερικές στιγμές λύπησης. Ηδονίζονται με το να νιώθουν συνεχώς θύματα και να προσπαθούν να λάβουν την απαραίτητη φροντίδα και προστασία από το περιβάλλον τους.

Αυτή η αντίδραση θα ήταν περισσότερο λογική κι ίσως περισσότερο αποδεκτή εάν αυτό εκφράζαμε συγκεκριμένα στο στενό μας περιβάλλον. Οι φίλοι μας -οι κανονικοί όχι οι άπειροι διαδικτυακοί- είναι το στήριγμά μας κι εννοείται πως χρειαζόμαστε και το χάδι, το ντάντεμα και την προστασία τους. Αυτό που πρέπει όμως ν’ αναρωτηθούμε είναι εάν τελικά η τόση έκθεση που αβασάνιστα πραγματοποιούμε, μας βοηθάει να το ξεπεράσουμε. Η παρέα είναι βάλσαμο αρκετές φορές κι ένας τρόπος ν’ ακούσουμε μια αντικειμενική γνώμη επί του θέματος που μας απασχολεί, απαλλαγμένη από τον δικό μας συναισθηματισμό, όμως εμείς είμαστε εκείνοι που θα δώσουμε την τελειωτική λύση. Θα ήταν πολύ χρήσιμο εάν βρίσκαμε τη δύναμη να πάρουμε τον χρόνο μας και να μπορέσουμε να έρθουμε αντιμέτωποι με τα θέματα που μας δυσκολεύουν. Ν’ αναγνωρίσουμε ποια είναι η ουσιαστική μας ανάγκη που θα οδηγήσει σε μία λύτρωση.

Είναι πολύ φυσιολογικό και βαθιά ανθρώπινο να θέλουμε τη συμπαράσταση των άλλων, όμως αυτό που ουσιαστικά θα μας βοηθούσε είναι η δική μας εσωτερική επεξεργασία κι η συμπαράσταση στον ίδιο μας τον εαυτό! Εμείς χρειάζεται να είμαστε ανοιχτοί στις σκέψεις μας και ν’ αναλύουμε τα συναισθήματά μας πριν ξεκινήσουμε να ζητάμε τη δημόσια παρηγοριά!

Συντάκτης: Μαρία Αθανασοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου