Νιώθεις ότι τρελαίνεσαι, ότι το μυαλό σου δε σου ανήκει και δεν ελέγχεται πια από σένα. Το σώμα σου τρέμει, το στήθος σου είναι βαρύ κι οι αναπνοές σου ακόμα πιο βαριές. Τις νύχτες δεν κοιμάσαι πια, κι αν καταφέρει να σε πάρει ο ύπνος, ξυπνάς στη μέση της νύχτας σαν αλαφιασμένο ελάφι, σαν να σε τράβηξαν απότομα από εφιάλτη, κοιτάς το άδειο σου κρεβάτι κι η καρδιά σου σφίγγεται.

Όταν στον έρωτα υπάρχει ανταπόκριση, βιώνεις κάτι μαγικό, ζεις σε μια άλλη διάσταση, στη δική σας χώρα των θαυμάτων. Τι συμβαίνει, όμως, όταν η αμοιβαιότητα παύει να υφίσταται ή όταν δεν ήταν εξαρχής αρκετή για να απογειώσει το συναίσθημα; Όταν τον έρωτα στον κόψουν απότομα, παρά τη θέλησή σου, όταν το τέλος δεν επέρχεται οργανικά, τότε πού πάει όλη αυτή η συσσωρευμένη ενέργεια;

Η ορμή που σαν στρόβιλος κάποτε σας τύλιγε, τι απογίνεται; Μήπως καταστρέφεται; Όχι, είναι μάλλον σαν την ενέργεια, που δεν καταστρέφεται, ούτε χάνεται, αλλά αλλάζει μορφή. Στην περίπτωση του έρωτα, όταν σου τον τερματίσουν απότομα, είτε ήταν μικρός σε διάρκεια είτε όχι, μετατρέπεται σε κάτι τοξικό, γίνεται εμμονή. Κι οι εμμονές δεν είναι υγιείς, είναι εθιστικές και τόσο εξαρτησιογόνες όσο κι οι ναρκωτικές ουσίες.

Όσο περισσότερο δεν το ‘χεις, τόσο περισσότερο το ζητά ο οργανισμός σου. Μπαίνει το μυαλό σε λούπες αχανείς όσο κι ο λαβύρινθος του Μινώταυρου. Με ύφος αγελάδας αποβλακώνεσαι σε φωτογραφίες σας, βίντεο που απαθανατίζουν μικρές δόσεις χαρούμενης ζωής -που ίσως δεν ήταν και δα τόσο σπουδαίες, αλλά στην απουσία όλα παίρνουν διαστάσεις ανάγκης.

Τι κι αν δεν πρόλαβε η ζωή να γίνει κοινή, τι κι αν δεν πρόλαβε το κινητό να φακελώσει τις στιγμές σε άλμπουμ; Καμία σημασία δεν έχει, γιατί κι η ιδέα του τι θα μπορούσε να ήταν, είναι τόσο δυνατή όσο και το «ήταν». Αυτά κάνει το μυαλό και σαν μολυσμένο από ιό κομπιούτερ, συγχέεται μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, ιδίως αν η φαντασία σου οργιάζει να φτιάχνει εικόνες, στιγμές και συναισθήματα που δεν υπάρχουν.

Καμία σημασία δεν παίζει η ανυπαρξία μπροστά στη θέληση να το ζήσεις. Αλήθεια, το έχεις βιώσει ποτέ; Να κοιμάσαι μόνος, αλλά πριν σβήσεις το αμπαζούρ να λες καληνύχτα στο μαξιλάρι σου, λες κι υπάρχει κάποιος εκεί; Τι κι αν είσαι μόνος, εσύ βλέπεις την καμπύλη στο κρεβάτι σου να σχηματίζεται και σε παρηγορείς με τη σκέψη πως πήγε για νερό κι έρχεται. Έπειτα, κλείνεις τα μάτια και δυο χέρια σε αγκαλιάζουν γλυκά μέχρι τον ύπνο.

Κι αν λες πως ένα άτομο που τα βίωσε αυτά είναι τρελό, είναι που δεν ξέρεις τι σημαίνει συναισθηματική εμμονή. Δεν ξέρεις τι σημαίνει να παρακαλάς να ξενερώσεις, να ξεκολλήσεις, να πας επιτέλους παρακάτω, να σταματήσεις να φτιάχνεις εικόνες και να ζεις μέσα σε αυτές. Σαν να σε τραβά κάποιος απ’ τον λαιμό και να σου λέει: «Πού πας; Όχι, εδώ θα μείνεις!». Μ’ ένα μυαλό παγιδευμένο στα παλιά, σε σενάρια υποθετικά κι ίσως πια ανέφικτα.

«Αλήθεια, γιατί τόση εμμονή;» με ρωτάς επίμονα και πραγματικά έχεις ανάγκη από μια απάντηση που να βγάζει νόημα, μια απάντηση που να σε ανακουφίσει, να σε κάνει να νιώσεις ότι δεν το ‘χεις χάσει. «Γιατί σε απέρριψε» σου απαντώ ειλικρινά μεν, σαν ψυχρός εκτελεστής δε. Τρεις λέξεις που έτσουξαν.

Έρευνες λένε ότι όταν κάποιος μας απορρίψει, η αντιληπτή του αξία ανεβαίνει. Τείνουμε να εξιδανικεύουμε το άτομο που μας απέρριψε, στα μάτια μας ανεβαίνει και συνεπώς η απώλειά του μας κάνει να νιώθουμε ότι χάσαμε κάτι πολύτιμο. Μπορεί στην πραγματικότητα το άτομο αυτό να μην είχε τόσο μεγάλο αντίκτυπο στη ζωή μας, ιδίως αν η εμμονή προέρχεται μετά από ένα σύντομο αίσθημα, ίσως ακόμα και μετά από φλερτ, παρ’ όλα αυτά στο μυαλό μας μπορεί να πάρει τεράστιες διαστάσεις.

«Τι ξέρουν κι αυτές οι έρευνες από έρωτα;» μου λες. Δεν έχεις άδικο. Η έννοια του έρωτα είναι ένα κράμα εκατομμυρίων συναισθημάτων και συμπεριφορών, τις οποίες η επιστήμη αρέσκεται να εξετάζει και να κατηγοριοποιεί, στην πραγματικότητα όμως παραμένει και θα συνεχίζει διαχρονικά να παραμένει έννοια ρευστή, ακανόνιστη κι ανοιχτή σε άπειρες προσπάθειες ορισμού.

Αν δεν εθιστείς, όμως, δε θα το καταλάβεις ποτέ.

Συντάκτης: Εύη Πηλαβάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη