«Βρίσκουμε τις πιο ωραίες σκέψεις ψάχνοντας τη λέξη», είπε κάποτε ο Γάλλος ηθικολόγος Joseph Joubert.

Οι άνθρωποι φοβούνται τις περισσότερες φορές ν’ ανοιχτούν, στους φίλους τους, στην οικογένειά τους, στον έρωτα της ζωής τους, γιατί αγχώνονται για τις αντιδράσεις τους και για την κριτική που θα λάβουν. Σκέφτονται τι θα πει ο κόσμος κι αν θ’ αποκτήσει διαφορετική άποψη για αυτούς. Επεξεργάζονται αν πρέπει να κάνουν ρηχές συζητήσεις για να περάσει η ώρα ή να κάνουν ουσιαστικές κουβέντες για να εκφράσουν αυτά που αισθάνονται σε μια δύσκολη στιγμή. Προσπαθούν να ανοιχτούν και εν τέλει να εκτεθούν μέχρι εκεί που τους επιτρέπει το προσωπικό τους όριο.

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, λίγο για τον βαθμό που επιλέγει κανείς ν’ εκτεθεί. Ρηχή συζήτηση θεωρείται αυτή η οποία δεν έχει και πολύ σημασία για τον ομιλητή. Είναι αυτή που γίνεται για να γίνει, χωρίς πραγματικά να υπάρχει ενδιαφέρον για την έκβασή της. Ουσιαστική συζήτηση είναι αυτή που πραγματικά επιλέγεις να εκτεθείς μέσα απ’ αυτή, να βγάλεις τα εσώψυχά σου, να εξωτερικεύσεις τις σκέψεις και τις ιδέες σου. Συνήθως, μια ουσιαστική συζήτηση επιλέγεις να την κάνεις με κάποιον που σε ενδιαφέρει και θέλεις να γνωρίζει όλα όσα αισθάνεσαι και βιώνεις στον εσωτερικό σου κόσμο, έναν άνθρωπο που γνωρίζεις πως θα εκτιμήσει την προσπάθειά σου να επικοινωνήσεις όσα έχεις μέσα σου.

Ποιος ορίζει όμως τι είναι ρηχό και τι όχι; Και πώς μπορεί κανείς να ξέρει αν στα σίγουρα ο συνομιλητής του θα θεωρήσει τη συζήτηση ουσιαστική και θα την αντιμετωπίσει με ενδιαφέρον; Δεν υπάρχει κάποιος ρητός κανόνας που ορίζει τι είναι το ένα ή τι είναι το άλλο, ούτε υπάρχει τρόπος ν’ αναγνωρίσει κανείς ποιος είναι καλός ακροατής. Υπάρχει όμως ένας κανόνας προσωπικής ηθικής, σύμφωνα με τον οποίο αποφασίζουμε εμείς τι θα πούμε, πώς θα το πούμε και σε ποιον θα το πούμε. Είμαστε υπεύθυνοι μόνο για αυτά που λέμε, όχι για το πώς τα αντιλαμβάνονται οι άλλοι -γι’ αυτό και δε θα ‘πρεπε να μας νοιάζει τι θα πει ο κόσμος και πόσο θα μας κρίνει.

Το θέμα είναι να μπορείς να λες αυτά που αισθάνεσαι σε μια συζήτηση. Μην πιστεύεις ότι κάνοντας μια ρηχή κουβέντα δε θα υπάρξει κάποιο νόημα ή κάποιο κέρδος -η επικοινωνία από μόνη της άλλωστε είναι ένα δώρο για την ανθρώπινη ψυχολογία. Το σημαντικό είναι να σου αρέσει να συζητάς με τους ανθρώπους, να ενδιαφέρεσαι για τη ζωή τους, τα όνειρά τους και τις ανησυχίες τους. Να τους προσέχεις όταν μιλούν, όχι απλώς να τους ακούς -κι οι αγαπημένοι σου άνθρωποι να κάνουν το ίδιο.

Στο κάτω-κάτω πόσες φορές έχεις ρίξει τα μούτρα σου σε ουσιαστικές συζητήσεις, μιλώντας για τις πεποιθήσεις, τις ιδέες και τις σκέψεις σου και στην τελική δεν έβγαλες άκρη; Πόσες φορές θα το ξανέκανες για κάποιον που σε ενδιαφέρει πραγματικά; Οι άνθρωποι ξεχνάμε εύκολα κι αυτό είναι αλήθεια, όμως το να συζητάς, να ανταλλάσσεις απόψεις, να μπορείς να βοηθάς ή να βοηθιέσαι μέσα από αυτές, είναι που μετράει.

Η διαφορά εν τέλει ανάμεσα σε μια ουσιαστική και μια ρηχή συζήτηση είναι το άτομο με το οποίο επιλέγεις να την κάνεις, το αν σε ακούει και αν δίνει ευκαιρίες να ανοιχθείς περισσότερο -γιατί μια ουσιαστική συζήτηση έρχεται με το τι μοιράζεσαι, όχι ανάλογα με το θέμα. Να ψάχνεις ανθρώπους που μαζί τους να μπορείς να κάνεις τις πιο ρηχές συζητήσεις του κόσμου, αλλά ταυτόχρονα και τις πιο ουσιαστικές συζητήσεις της ζωής σου. Τότε μπορείς να πεις πως έχεις άτομα γύρω σου που σε ακούν και σε καταλαβαίνουν, αφουγκράζονται τις ανάγκες σου και ξέρουν πότε είναι η ώρα για το καθετί.

Με τη δύναμη του λόγου έχουν γίνει θαύματα, έχουν βρεθεί λύσεις, έχουν ειπωθεί λόγια αγάπης κι έχουν δημιουργηθεί πολιτισμοί. Ας αφήσουμε τον όρο ρηχή συζήτηση, λοιπόν, για πράγματα απτά, όπως το βάθος της θάλασσας και ας πιάσουμε κάτι που να ‘χει ουσία, όπως οι ανησυχίες μας, οι φόβοι μας και τα όνειρα που κάνουμε.

Συντάκτης: Κατερίνα Πολίτη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.