

Η απότομη ακύρωση του προκλητικού event «Petting Zoo» της OnlyFαns performer B0nnie Blue δεν αποτέλεσε απλώς το φινάλε ενός θεάματος που επένδυε στην υπερβολή. Έγινε, άθελά του, η αφετηρία για μια κοινωνική ανατομία: ποιος κρίνεται, ποιος διαφεύγει, ποιος εκτίθεται, ποιος σώζεται. Γιατί η γυναίκα, για άλλη μια φορά, βρέθηκε στο επίκεντρο της δημόσιας μομφής, ενώ οι άντρες, είτε ως θεατές είτε ως συμμετέχοντες, στάθηκαν σε δεύτερο πλάνο, σαν κομπάρσοι της ηθικής ευθύνης. Κάτω από το θόρυβο και την ευκολία του «σοκ», κρύβεται κάτι βαθύτερο και πιο αμείλικτο: η συλλογική ανάγκη να ελέγχεται το γυναικείο σώμα όχι μόνο στη δημόσια σφαίρα, αλλά και ως προς την ίδια του την πρόθεση, την ερμηνεία, τη δυνατότητα να ορίζει τον εαυτό του πέρα από τα κοινωνικά όρια της «αξιοπρέπειας».
Αρκεί να ανατρέξει κανείς στα σχόλια κάτω από τις ειδήσεις για το event της Bonnie Blue για να καταλάβει πόσο εύκολα η ηθική οργή επιλέγει στόχο. Φράσεις όπως «ντροπή του φύλου της», «ξεφτίλισε όλες τις γυναίκες», «πουλήθηκε για λίγα views» φανερώνουν μια παλιά συνταγή, η ατομική επιλογή μιας γυναίκας στιγματίζεται ως συλλογική ντροπή. Αντίθετα, το αρσενικό βλέμμα, η αρσενική επιθυμία και η κατανάλωση του περιεχομένου καθίστανται… αόρατες. Δεν αναλύονται, δεν ελέγχονται, δε στιγματίζονται. Αποτελούν κάτι συνηθισμένο, κάτι αναμενόμενο. Στο βάθος αυτής της ασύμμετρης ηθικής κριτικής διακρίνουμε μια κληρονομιά αιώνων. Η γυναίκα κρίνεται πάντα αυστηρότερα και με όρους που σχεδόν ποτέ δεν αφορούν την ίδια, αλλά το τι «αντιπροσωπεύει». Δεν είναι απλώς υποκείμενο, είναι σύμβολο, σημαίνον, καθρέφτης πάνω στον οποίο προβάλλονται φόβοι, φaντασιώσεις και συλλογικά απωθημένα.
Ας είμαστε ειλικρινείς, το ζήτημα δεν είναι απλώς αν η B0nnie Blue είχε το δικαίωμα να οργανώσει ένα τέτοιο event. Το ζήτημα είναι αν η ελευθερία που της αναγνωρίζουμε είναι ουσιαστική ή προσχηματική. Σε μια κοινωνία όπου το σώμα της γυναίκας αποτελεί διαρκές εμπόρευμα προς πώληση, από τις διαφημίσεις μέχρι το πορνό, από την Instagram αισθητική μέχρι τις πρακτικές των OnlyFans, η «επιλογή» μιας γυναίκας να διαθέσει το σώμα της σε ένα θεαματικό concept δεν είναι ποτέ εντελώς απελευθερωμένη από αυτό που διαμορφώνει τι θεωρείται επιθυμητό, τι αποδίδει χρηματικά, τι τραβάει το βλέμμα. Με άλλα λόγια, αν η ελευθερία δε συνοδεύεται από επίγνωση των μηχανισμών εξουσίας που την πλαισιώνουν, κινδυνεύει να μετατραπεί σε ψευδαίσθηση. Η B0nnie Blue μπορεί να είχε πρακτικά το δικαίωμα να δημιουργήσει ένα «petting zoo» με τους θαυμαστές της, ποια ανάγκη όμως ικανοποιεί αυτή η επιλογή; Ποια εικόνα θρέφει; Και σε ποιο κοινό απευθύνεται;
Είναι κρίσιμο να τονιστεί ότι η φεμινιστική ματιά δεν εξαντλείται στη στείρα υποστήριξη κάθε πράξης που ερμηνεύεται ως «αυτοδιάθεση». Ο φεμινισμός, στον πυρήνα του, είναι ένα κίνημα κριτικής σκέψης. Αναρωτιέται: ποιες επιθυμίες είναι αυθεντικές και ποιες είναι προϊόντα κοινωνικής κατασκευής; Ποιες επιλογές είναι ελεύθερες και ποιες είναι επιβεβλημένες από την ανάγκη για επιβίωση ή αναγνώριση σε ένα σύστημα που εμπορευματοποιεί την εικόνα της γυναίκας; Δεν είναι ντροπή να θέλει μια γυναίκα να εκτεθεί, να προκαλέσει, να χειριστεί την εικόνα της με θεαματικούς τρόπους. Όμως η δημόσια σφαίρα δεν είναι ουδέτερη. Κουβαλάει προκαταλήψεις, αντιλήψεις, πατριαρχικές αναγνώσεις που διαστρεβλώνουν το μήνυμα. Και εκεί χρειάζεται προσοχή, πότε το μήνυμα γίνεται τελικά ο φορέας της παλιάς, σ3ξιστικής κανονικότητας με καινούργιο ένδυμα;
Εκείνοι που έσπευσαν να καταδικάσουν την B0nnie Blue μίλησαν για “κατάντια”, για “έλλειψη ηθικών φραγμών”, για “διαστροφή”. Ελάχιστοι, ωστόσο, αναφέρθηκαν στους άνδρες που επρόκειτο να συμμετάσχουν στο show. Ελάχιστοι αναρωτήθηκαν ποια είναι η δική τους ευθύνη στη διαμόρφωση αυτής της δυναμικής. Ποιο είναι το δικό τους μερίδιο στην κανονικοποίηση του θεάματος του γυναικείου σώματος ως αντικείμενο δημοσίου παιχνιδιού; Η αποσιώπηση των ανδρών σε αυτή τη συζήτηση δεν είναι τυχαία. Είναι το άλλο πρόσωπο του σ3ξισμού, το ότι η γυναίκα φέρει πάντα το βάρος της ηθικής εκπροσώπησης, ενώ ο άνδρας φέρει μόνο την ευθύνη της επιθυμίας.
Στην εποχή των social media, της καταιγιστικής εικόνας και του περιεχομένου που γίνεται viral μέσα σε λεπτά, το γυναικείο σώμα ζει μια σχιζοφρενική πραγματικότητα. Από τη μία, προβάλλεται διαρκώς, από την άλλη, κρίνεται αμείλικτα. Το ίδιο σώμα που γίνεται εργαλείο influence, που χτίζει καριέρες, που μαγνητίζει κοινό, είναι και το σώμα που κατηγορείται για «απώλεια σεβασμού», για «ανηθικότητα». Αυτός ο φαύλος κύκλος, της προβολής και της απόρριψης, δημιουργεί μια ολόκληρη γενιά γυναικών που μαθαίνουν να υπάρχουν μόνο μέσα από την επιθυμία των άλλων. Και εδώ οφείλουμε, ως κοινωνία, να κάνουμε pause. Όχι, για να κρίνουμε, αλλά για να αναστοχαστούμε, τι πρότυπα δημιουργούμε;
Η υπόθεση B0nnie Blue μπορεί εύκολα να απορριφθεί ως μια «ακραία περίπτωση», μια ακόμα σταγόνα στον ωκεανό των διαδικτυακών θεαμάτων. Αλλά αν τη δούμε ως σύμπτωμα, τότε μας αποκαλύπτει κάτι πιο σκοτεινό, δεν είναι τόσο η πρόκληση που τρομάζει την κοινωνία. Είναι η ιδέα ότι η γυναίκα μπορεί να ελέγξει την πρόκληση. Ότι μπορεί να καθορίσει τους όρους του βλέμματος, να παίξει με τις επιθυμίες και να γίνει σκηνοθέτης του εαυτού της. Και αυτό είναι η πιο επικίνδυνη άποψη από όλες!
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη