Κάθε φορά που ακούω τη λέξη «γιαγιά», στα χείλη μου κρεμιέται το πιο ζεστό κι αγαπησιάρικο χαμόγελο. Γιατί η γιαγιά μας ήταν η πρώτη κολλητή που κάναμε στα πιο αθώα μας χρόνια. Τότε που κάναμε τα πρώτα βήματα στις ζαβολιές και την είχαμε είτε άλλοθι είτε συνένοχο. Μαζί της υπήρχε πάντα ένας άτυπος νόμος: Να μη μας κατσαδιάζει ό,τι κι αν κάνουμε. Για μαλώματα και πειθαρχεία είχαμε τους γονείς, εκείνη ήταν εκεί για να μας κακομαθαίνει.

Το πιο cool άτομο, που με τα χρόνια έγινε η κολλητή μας, δε θα μπορούσε να μην έχει και μια μικρή φασαριόζικη συμμορία πίσω του! Η κλίκα της περιλαμβάνει τις υπόλοιπες ακομπλεξάριστες γιαγιάδες της γειτονιάς. Τα απογεύματα θα τις χάζεψες κι εσύ να κάθονται σε κύκλο, ίσως σε πλαστικές καρέκλες στην αυλή, απολαμβάνοντας το ελληνικό καφεδάκι τους κι ανταλλάζοντας πληροφορίες και κουτσομπολιά.

Συζητάν με τις ώρες τι έκανε τα εγγόνια τους, τι ακούσανε στην τηλεόραση, τις εξελίξεις της αγαπημένης τους σαπουνόπερας, ποια φάρμακα τους έδωσε ο γιατρός και φυσικά παινεύονται σαν παγόνια για τις μαγειρικές τους ικανότητες, πάντα με τα ταπεράκια τους γεμάτα! Κι αυτή η υπέροχη συμμορία έχει μοναχά ένα σκοπό: Να σου μεταφέρει όλες τις γνώσεις και τη σοφία της. Γιατί όλες μαζί βάζουν τα γυαλιά στην google.

Με το που σε δουν θα σε σκανάρουν από πάνω μέχρι κάτω. Όχι για κακό. Για να δουν αν σε μάτιαξε κανείς και να κάνουν τα θαύματά τους με τις προσευχές και το λάδι. Και ποιος από μας δε ζήτησε απ’ τη γιαγιά του ή τις φίλες της να τον ξεματιάξει στον πρώτο πονοκέφαλο; Άμεσα κι αποτελεσματικά σου λένε πως έφυγε το μάτι και μπορείς να κοιμηθείς ήσυχος! Αν σε δουν να σκοτεινιάζεις, έστω κι απ’ την κούραση, δεν πρόκειται να σ’ αφήσουν να πας πουθενά αν δεν τους πεις με το νι και με το σίγμα τι έγινε. Σε στεναχώρησε το αίσθημα; Σου φέρθηκε σκάρτα μια φίλη; Δε σου πέτυχε η σπανακόπιτα; Ό,τι κι αν είναι εκείνες έχουν τη λύση.

Θα μοιραστούν τις ιστορίες της ζωής τους μαζί σου κι εσύ θα λησμονείς εκείνες τις εποχές που δεν είχες την τύχη να ζήσεις. Έρωτες και τρέλες, πίσω απ’ τις ρυτίδες τους κρύβεται ένα κορίτσι που δεν έχασε ποτέ τη λάμψη στα μάτια του και την όρεξη για ζωή κι επικοινωνία.

Κι αν σε δουν με το κινητό στο χέρι; Κούνια που σε κούναγε με τις συσκευές του διαβόλου! Γιατί αυτά τα πράγματα είναι τα μόνα που δε θέλουν να μάθουν. Δεν τους χρειάζονται. Προτιμούν μια καρέκλα στο πλάι τους, μια κουβέντα ειλικρινή όσο σε κοιτάνε στα μάτια, να σε αγγίζουν καθώς τους μιλάς. Αυτό έμαθαν κι αυτό θα κάνουν. Αυτή ήταν η χρυσή εποχή που έζησαν, όχι η δικιά μας η φασαριόζικη.

Πάντα περιποιημένες και στην πένα, με εκείνη την αρχοντιά τους, αν τους κάνεις ένα κομπλιμέντο για το μπλουζάκι που φοράνε ή για τον καλοχτενισμένο κότσο τους (κι ας έχει ένα κιλό λακ) θα σε λατρέψουν διπλά.

Κι ύστερα θα αρχίσουν τα προξενιά, θα σου δώσουν όλες τις αναλυτικές πληροφορίες για το αίσθημα που μένει λίγα στενά πιο κάτω και φαίνεται καλή περίπτωση. Αντιθέτως, θα σου πουν να ξεμπλέξεις γρήγορα από όποιον σε παιδεύει, δεν κάνει για σένα, εκείνες ξέρουν καλύτερα -αν είναι γειτονάκι μάλιστα, ακόμη και τι ώρα γυρίζει σπίτι τα βράδια.

Γιατί εκείνες ζουν για να μοιράζονται∙ πότε πληροφορίες, πότε συμβουλές και συνταγές και πότε όλη τους την αγάπη!

 

Συντάκτης: Χριστιάνα Παν
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη