Ήταν μια μέρα του 1976, όταν ο Γερμανός γιατρός Samuel Hahnemann πήρε σε μεγάλη δόση μια ουσία που προερχόταν από φλοιό κιγχόνης. Αυτόματα, τα πόδια του πάγωσαν, άρχισε να νυστάζει, να νιώθει ατονία, ενώ τα μάγουλά του άρχισαν να γίνονται κατακόκκινα και να ανεβάζει πυρετό. Αποφάσισε λοιπόν, όντας σε μια κατάσταση σοκ ότι αυτά τα συμπτώματα ήταν παρόμοια με αυτά της ελονοσίας και το σημαντικότερο: σκέφτηκε ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος έπαιρνε αυτή την ουσία σε πολύ μικρή ποσότητα (όπως γίνεται στα ομοιοπαθητικά φάρμακα) θα παρουσίαζε αυτά τα συμπτώματα σε πολύ ήπια μορφή, με τέτοιο τρόπο που θα θεραπευόταν από την ελονοσία και αντίστοιχα από οποιαδήποτε άλλη πάθηση. Τέλειο;

Kαι κάπως έτσι, αναδύθηκε η Κλασική Ομοιοπαθητική και μέσα από αυτή η βασική της ιδέα ότι «Tα όμοια θεραπεύουν τα όμοια», όπως επίσης και η δεύτερη βασική της ιδέα ότι «όσο περισσότερο αραιώνεται μια ουσία τόσο πιο αποτελεσματικά θεραπεύει τα συμπτώματα που σε διαφορετική περίπτωση θα τα προκαλούσε». Έτσι λοιπόν σε αντίθεση με την Κλασική Ιατρική, η θεραπεία των ασθενειών δε συνίσταται να γίνεται με την απευθείας αντιμετώπιση των συμπτωμάτων τους, καθώς συνήθως συνδέεται με κάποια βαθιά ριζωμένη, χρόνια ή κληρονομική προδιάθεση. Έτσι, η ομοιοπαθητική καλείται να βρει την ουσιαστική αιτία της πάθησης και να την εξαλείψει μέσω φαρμακευτικών ουσιών που είναι ικανές να προκαλέσουν τα συμπτώματα αυτής της ασθένειας.

Και κάπου εδώ λέω να σε «προσγειώσω» στο 2021. Έρευνες δείχνουν ότι το 20% των ανθρώπων σήμερα αντιμετωπίζουν αγχώδεις διαταραχές (Α.Δ.), ενώ ένα 6% των ανθρώπων θα αναπτύξει μία τέτοια διαταραχή κάποια στιγμή στη ζωή του. Πολύ σύντομα να σου πω ότι οι Α.Δ. είναι πάρα πολλές, αλλά κάποιες από αυτές είναι η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, οι διαταραχές πανικού, οι ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές, η κοινωνική φοβία, οι φοβίες, το μετατραυματικό στρες, η αγοραφοβία, η διαταραχή άγχους αποχωρισμού ή η επιλεκτική αλαλία. Ενδεικτικά, η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή είναι μια κατάσταση όπου το άτομο βιώνει ένα διαρκές, υπερβολικό άγχος και ανησυχία σε μικρά και καθημερινά ζητήματα, χωρίς να υπάρχει κάποιο ιδιαίτερα μεγάλο φοβογόνο ερέθισμα. Επίσης, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή σχετίζεται με επίμονες σκέψεις του ατόμου ότι αν δεν εκτελέσει κάποιες συγκεκριμένες πράξεις θα γίνει κάτι κακό και έτσι οδηγείται στην ευλαβική εκτέλεσή τους προς μείωση του άγχους του, ενώ η επιλεκτική αλαλία είναι η κατάσταση στην οποία κάποιος αρνείται να μιλήσει, όταν επικρατούν συγκεκριμένες συνθήκες.

Γι’ αυτή λοιπόν την πιο διαδεδομένη ομάδα ψυχικών παθήσεων, που ίσως να λέγαμε ότι αποτελεί και «μάστιγα» του 21ου αιώνα, η ομοιοπαθητική μας φέρνει (έτσι λέει τουλάχιστον) καλά νέα. Ο ομοιοπαθητικός γιατρός -που λες- είναι ένας γιατρός που θα πάρει το λεγόμενο «ομοιοπαθητικό» ιστορικό από έναν ασθενή του που πάσχει από κάποια αγχώδη διαταραχή. Τα συμπτώματα του ασθενούς, τα προσωπικά του χαρακτηριστικά, η φυσική και η ψυχολογική του κατάσταση, αλλά και ολόκληρη η ιστορία της ζωής του, θα σκιαγραφήσουν την ολιστική του εικόνα. Αυτός ο άνθρωπος θα σε ακούσει με προσοχή, θα ρωτήσει όλες τις λεπτομέρειες της υγείας σου κι αν έχεις ή είχες στο παρελθόν κάποια παθολογία, αλλά το βασικότερο όλων είναι ότι θα δώσει έμφαση στις «λεπτές» εκφράσεις άγχους που εσύ θα αναφέρεις ή θα δείξεις με τη συμπεριφορά σου την ώρα της συνάντησής σας.

Για παράδειγμα, για τον ομοιοπαθητικό ένας άνθρωπος με γενικευμένη αγχώδη διαταραχή ο οποίος εκδηλώνει το στρες του μέσω του εκνευρισμού του ή του θυμού του, θα είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση από κάποιον που παρουσιάζει προβλήματα συγκέντρωσης κι εστίασης προσοχής λόγω άγχους, ενώ κι εκείνος ο οποίος έχει άγχος υγείας, μην τυχόν νοσήσει από κάποια ασθένεια, θα έχει μια διαφορετική φαρμακευτική αγωγή από τους υπόλοιπους δύο (!).

Πρόκειται, όπως καταλαβαίνεις, για μια κατεξοχήν εξατομικευμένη ιατρική! Αυτό βεβαίως θα  οδηγήσει και σε μια σχέση μεταξύ ομοιοπαθητικού κι ασθενούς, ιδιαίτερα στενή και προσωπική, με τακτική παρακολούθηση της πορείας της κατάστασής του, με παροχή γενικότερων συμβουλών ευεξίας και προτροπής και άλλων ίσως επικουρικών μεθόδων όπως διαλογισμός, ψυχοθεραπεία κ.ά. Άλλωστε, όλη αυτή η κατάσταση είναι βαθιά  συνδεδεμένη με το φαινόμενο «placebo», αυτή την πολυσυζητημένη και τόσο γοητευτική έννοια που αφορά την πολιτισμική εμπειρία αυτής της θεραπείας, τις υψηλές προσδοκίες του ασθενούς και τις συμβουλές που θα δεχτεί. Άλλωστε, έρευνες έχουν δείξει ότι δύο χάπια ζάχαρης (δηλαδή χάπια με εικονικό φάρμακο) είναι σε περιπτώσεις πιο αποτελεσματικά από ένα μόνο χάπι, ενώ οι ενέσεις από αλατόνερο είναι πιο αποτελεσματικές στον πόνο, απ’ ό,τι τα χάπια ζάχαρης. Το φαινόμενο «placebo» λοιπόν «ζει και βασιλεύει» και μάλιστα λειτουργεί στο 30% όσων παίρνουν φάρμακα. Ναι, ναι καλά άκουσες!

Είναι πράγματι η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου μέσα από τους μακροσκελείς καταλόγους τους, είναι ότι επήλθε τελικά η φυσική ανάρρωση του ατόμου, είναι η τυφλή πίστη του ασθενούς στο γιατρό του, είναι οι αλλαγές που στην καθημερινότητά του (καλή διατροφή, άσκηση, ψυχοθεραπεία). Ποιος ξέρει; Oι ομοιοπαθητικοί πάντως συνεχίζουν να επιμένουν για την αποτελεσματικότητα των μεθόδων τους, παρά το μεγάλο αντίλογο της υπόλοιπης επιστημονικής κοινότητας.

 

 

ΥΓ.: Το άρθρο αυτό σε καμία των περιπτώσεων δεν παροτρύνει τη λήψη φαρμακευτικών αγωγών ή μεθόδων θεραπείας κι έχει αποκλειστικά ενημερωτικό χαρακτήρα. Πριν πάρετε οποιαδήποτε απόφαση για την υγεία σας, συμβουλευτείτε τον γιατρό σας. 

Συντάκτης: Ειρήνη Μακρινού
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου