Έχουν γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Χρησιμοποιούνται καθημερινώς για την επικοινωνία και την ενημέρωση, ενώ έχουν καταλάβει πια μεγάλο μέρος της επαγγελματικής «πίτας» της κοινωνίας μας, αποτελώντας το αμεσότερο μέσο διαφήμισης και προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών, ανοίγοντας παράλληλα νέους τομείς ενασχόλησης και κατ΄επέκταση νέες θέσεις εργασίας.

Τα social media έχουν βρει μόνιμο κατάλυμα στους υπολογιστές και τα κινητά μας απορροφώντας από εμάς χρόνο και σκέψη, ενώ δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ουσιαστικά αποτελούν έναν παράλληλο κόσμο. Η ζωή χωρίς αυτά φαντάζει μάλλον περίεργη. Ή μήπως όχι; Ας προσπαθούμε, λοιπόν, να αναλογιστούμε πώς θα ήταν η καθημερινότητά μας αν αποφασίζαμε έστω και για μία εβδομάδα να απέχουμε από αυτά. Πώς θα αντιδρούσαμε; Θα υπήρχε ουσιαστική αλλαγή στην καθημερινότητά μας, στο πρόγραμμά μας, στις κοινωνικές μας σχέσεις; Είναι τελικά τόσο απαραίτητα όσο δείχνουν;

Αρχικά, η απόχη θα σήμαινε αυτομάτως την επιθυμία να καταφύγουμε σε άλλους τρόπους επικοινωνίας με τους ανθρώπους της ζωής μας. Κι αν το τηλέφωνο, με τη στενή έννοια του όρου, παραμένει ακόμα στο προσκήνιο, τα άμεσα μηνύματα με τα emoji, οι φωτογραφίες, τα βιντεάκια δε θα ήταν διαθέσιμα για εμάς. Με όποιον θα επιθυμούσαμε να επικοινωνήσουμε θα έπρεπε είτε να του τηλεφωνήσουμε είτε να του στείλουμε το κλασικό sms. Δε θα είχαμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε αν είναι online, ενώ κακά τα ψέματα με τα check in των social media μπορούμε ανά πάσα στιγμή να γνωρίζουμε που είναι οι άνθρωποι που τα κοινοποιούν και σε κάποιες ώρες περίεργες αν κοιμούνται ή όχι.

Επίσης πόσες φορές, που απλά χαλαρώνουμε στο σπίτι, δε σκρολάρουμε τα chat διαφόρων εφαρμογών για να δούμε ποιος είναι διαθέσιμος για να πιάσουμε κουβέντα; Δε θα είχαμε ούτε αυτή τη δυνατότητα. Κι αν τις πρώτες δύο-τρεις μέρες δε θα δίναμε τόσο μεγάλη σημασία, μετά την πέμπτη-έκτη μέρα θα διαπιστώναμε με έκπληξη, μην έχοντας μια λίστα ονομάτων online σε chat, ότι θα νιώθαμε την ανάγκη να μιλήσουμε με συγκεκριμένα άτομα, ενώ κάποιοι άλλοι άνθρωποι ουσιαστικά μας είναι παντελώς αδιάφοροι.

Μεγάλη διαφορά, όμως, θα παρατηρούσαμε και στη φύση της επικοινωνίας μας με τους ανθρώπους που μας ενδιαφέρουν. Πόσα απογεύματα, πόσα βράδια έχουμε φάει σε βιντεοκλήσεις με φίλους ή τον άνθρωπό μας αντικαθιστώντας την πραγματική κατ’ ιδίαν επαφή. Άλλωστε η ανάγκη να μοιραστούμε του προβληματισμούς μιας δύσκολης μέρας, κάποιο συμβάν που μας έτυχε ή να πάρουμε μια συμβουλή για μια έκτακτη κατάσταση, είναι κάτι το καθημερινό.

Το τηλέφωνο από μόνο του δεν είναι αρκετό· θα το κατανοούσαμε από τις πρώτες μια-δύο ημέρες. Αυτό κατ’ επέκταση θα μας παρακινούσε στο να κανονίσουμε μια συνάντηση από κοντά, έναν γρήγορο καφέ ή ένα ποτό, θυσιάζοντας ενδεχομένως χρόνο από τη χαλάρωση μας. Θα ξεφεύγαμε από τη βόλεψη του να είμαστε ξαπλωμένοι σε ένα κρεβάτι και με το πάτημα ενός κουμπιού να έχουμε οπτική επαφή με τον συνομιλητή μας. Αξιοπερίεργο πόσες στιγμές από κοντά έχουμε χάσει με τη χρήση των social media, έτσι;

Άμεση αλλαγή θα διαπιστώναμε ότι υπάρχει και όταν όμως συναντιόμασταν τελικώς από κοντά με τους ανθρώπους μας. Ο κατ’ ιδίαν χρόνος δε θα συμπεριλάμβανε πια εκείνα τα, καθιερωμένα διαλείμματα διάρκειας, πότε μερικών δευτερολέπτων και πότε μερικών λεπτών, για να κοιτάξουμε το κινητό, να δούμε τι συμβαίνει στον ηλεκτρονικό κόσμο που ανήκουμε, κάποιες φορές από ενδιαφέρον και κάποιες φορές μηχανικά.

Με έκπληξη θα διαπιστώναμε από τις πρώτες κιόλας συναντήσεις πόσο εθισμένοι είμαστε σε αυτές τις μηχανικές κινήσεις με τις διάφορες συσκευές στα χέρια μας. Ταυτόχρονα, θα ήταν ένα καλό μάθημα για εμάς, κάτι τέτοιο να έκανε το άτομο το οποίο θα ήμασταν μαζί. Εκείνη η παράξενη αίσθηση εσύ να μιλάς και να θέλεις να επικοινωνήσεις, και ο συνομιλητής του να κοιτάει το κινητό του χωρίς να σου δίνει σημασία, έστω και για λίγο. Ενδιαφέρον θα είχε επίσης να ρίχναμε και μια ματιά στους ανθρώπους γύρω μας· θα διαπιστώναμε άτομα που βρίσκονται στην ίδια παρέα δεν μιλάνε, αλλά παίζουν με ένα κινητό!

Περίεργη επίσης θα ήταν η αίσθηση να μην μπορούμε και εμείς με τη σειρά μας να κοινοποιούμε την παρουσία μας όταν το επιθυμούμε. Πολλές φορές έχουμε την ανάγκη να δηλώσουμε το πού είμαστε, τι κάνουμε, παρατηρώντας τη διάδραση που δημιουργείται· ποιος παρακολουθεί το προφίλ μας, ποιος θα ενδιαφερθεί, ποιος θα σχολιάσει. Να δείξουμε πόσο ενδιαφέρον είναι η δραστηριότητά μας ή το μέρος που βρισκόμαστε τη δεδομένη στιγμή, να νιώσουμε ότι δεν απομακρυνόμαστε από όλο αυτό το σύστημα, να δηλώσουμε το παρών μας και να λάβουμε την αντίστοιχη αποδοχή. Όσο και να μη θέλουμε να το παραδεχτούμε είμαστε και εμείς κομμάτι αυτού του γενικότερου φαινομένου.

Παράλληλα, βρισκόμενοι εκτός αυτού του ηλεκτρονικού κόσμου, θα παρατηρούσαμε ότι πολλές από τις πληροφορίες των εκεί «φίλων» μάς είναι ουσιαστικά αδιάφορες. Από τις πρώτες κιόλας μέρες θα διαπιστώναμε ότι κομμάτια του ελεύθερού μας χρόνου πολύ εύκολα θα μπορούσαν να αφιερωθούν στην ανάγνωση βιβλίων, περιοδικών ή ακόμα και σε ένα απλό σερφάρισμα στο ίντερνετ, μιας και δε θα υπήρχε η δυνατότητα «κατασκοπείας» των κοινοποιήσεων παρουσίας και των φωτογραφιών που καθημερινά μας εμφανίζονται.

Παράλληλα, μιας και δε θα είχαμε την ευκολία την άμεσης ενημέρωσης μέσω των εφαρμογών αυτών, η καθημερινή αυτή ανάγκη προφανώς θα καλυπτόταν είτε από σχετικές αναζητήσεις στο διαδίκτυο είτε παρακολουθώντας τα νέα στην τηλεόραση είτε ακούγοντάς τα στο ραδιόφωνο.

Όπως και να το κάνουμε, επτά ημέρες μακριά από τα social media και τα chat δε θεωρείται διόλου μικρό διάστημα, αν σκεφτούμε τον χρόνο τον οποίο δαπανούμε σε αυτά, αλλά και τις ευκολίες που μας προσφέρουν.

Μετά από όλες αυτές τι σκέψεις που μοιραστήκαμε, δεν πιστεύεις ότι αξίζει να το δοκιμάσεις;

Συντάκτης: Κωνσταντίνος Κιχώτης
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα