Πέρασε καιρός. Η βδομάδα έγινε μήνας, ο μήνας χρόνος και κάπως έτσι έγινες ένα μακρινό παρελθόν. Ένας κύκλος που έκλεισε και δεν πρόκειται να ξανανοίξει και το ξέρω. Στο διάστημα αυτό, το μυαλό έκανε κάποιες στάσεις που το ξεγέλασαν, εφήμερες στιγμές που τόνωσαν το εγώ  κι έκαναν τα χείλη να σιγοψιθυρίσουν ότι πάμε παρακάτω. Για να μην είσαι εδώ υπάρχει κάποιος λόγος, άλλωστε.

Δεν είσαι εδώ και ξέρω τον λόγο. Γιατί ξαναγυρνάς στη σκέψη μου δεν ξέρω.

Γυρνάς γιατί είσαι ο ένας ή να για να μου θυμίσεις ότι δεν τον βρήκα ακόμα και είσαι η εύκολη σκέψη τα βράδια που είμαι μόνη;

Εκείνη η εβδομάδα ήταν καταστροφική, ήταν μία σειρά συμπτώσεων που σε έφεραν πίσω τόσο έντονα. Ήταν σαν να μην είχε περάσει μια μέρα! Μόλις είχα τελειώσει το μάθημα, Τρίτη απόγευμα ήμουν κοντά στο σπίτι σου και πάντα η εικόνα από το συγκεκριμένο στενό δρομάκι μου θύμιζε τις μέρες που σε περίμενα μέσα στο αμάξι να ετοιμαστείς μετά τη δουλειά.

Το αμάξι μύριζε αλμύρα γιατί συνήθως γυρνούσαμε από θάλασσα. Βλέπεις, ήσουν ο έρωτας του καλοκαιριού που έγινε η πιο γλυκιά ανάμνηση. Είναι περίεργο που ενώ έχει περάσει τόσος καιρός, αυτό το σφίξιμο στο στομάχι όταν περνάω κοντά από κάτι που σε θυμίζει δεν έχει φύγει ακόμα. Τελικά δεν πέρασα, έβαλα τα μεγάλα ακουστικά που δεν αφήνουν ούτε θόρυβο αυτοκινήτου να σ’ απασχολήσει, κοίταξα φευγαλέα από τα γυαλιά και προσπέρασα.

Το ίδιο έπαθα και το επόμενο απόγευμα, όταν για λίγα δευτερόλεπτα πέρασα κοντά από το μαγαζί που δούλευες ενώ ήμουν στο αμάξι. Σήκωσα το παράθυρο και έβαλα στα γρήγορα air condition γιατί δεν ήθελα να γύρω στα αριστερά να κοιτάξω. Ίσως ήσουν. Ίσως και όχι. Και μόνο το άγχος ότι κάπου εκεί κάποτε κατεβαίναμε μαζί και μπορεί να δω κάτι που δε θα μου αρέσει, με τρόμαξε.

Αυτό που με τρόμαξε πιο πολύ ήταν ότι είχα κάποιο χέρι να κρατάω την ώρα που πέρασες απ’ το μυαλό. Και το παιχνίδι συνεχίστηκε όταν έτυχε να γνωρίσω σε παρέα κάποιον με το ίδιο επίθετο. Τότε θεώρησα ότι κάποια πράγματα όσο δεν τα κοιτάς και προσπαθείς να τα θάψεις, ξετρυπώνουν απ’ το πουθενά και γίνονται ηλίθια χαμόγελα μερικών λεπτών που δυστυχώς δεν είναι εύκολο να στα γεννήσει κάποιος άλλος.

Πάντα σε συζητήσεις και διδαχές των κολλητών θα συνειδητοποιήσεις ότι το παρελθόν έφυγε, πάει. Παρελθόν όμως είναι μια φωτογραφία κι ένα μέρος που βρεθήκατε μαζί. Δεν είναι τα συναισθήματα. Αυτά θα μένουν ίδια όταν θα βρίσκεσαι σε μέρη που σου δημιουργούν ακριβώς την ίδια αίσθηση όπως τότε. Αυτό δεν μπορείς να το αποφύγεις, όσο το προσπερνάς, τόσο θα έρχεται.

Δεν είναι μοιρολατρία κάποιοι να σ’ έχουν αγγίξει περισσότερο, μοιρολατρία είναι να ψάχνεις το ίδιο άγγιγμα. Πάντα τα αγγίγματα είναι διαφορετικά, κύκλοι κλείνουν κι άλλοι ανοίγουν. Ίσως κάποιοι δεν κλείνουν και ποτέ και μένουν απωθημένα και βάρη που μαθαίνεις να ζεις μ’ αυτά, όσο μεγάλο χρονικό διάστημα και αν περάσει.

Γι’ αυτό δέχεσαι κάποια στιγμή ότι στο πέρασμα τόσων ανθρώπων που γνωρίζεις, κάποιους θα τους αποφεύγεις. Γιατί όταν τους δεις, θ’ ανοίξεις τον ασκό του Αιόλου και θα πας σε μέρη που δε θέλεις. Δε θέλεις γιατί έχεις πάει ήδη και τελικά το λιμάνι ήταν απάνεμο.

Συντάκτης: Μαρία Ζάχα