Ονειροπόλοι. Εκείνοι που δεν ξεχωρίζουν τα ταξίδια στο μαξιλάρι, τα ταξίδια του μυαλού, με όσα στ’ αλήθεια ζουν. Είναι άραγε προτιμότερο να είσαι ένας τέτοιος άνθρωπος από το να είσαι απόλυτα προσγειωμένος στη γη και τα πόδια να στέκουν βαριά στυλωμένα στο «σήμερα»; Ποιος κερδίζει τελικά, όταν τα φώτα σβήσουν στο τέλος της ημέρας;

Όλοι έχουμε τρόπους να επιβιώνουμε. Ίσως η στάση ζωής μας, όποια κι αν είναι αυτή, να είναι η αυτοάμυνά μας. Αν με ρωτήσεις σε ποιο στρατόπεδο προτιμώ να βρίσκομαι, εγώ θα σου απαντήσω πως επιθυμώ εκείνο των αθεράπευτα ρομαντικών κι ονειροπόλων. Εκείνων που αντιμετωπίζουν τη ζωή με λυρισμό και δίνουν στην καθημερινότητα τον τόνο ευαισθησίας που της αξίζει. Και μπορεί να μην το καταφέρνω πάντα, όμως θα ήθελα να κατασκηνώσω εκεί, μόνιμα.

Διότι, πρόκειται για ανθρώπους οραματιστές. Η ζωή δεν τους δίνει όσα χρειάζονται κι εκείνοι προσπαθούν να τα κερδίσουν κάνοντας όνειρα και προσπαθώντας να τα φτάσουν. Μπορεί ίσως και να μείνουν λίγο παραπάνω στο μαξιλάρι τους κάθε πρωί, γιατί δε θέλουν να ξεχυθούν στους δρόμους ενός κόσμου μουντού και λιγάκι αδιάφορου στα δικά τους μάτια, όμως χτίζουν το τείχος προστασίας τους δημιουργώντας θετική ενέργεια. Φυσικά ο κόσμος στο μυαλό ενός ονειροπόλου είναι πολύχρωμος, σχεδόν μαγικός. Το χρήσιμο λοιπόν είναι αυτή η μαγεία να καταφέρει να περάσει στην πραγματικότητα.

Η αισιοδοξία είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό και προσόν του ονειροπόλου. Κάθε ένας τους, έχει την ιδιότητα να βλέπει το ποτήρι της ζωής μισογεμάτο. Ο οπτιμισμός, όμως, σε αντίθεση με τα παραπάνω, θα μπορούσε κανείς να πει πως διδάσκεται. Κανείς δε γεννιέται με αυτόν. Μεγαλώνει όμως μαζί του, αν υπάρχει στο σπίτι και στο περιβάλλον που ανθίζει κάθε καινούργια ζωή. Εάν αυτό το γνώρισμα έχει και μια μικρή  δόση ρεαλισμού, είναι μεγάλο όπλο στα χέρια του.

Ο ονειροπόλος μοιάζει με τον ερωτευμένο. Είναι παθιασμένος με καθετί γύρω του και δεν αφήνει τίποτε να τον προσγειώσει στη γη. Είναι εραστής της ίδιας της ζωής. Οι παγίδες πολλές και μεγαλύτερος εχθρός o κυνισμός. Όμως, η ελπίδα γεννιέται συνεχώς στο μυαλό κάθε ονειροπόλου, που δεν τον αφήνει να ξεπέσει. Αυτό είναι το μεγαλύτερο όπλο του απέναντι σε κάθε κατάσταση και σε κάθε αντίπαλο που προσπαθεί να τον λυγίσει. Με τη συμπεριφορά του αυτή καταφέρνει να κερδίσει τις εντυπώσεις και τη μάχη. Για κάθε στραβό που θα του δώσει η ζωή, εκείνος, ως ονειροπόλος, οφείλει να βρει τουλάχιστον ένα πράγμα που θα τον κάνει να χαμογελάσει. Και το μεγάλο στοίχημα θα είναι να καταφέρει και στους γύρω του, να προκαλέσει αυτό ακριβώς το εφέ.

Οι καλλιτέχνες, όποια τέχνη κι αν εξυπηρετούν, είναι συχνά τέτοιου ίδιους άτομα. Για να πετύχουν τον σκοπό τους πρέπει να ονειρεύονται με τα μάτια ανοιχτά και να συμπαρασέρνουν και το κοινό τους. Όταν μπορέσουν οι οπαδοί τους να δουν το όνειρο να παίρνει σάρκα κι οστά μέσα από την τέχνη τους, τότε έχουν πετύχει τον σκοπό τους.

Αν θες να ανήκεις σε αυτή την ομάδα, είναι απαραίτητο να αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο. Με το ένστικτο να πάρεις τη στροφή που θα σε οδηγήσει σε μια ζωή, που να θες να ζεις εσύ πρώτα απ’ όλα εκεί. Να πάψεις να φοβάσαι, γιατί δεν ταιριάζει ο φόβος σε αυτούς που θέλουν να δουν εκείνο το “κάτι” να αλλάζει. Να ερωτεύεσαι κάθε τι γύρω σου, να του δώσεις νόημα προσωπικό. Να ορμάς με φόρα στο νέο, φτάνει να ξέρεις ποια είναι τα όρια και ποιοι οι κανόνες του παιχνιδιού. Για να μπορείς μετά και να τους σπάσεις.

 

Συντάκτης: Ελένη Μανταδάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου