Απ’ όλα τα είδη μουσικής στον κόσμο, υπάρχει ένα είδος που διχάζει όσο κανένα άλλο το κοινό: η τζαζ μουσική. Τα δόγματα είναι δύο· κάποιοι τη λατρεύουν κι άλλοι τη σιχαίνονται, χωρίς να φαίνεται να υπάρχει κάποιο δείγμα ενδιάμεσης άποψης. Ένα είδος μουσικής με ιστορία άνω των 100 ετών και μ’ εντυπωσιακή εξέλιξη και «μετάλλαξη» στην πορεία της.

Η τζαζ «γεννήθηκε» στη Νέα Ορλεάνη των Ηνωμένων Πολιτειών, στα τέλη του 19ου κι αρχές του 20ού αιώνα. Ο πληθυσμός της πόλης είχε μια ποικιλομορφία κατοίκων με καταγωγή από Αφρική, Γαλλία, Καραϊβική, Ιταλία, Γερμανία, Μεξικό, Αμερικανική Ινδία κι Αγγλία. Μέσω της αλληλεπίδρασης των κατοίκων, οι Αφρο-αμερικανικές μουσικές παραδόσεις αναμείχθηκαν με πολλά είδη μουσικής (blues, ragtime, κ.α.) και σταδιακά προέκυψε η τζαζ.

Πρόκειται για μια μοναδική, αμερικανική καινοτομία, που ξεκίνησε με σκοπό τη συναισθηματική ανακούφιση των σκλάβων που έβρισκαν παρηγοριά στα μπλουζ κι από εκεί εξελίχθηκε μια πιο χαρούμενη μορφή μουσικής, η τζαζ. Γιατί χαρούμενη; Γιατί τα πρώτα χρόνια που εμφανίστηκε, η τζαζ προοριζόταν κυρίως για χορό και διασκέδαση. Από το 1917 όταν έγιναν οι πρώτες ηχογραφήσεις της κι η μουσική εξαπλώθηκε ευρέως, έχοντας αναπτυχθεί τόσο πολύ μέσα στο χρόνο, όσο κανένα άλλο είδος μουσικής, με μια σειρά από διαφορετικά στιλ τζαζ όπως traditional jazz, swing bebop, cool jazz και jazz rock μεταξύ άλλων.

Με λίγη έρευνα στο διαδίκτυο εντοπίσαμε απόψεις από Αμερικανούς -κι όχι μόνο- γι’ αυτό το είδος μουσικής, που καταλογίζουν μια λίστα από λόγους που δεν αντέχουν στο άκουσμα της τζαζ. Τους λόγους περιγράφει καλύτερα ο μουσικός παραγωγός και δημοφιλής youtuber Rick Beato σε’ ένα βίντεο που δημοσίευσε στο κανάλι του («Γιατί οι άνθρωποι μισούν την τζαζ;»). Γενικότερα, οι άνθρωποι έχουν μία τάση ν’ αντιπαθούν αυτό που δεν καταλαβαίνουν. Αυτό συμβαίνει καθώς οι περισσότεροι που δηλώνουν πολέμιοι της τζαζ, δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη γλώσσα της, τη δομή της, τη γραμματική της, λόγω έλλειψης εμπειριών και τη μη έκθεσή τους στους ήχους της τζαζ κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Ο Rick Beato συνεχίζει αναφέροντας πως η χορευτική μουσική, ανέκαθεν υπήρξε το πιο δημοφιλές είδος μουσικής. Η τζαζ ενώ βρισκόταν στο απόγειό της τις δεκαετίες του 1920 και του 1930 σαν χορευτική μουσική, τη θέση της πήρε η ροκ εν ρολ τη δεκαετία του 1960.

Η τζαζ μουσική άλλαξε ύφος και πορεία πλεύσης παύοντας να είναι χορευτική μουσική, έχοντας πλέον ως προτεραιότητα την ατομική έκφραση μέσα από σύνθετους ρυθμούς, μελωδίες κι αρμονίες. Μέχρι σήμερα, η ανάγκη για χορευτική μουσική παραμένει ψηλά στις απαιτήσεις του κοινού, κάτι το οποίο αδυνατούν να ικανοποιήσουν οι πρόσφατες παραγωγές της τζαζ. Το τελευταίο επιχείρημα του Rick, βασίζεται στη συναισθηματική προσκόλληση των ανθρώπων σε μουσικά συγκροτήματα. Προτιμούν μπάντες που στοχεύουν να παραμείνουν ενωμένες για πολλά χρόνια, δημιουργώντας τον δικό τους αναγνωρίσιμο ήχο. Η σύγχρονη μουσική βιομηχανία καθιστά δύσκολο για μια τζαζ μπάντα να επιβιώσει, έτσι οι μουσικοί επιδιώκουν μια σόλο καριέρα. Αυτό έχει αποτέλεσμα η αγορά να γεμίζει με πολλές κυκλοφορίες άλμπουμ από ταλαντούχους μουσικούς, χωρίς όμως το brand ενός συγκροτήματος, καθιστώντας το αδύνατο για ένα μεγάλο κοινό να συνδεθεί μαζί τους.

Στην αντίπερα όχθη, συναντάμε του λάτρεις της τζαζ που εξηγούν όλους τους λόγους που αυτό το είδος μουσικής αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους. Δηλώνουν πως ο ρυθμός της τζαζ τους προκαλεί μια αίσθηση ευφορίας και τους φτιάχνει τη διάθεση. Ταυτόχρονα φέρνει ηρεμία και χαλάρωση, ενώ άλλους τους εμπνέει, εξάπτοντας τη φαντασία και δημιουργικότητά τους. Πιο συγκεκριμένα, ο Dr. William Klemm (σε άρθρο του Psychology Today) εξηγεί πως όταν ακούμε ή παίζουμε τζαζ μουσική, αποκτούμε πολλά γνωστικά οφέλη, που εμπλουτίζουν το μυαλό μας. Αρχικά, με την ακρόαση της τζαζ, το πιο προφανές αποτέλεσμα στον ανθρώπινο οργανισμό είναι η μείωση του στρες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι ήχοι της τζαζ χρησιμοποιούνται τόσο συχνά σε ιαματικά λουτρά και σε χώρους με υπηρεσίες μασάζ. Μάλιστα, μελέτες καταδεικνύουν ότι οι ακροατές τζαζ είναι κατά 25% λιγότερο καταθλιπτικοί από εκείνους που δεν ανήκουν στο ακροατήριο αυτής της μουσικής.

Τον ισχυρισμό πως η τζαζ διεγείρει το μυαλό και βελτιώνει τη συγκέντρωση των ακροατών της υποστηρίζει κι η επιστήμη. Ακούγοντας τζαζ, ο εγκέφαλός μας τείνει να μιμείται τα ρυθμικά αυτοσχεδιαστικά μοτίβα, προκαλώντας αυξημένη νευρική διέγερση. Ενεργοποιεί περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη σύνταξη της γλώσσας, καθιστώντας την, την ιδανική μουσική συνοδεία για μελέτη κι εργασία. Ακόμη ένας λόγος που η τζαζ απαριθμεί εκατομμύρια οπαδούς στην υφήλιο είναι γιατί ενισχύει τη δημιουργικότητα. Σύμφωνα με την ερευνήτρια Beth Belle Cooper, η ηχητική υπόκρουση βελτιώνει τη δημιουργικότητα ενώ καθοριστικό ρόλο έχουν ο τύπος της μουσικής και η ένταση στην οποία την ακούμε. Δηλώνει πως «τα μέτρια επίπεδα θορύβου αυξάνουν τη δυσκολία επεξεργασίας, η οποία προωθεί την αφηρημένη επεξεργασία (στον εγκέφαλο), οδηγώντας σε υψηλότερη δημιουργικότητα». Έτσι, αναγκάζοντας το μυαλό μας να δουλέψει λίγο πιο σκληρά από το κανονικό, μπορούμε να οδηγηθούμε στο να σκεφτόμαστε περισσότερο έξω από τα συνηθισμένα· ιδανικό βοήθημα για συγγραφή κειμένων κι άλλες δημιουργικές δραστηριότητες. Τελευταίο, αλλά όχι αμελητέο ,το επιχείρημα από τους λάτρεις της τζαζ, ότι αποτελεί μια από τις καλύτερες μουσικές όλων των εποχών επειδή οι μουσικοί της τζαζ αγαπάνε τόσο πολύ τη μουσική κι ενδιαφέρονται πραγματικά γι’ αυτό που δημιουργούν, ενώ δεν ακολουθούν τις τάσεις και την εμπορικότητα όπως άλλοι μουσικοί.

Για όσους από εσάς θελήσετε να μυηθείτε στον κόσμο της μουσικής τζαζ, μην ξαφνιαστείτε καθόλου αν στην αρχή νομίζετε πως ακούτε απλά «ένα θόρυβο χωρίς δομή». Κάθε τραγούδι της τζαζ ξεκινά ανοίγοντας συνήθως με μια γραμμή μελωδίας, στη συνέχεια οι μουσικοί αυτοσχεδιάζουν σ’ αυτήν τη γραμμή κι έπειτα μ’ έναν όμορφο τρόπο, βρίσκουν το δρόμο για την επιστροφή στη μελωδία του τραγουδιού. Έχοντας αυτή τη βασική γνώση ως πυξίδα, μπορείτε να ταξιδέψετε στους μαγικούς ήχους της τζαζ με θρύλους όπως τους Louis Armstrong, Duke Ellington, Charlie Parker, Miles Davis ,ενώ αν θέλετε να εξοικειωθείτε με μερικές από τις πιο γνωστές επιτυχίες προσθέστε στην playlist σας τα πολύ γνωστά “Songbird” του Kenny G, “On Broadway” του George Benson, “Smooth Operator” της Sade και “Hey Nineteen“ του Steely Dan.

Η τζαζ έχει μια ιδιότητα να χρησιμοποιεί αυτά που γνωρίζουμε για τη μουσική, στοιχεία με τα οποία είμαστε εξοικειωμένοι και να προσθέτει το αφηρημένο στοιχείο του αυτοσχεδιασμού. Μπορεί να εκπέμπει ένα ήχο που δεν ακούγεται ακριβώς όπως το επόμενο τραγούδι τζαζ. Κι αυτή είναι η γοητεία της!

 

Συντάκτης: Μαρία Χρίστου-Πιερίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου