Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι το να ‘χουμε εχθρούς δεν είναι απαραίτητα γεγονός αρνητικό; Όσο ανορθόδοξο κι αν ακούγεται αυτό το σκεπτικό, πατά σε μια λογική. Όχι, δεν τους αγιοποιούμε, ούτε βλέπουμε παντού αγάπη κι αγαθές προθέσεις. Φυσικά, οι εχθροί αντιπροσωπεύουν ανθρώπους τοξικούς. Άτομα που όχι απλώς δε μας συμπαθούν αλλά που χαίρονται με τις αποτυχίες μας και συχνά εύχονται γι’ αυτές. Πρόσωπα που, επειδή δεν ταυτιζόμαστε μαζί τους, επειδή δεν τα ακολουθούμε τυφλά και διαφωνούμε, δυσαρεστούνται τόσο που –αφού δεν ξέρουν πώς να μας διαχειριστούν– φροντίζουν να μην μπορούμε να συνυπάρξουμε μαζί τους. Ακόμα κι άνθρωποι που (με ή χωρίς λόγο) μας κοιτάνε με μισό μάτι, μας περιμένουν στη γωνία να μας κρίνουν και δε χάνουν ευκαιρία να δείξουν την υποτίμησή τους απέναντί μας.

Κι όλο αυτό, ναι, είναι απόλυτα δεκτό και σεβαστό, και δε θα ‘πρεπε να μας κακοφαίνεται, να μας σοκάρει ή να μας απογοητεύει. Αντίθετα, είναι υγιές και κάθε άνθρωπος θα έπρεπε να αισθάνεται μια χαρά, ακόμα κι αν έχει μια στρατιά από δηλωμένους εχθρούς, απ’ τη στιγμή που ο ίδιος είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του.

Κι αυτό όχι γιατί είμαστε τόσο ανώτεροι που αγαπάμε κι αγκαλιάζουμε τους εχθρούς μας, αλλά γιατί αναγνωρίζουμε πω είναι αδύνατο να αρέσουμε σ’ όλους, πόσο μάλλον να ταιριάζουμε με όλους. Πόσο ουτοπικό αλλά και βαρετό να συμπαθούσαμε κάθε άνθρωπο που γνωρίζαμε και συναναστρεφόμασταν. Στην πραγματική ζωή, είμαστε αναγκασμένοι να ερχόμαστε, καθημερινά, σε επαφή κι επικοινωνία με δεκάδες άτομα. Αυτό απαιτεί κι η φύση της εργασίας μας συνήθως, αλλά κι οι ρυθμοί της σημερινής ζωής, η συμμετοχή μας σε κοινωνικές εκδηλώσεις, δραστηριότητες, άθληση και διάφορα άλλα δρώμενα. Γνωρίζουμε κόσμο απ’ το γυμναστήριο ή από κοινές παρέες, φίλους φίλων, συναδέλφους, γείτονες, υπαλλήλους στα μαγαζιά που ψωνίζουμε, προσωπικό στα στέκια που αράζουμε. Πλάσματα φύσει κοινωνικά ανοίγουμε (χωρίς καν να το αποφασίσουμε) τον κύκλο μας στα πιο απίθανα μέρη.

Κι είναι πασιφανές ότι αποτελεί εξαιρετικό δύσκολο έργο να τα έχουμε (εξίσου) καλά με όλους. Κι αν έχουμε την ταμπέλα του καλού παιδιού, ακόμα και γι’ αυτούς που δε μας έχουν συναναστραφεί, αν δίνουμε σ’ όλους μια συγκαταβατική κι άχρωμη εντύπωση, μια ακραία προσαρμοστικότητα, μάλλον κάτι δεν κάνουμε καλά. Κάτι πήγε στραβά με μας, τις ανασφάλειές μας και την ανάγκη μας για εξωτερική αποδοχή κι επιβεβαίωση, και πρέπει να το διορθώσουμε άμεσα. Γιατί η ετικέτα αυτή δεν μπορεί να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Είναι τουλάχιστον ψέμα το να δηλώνουμε πως τα πηγαίνουμε καλά με όποιον άνθρωπο γνωρίζουμε κι η τραγική ειρωνεία μέσα σ’ όλη αυτή την υποκρισία είναι πως, τελικά, καταλήγουμε να μην τα πηγαίνουμε καλά με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Προφανώς κι έχουμε εχθρούς, ανθρώπους που δε μας συμπαθούν, που μας κακολογούν πίσω απ’ την πλάτη μας ή (στο καλό σενάριο) που μας βλέπουν κι αλλάζουν δρόμο, κι αυτό δεν είναι απώλεια για μας, δεν είναι κάτι που πρέπει να μας ρίχνει, ίσα-ίσα. Γιατί αυτός που μας «εχθρεύεται» δε σχεδιάζει –απαραίτητα– ένα σχέδιο εξόντωσής μας, απλά μας φθονεί. Κι η ζήλια, όπως και κάθε άλλο αρνητικό συναίσθημα πατά στον φόβο και την ανασφάλεια του άλλου. Η δυναμική προσωπικότητά μας ή η σκληρή κι αποδοτική δουλειά μας, κι άρα η επιτυχία μας, μοιάζει στον καθόλου σίγουρο για τον εαυτό του σαν απειλή, βάζοντας μπροστά τα προσωπικά του κόμπλεξ και κάνοντας ανώφελες συγκρίσεις, αρνείται να μας παραδεχτεί όποιο θετικό, γιατί αυτό θα τονίσει τα δικά του αρνητικά.

Η ύπαρξη εχθρών στη ζωή μας, επομένως, σημαίνει πως κάτι κάνουμε καλά. Ότι διαχειριστήκαμε ορθά τις καταστάσεις, ότι διεκδικήσαμε όνειρα, ότι πετύχαμε στόχους, και κυρίως ότι επιλέξαμε ποιοι είμαστε και ποιους θέλουμε δίπλα μας. Έχουμε κριτήρια, όρια και προσωπικότητα. Και με βάση αυτά, κάποιοι μας συμπαθούν, σε άλλους περνάμε αδιάφοροι κι ορισμένοι μας αντιπαθούν, ίσως γιατί τους θυμίζουμε αυτό που θα ήθελαν να είναι. Με κάποιους ταιριάζουμε, με άλλους κρατάμε αποστάσεις. Άλλοι μας θαυμάζουν κι άλλοι μας κράζουν.

Σε καμία, λοιπόν, περίπτωση δεν αξίζει να σκάμε γιατί συνειδητοποιήσαμε ότι κάποιος ή κάποιοι μας αντιπαθούν ή γιατί μάθαμε πως τις προάλλες μας κακολόγησαν σε γνωστούς. Πρέπει να τραβάμε μια νοητή γραμμή περιμετρικά απ’ τον εαυτό μας, και να αποκλείουμε απ’ αυτήν ανθρώπους ακατάλληλους για εμάς, εκείνους που δε μας ταιριάζουν και δε μας κατανοούν. Πρεσβεύουμε διαφορετική ηθική κι έτερες απόψεις.

Καλύτερα, λοιπόν, να έχεις κι εχθρούς, κάτι κάνεις καλά και σίγουρα έχεις διαμορφώσει άποψη και χαρακτήρα, παρά να περικλείεσαι μόνο από φίλους οι οποίοι θα αποδειχθούν στην πορεία κίβδηλοι. Μην ξεχνάς πως τα δέντρα που έχουν καρπούς πετροβολούν.

Συντάκτης: Ναταλία Καρά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη