Έχετε ακούσει για εκείνους τους ανθρώπους που απ’  την πρώτη στιγμή σχεδόν δίνουν τα πάντα συναισθηματικά (κι ίσως όχι μόνο), φροντίζουν υπέρ του δέοντος το ταίρι τους και γενικώς όπου προβληματική κατάσταση –κι ενίοτε κι άτομο– εκείνοι από κοντά; Σε μια ελεύθερη μετάφραση, ειδικά το πρώτο σκέλος της υπερφροντίδας, πιθανότατα να μας είναι οικείο απ’ τους γονείς και τους παππούδες μας κι ούτω καθεξής και μάλλον δοσμένο κι ως έτοιμη τροφή στο άτιμο το υποσυνείδητό μας.

Οι περισσότεροι από μας έχουμε εικόνες μίας γιαγιάς και συζύγου που κύριο μέλημά της υπήρξε να ‘ναι όλα έτοιμα και περιποιημένα, έτσι ώστε να μην κουραστεί περαιτέρω ο σκληρά εργαζόμενος σύζυγος. Παλιότερα, βέβαια, όλα αυτά ήταν σχεδόν αυστηρά καθορισμένα σε ρόλους κι όσο βαθιά κι αν έχουμε εμποτιστεί από τέτοιου είδους πρότυπα, εικόνες έως και συμβουλές, υπάρχει πάντα μια λεπτή νοητή γραμμή, πέρα απ’ την οποία αυτή η επιλογή των ανθρώπων που συμπορευόμαστε κι η στάση μας απέναντί τους αφορά ξεκάθαρα εμάς και πηγάζει πλέον από δικές μας εσωτερικές ανάγκες κι επιθυμίες.

Ειδικότερα σήμερα που, ευτυχώς, όλα έχουν μπει σε νέες βάσεις κι η οποιαδήποτε συμπεριφορά δεν κρίνεται με βάση το φύλο αλλά τον άνθρωπο ή έστω, για να ‘μαστε πιο ειλικρινείς, έχουμε κάνει μεγάλα βήματα στο θέμα αυτό, κι ας έχουμε ακόμα δρόμο. Κι αλίμονο, άντρες-γυναίκες, επικοινωνούμε πλέον παραπάνω το συναίσθημά μας, κι έτσι αυτό το φαινόμενο και το σύνδρομο του «αγαπώ να φροντίζω», που έχει προεκτάσεις και παραλλαγές που τείνουν στο άπειρο, μπορούμε να το συναντήσουμε στον καθένα. Και φυσικά να διαγνωστεί ως τέτοιο όταν υπάρχει κι η ανάλογη επαναληψιμότητα.

Λένε πως ελκύουμε αυτό που πραγματικά επιθυμούμε. Κι αντίστοιχα ανθρώπους με χαρακτηριστικά που επιθυμούμε ή που μας καλύπτουν ανάγκες και πλευρές του εαυτού μας, προκειμένου να τις ολοκληρώσουν. Όταν, λοιπόν, το συναίσθημά μας, η αγάπη μας, γεννιέται για εκείνους που ‘χουν ανάγκη από φροντίδα, αυτό κάπου αντανακλά μέσα μας κάποια χορδή ευαίσθητη, την οποία ωστόσο δεν αντιλαμβανόμαστε πάντα.

Δεν είναι λίγες οι φορές που αναρωτιόμαστε γιατί συνέχεια συναντάμε ερωτικά ανθρώπους με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Γιατί πέφτουμε σε καταστάσεις δυσλειτουργικές που μας βγάζουν το λάδι και, πιθανότατα, γιατί δεν ήμασταν εμείς που φύγαμε από μια τέτοια σχέση παρά μέναμε στη βολή μας; Ουπς, μα πια βολή, αφού υποφέραμε τόσον καιρό;

Βόλεμα, άνθρωπέ μου. Είναι οικείο; Είναι ασφαλές! Ναι, στην αρχή αυτό το «σε έχω ερωτευτεί πολύ και κάνω τα πάντα για σένα (θες-δε θες) και προλαβαίνω τις επιθυμίες σου (ενίοτε και τις δημιουργώ) κι είμαι ο κυρίαρχος στη σχέση» μπορεί να ‘ναι ελκυστικό και να δημιουργεί κίνητρα. Μπορεί να ‘ναι κι εκτυφλωτικό όμως κι όχι πάντα καλώς, γιατί πίσω από ‘κει δεν μπορούμε να δούμε την πιθανή αδυναμία του άλλου να κάνει πράγματα για τον εαυτό του και να ‘ναι από μόνος του λειτουργικός. Ή μπορεί να κρυφτεί εύκολα η ανάγκη του αυτή τη φροντίδα και την προσοχή να την αποζητά μόνιμα και να την απομυζεί από παντού. Ή, το έσχατο, αυτή να ‘ναι μία απ’ τις ανάγκες που η δική μας συμπεριφορά έχει γεννήσει και δεν υπάρχει επιστροφή. Βέβαια, οτιδήποτε κι αν ισχύει από αυτά, εμείς αυτό γνωρίζουμε, αυτό προτιμάμε, αυτό αγαπάμε.

Γιατί όμως; Μια εύκολη αλλά μάλλον λίγο επιφανειακή απάντηση αφορά στα παραπάνω. Δεν αξιολογήσαμε σωστά τον άνθρωπό μας εξαρχής, ωστόσο τον αγαπήσαμε, βολευτήκαμε κιόλας και διατηρούμε τη σχέση. Επίσης είμαστε γενικά δοτικοί κι ευαίσθητοι χαρακτήρες που δεν τσιγκουνεύονται το συναίσθημα κι αυτό το δείχνουμε κι εμπράκτως, κι ας γκρινιάζουμε μόνιμα στον περίγυρό μας, αλλά και στο ίδιο το ταίρι μας, πως δε λαμβάνουμε την αντίστοιχη αγάπη και προσοχή, πως δε μας φροντίζει όσο κι όπως θα θέλαμε.

Κι εδώ, λοιπόν, είναι που θα γίνει η βουτιά προς τα μέσα. Φροντίζουμε και δείχνουμε την αγάπη μας στον άλλον ακριβώς στο μέγεθος και με τη μορφή που εμείς θα θέλαμε να την νιώσουμε από εκείνον. Μπαίνουμε σε ένα φαύλο κύκλο που κάνουμε πράγματα και χαρίζουμε συναίσθημα εμφανώς για να γίνουμε το παράδειγμα στη σχέση μας, περιμένοντας να ‘ρθει η στιγμή που και το άλλο πρόσωπο θα πράξει αντίστοιχα. Για να ζήσουμε όλα όσα έχουμε φαντασιωθεί ως ιδανικά σε ένα δεσμό, ακόμα κι αν είμαστε εμείς που θα αναλάβουμε το κομμάτι της υλοποίησής τους.

Και το ότι είμαστε εμείς που τα έχουμε όλα αναλάβει και προς τα έξω το χρησιμοποιούμε για να θυματοποιηθούμε ακόμα κι ενώπιον του εαυτού μας, δεν είναι τίποτα άλλο παρά στάχτη στα μάτια. Δεν είσαι το θύμα. Είσαι ο αρχηγός στη σχέση σου, ο καθοδηγητής και κάνοντας εσύ τα πάντα, έχεις τον έλεγχο. Αυτή η αίσθηση πως ο άλλος σε χρειάζεται για να επιβιώσει η σχέση απ’ τη μία είναι απογοητευτική, αλλά απ’ την άλλη άκρως δελεαστική. Ίσως σου χαρίζει κι ένα αίσθημα ανωτερότητας και πως είσαι ικανός να τα καταφέρνεις με τα δύσκολα.

Όλα αυτά, βέβαια, δε σχετίζονται με το πόσο αγαπάς τον άλλον, φυσικά τον αγαπάς, και σε όλες τις σχέσεις συναντάται μία μορφή λανθάνουσας ιδιοτέλειας. Το ζήτημα είναι αν αγαπάς εσένα και γιατί προκύπτει αυτή σου η ανάγκη να ‘χεις κοντά σου ανθρώπους  που χρειάζονται τη φροντίδα σου για να νιώσεις σημαντικός ή που πρέπει να δώσεις τα πάντα για να αξίζεις την προσοχή τους. Και, τελικά, έχεις αναρωτηθεί ποιος εξαρτάται από ποιον;

Συντάκτης: Ράνια Ρέτζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη