

Η σαμπάνια, και ειδικά η ακριβή, είναι συνώνυμο και δείγμα πολυτέλειας και χλιδής. Συνοδεύει γκουρμέ γεύματα, λαμπερά πάρτι, προτάσεις γάμου, με μια δόση υπερβολής βέβαια. Αναπόφευκτα, χρησιμοποιείται για επίδειξη πλούτου από όσους μετρούν τα χρήματά τους με βάση πόσες και ποιες σαμπάνιες μπορούν να ανοίξουν, όχι για να τις απολαύσουν, αλλά για να τις περιλούσουν και να περιχύσουν διάφορους σε νυχτερινά κλαμπ, γιοτ ή επαύλεις.
Η ιστορία της σαμπάνιας ξεκινά τον 17ο αιώνα από την περιοχή Καμπανία της Γαλλίας, όταν ένας μοναχός, ο Ντομ Πιέρ Περινιόν μελέτησε και συστηματοποίησε την παραγωγή της και έδωσε το όνομά του, πολλά χρόνια μετά, στην ομώνυμη σαμπάνια. Έκτοτε, ο αφρώδης οίνος έγινε διάσημος ανά το παγκόσμιο για τη γεύση και τη μοναδικότητά του.
Η σαμπάνια έγινε ιδιαίτερα κοσμοπολίτικη κατά τον 18ο αιώνα, όταν οι ευγενείς και η πλούσιοι την καθιέρωσαν ως το ποτό που συνοδεύει κάθε ξεχωριστή περίσταση. Λίγα χρόνια μετά, η Γαλλία θα εξασφαλίσει την προστασία του προϊόντος ως Π.Ο.Π. και το ταξίδι της ξεκινά. Μέχρι σήμερα, η σαμπάνια έχει φανατικούς λάτρεις που πίνουν κρασί (pun intended) στο όνομά της και δε βάζουν στο στόμα τους κανένα άλλο ποτό.
Η ιστορία της σημαδεύτηκε, παραδόξως, από τρεις δραστήριες γυναίκες, Γαλλίδες και χήρες. Καθόλου εύκολο εγχείρημα για την εποχή, αν αναλογιστούμε ότι η νομοθεσία της εποχής απαγόρευε στις γυναίκες να έχουν επιχείρηση ή κατάστημα χωρίς την άδεια του συζύγου τους. Και οι συγκεκριμένες, σε μια μακάβρια συγκυρία, ευνοήθηκαν μέσα στην ατυχία τους, και λόγω της χηρείας τους απέκτησαν το δικαίωμα να διευθύνουν τα εργοστάσια παραγωγής σαμπάνιας.
1. Βarbe-Nicole Clicquot-Ponsardin
Η γυναίκα πίσω από τον μύθο, κατά την ομότιτλη πρόσφατη ταινία, που έμεινε χήρα στα 27 της και αντί αυτό να την καταβάλει, τής έδωσε δύναμη να επιβληθεί σε ένα αυστηρό, πατριαρχικό και ανδροκρατούμενο κόσμο. Αρχές του 19ου αιώνα, όταν χηρεύει πρόωρα, η Barbe, αναλαμβάνει τα ηνία του οικογενειακού οινοποιείου στη γαλλική πόλη Rems, κι έτσι ξεκινά η ανοδική πορεία του εργοστασίου. Εισάγει τη ροζέ και την πρώτη vintage σαμπάνια και προχωράει στις εξαγωγές σε Ρωσία και Αγγλία. Με όπλο της το πείσμα, τις καινοτόμες ιδέες της, καταφέρνει να εδραιωθεί σε μια δύσκολη αγορά και σύντομα να επεκταθεί και σε αγορές εκτός Ευρώπης. Με το στρατηγικό και εμπορικό της πνεύμα, καταρρίπτει τα στερεότυπα της εποχής που ήθελαν τις χήρες να θρηνούν στο σπίτι και βάζει το δικό της λιθαράκι αφενός στην καθιέρωση της οικογενειακής σαμπάνιας σε παγκόσμιο επίπεδο και αφετέρου στην έμπρακτη απόδειξη ότι οι γυναίκες είναι ικανές για οτιδήποτε, φτάνει να το πιστέψουν οι ίδιες.
2. Louise Pommery
Η χήρα του Alexandre Pommery το 1839, επιχειρηματία και συζύγου της, θα κληθεί να πάρει μια σημαντική απόφαση. Κλείνει οριστικά το εργοστάσιο βαμβακιού της οικογένειας, το οποίο παράπαιε, και επικεντρώνεται στην παραγωγή οίνου. Δημιουργεί, ή καλύτερα κτίζει, κάτω από τη γη κελάρια για τη φύλαξη του κρασιού, με τη βοήθεια ειδικών τεχνιτών και πετρωμάτων, φτιάχνοντας έτσι ένα μοναδικό μέρος για τη διατήρηση του κρασιού. Με την ιδανική θερμοκρασία και βάθος από τη γη, παράγεται η σαμπάνια που θα κατακτήσει τον κόσμο και θα κερδίσει τους αριστοκράτες της εποχής. Η Louise θα καινοτομήσει και σε άλλους τομείς: αλλάζει την ετικέτα στο μπουκάλι και ιδρύει ένα είδος Ταμείου Υγείας και Πρόνοιας για τους υπαλλήλους της. Η κηδεία της θα συγκεντρώσει 20.000 άτομα, τιμώντας έτσι την προσφορά της στη βιομηχανία της σαμπάνιας και την ώθηση που έδωσε στην πόλη τους
3. Lily Bollinger
Η Ελίζαμπεθ, όπως είναι το κανονικό της όνομα, θα μείνει χήρα στα 42 της και ούσα χωρίς παιδιά, θα αφοσιωθεί πλήρως στην οικογενειακή επιχείρηση της οικογένειας του συζύγου της. Μια πανέξυπνη, τολμηρή γυναίκα που στα μέσα του 20ου αιώνα συνειδητά αποφασίζει να συνεχίσει την παραγωγή σαμπάνιας. Και ανέλαβε τα ηνία, με την πλήρη έννοια της λέξης. Ανέβαινε στο ποδήλατο και πήγαινε στους αμπελώνες, μιλούσε η ίδια με τους εργάτες και χειριζόταν τα οικονομικά της εταιρίας. Κάποια στιγμή θεώρησε καλύτερο να έχει ως υπαλλήλους μέλη της οικογένειας γι’ αυτό και τα προσέλαβε. Για τα επόμενα 30 χρόνια, η Ελίζαμπεθ κατάφερε να συνδυάσει με επιτυχία τις μοντέρνες με τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής. H αποτελεσματικότητα αυτών των μεθόδων επιβεβαιώνεται από την απήχηση που έχει η σαμπάνια καθώς και από τις καινούργιες ποικιλίες που εισάγει στην αγορά. Παραμένει απλή και προσιτή εργοδότης, με πλούσιο φιλανθρωπικό και ανθρωπιστικό έργο, που προωθεί το έργο της μέχρι την Αμερική. Πιστεύει πραγματικά σ’ αυτό που κάνει και δε χάνει ευκαιρία να το εκθειάζει. Διοργανώνει wine tasting και επισκέψεις στο εργοστάσιό της για να γνωρίσουν όλοι τη σαμπάνια τους. Είναι αδιαμφισβήτητα, η «πρώτη κυρία της Γαλλίας», το 1961, σύμφωνα με τον αστικό μύθο.
Και οι τρεις γυναίκες έσπασαν τα ταμπού της εποχής και έδρασαν κόντρα στις πεποιθήσεις και περιορισμούς που επικρατούσαν. Αποδείχτηκαν εξαιρετικά καινοτόμες και πρωτοπόρες, τόσο που με τις ιδέες και το έργο τους καθόρισαν τον ρου της ιστορίας των επιχειρήσεών τους.
Την επόμενη φορά που θα σε κεράσουν ή θα παραγγείλεις ένα ποτήρι σαμπάνια, σήκωσέ και πιες στην υγειά τους! Το αξίζουν και με το παραπάνω για το εξαιρετικής ποιότητας ηδύποτο που κρατάς.