Το στιλ μας στο ντύσιμο είναι αυτό που μας κάνει να ξεχωρίζουμε. Είναι η ταυτότητά μας. Με το προσωπικό σου στιλ διαφοροποιείσαι ανάμεσα στους πολλούς, προσπαθείς να τονίσεις τη μοναδικότητά σου και, ιδανικά, να αρέσεις πρώτα σε εσένα και μετά στους άλλους.

Κατά καιρούς παρατηρούμε στον δρόμο, σε μια έξοδό μας, ανθρώπους να υιοθετούν την τελευταία τάση της μόδας και να ντύνονται σχεδόν πανομοιότυπα. Ίδιο ύφος μπλούζας, παντελονιού, παπουτσιών κι οτιδήποτε άλλο έχει να κάνει, ακόμα και με το τελευταίο κομμάτι ενδυμασίας κι αξεσουάρ που θα φορεθεί φέτος. Κάπως, όμως, σαν να κουράζει στο μάτι όλο αυτό. Πλήττεις με το να βλέπεις παντού το ίδιο πράγμα, έστω κι αν είναι φορεμένο κάπως αλλιώτικα. Θα το παρατήσεις και σε παρέες, ενώ στη χειρότερη περίπτωση όλων θα το εντοπίσεις ανάμεσα σε ένα ζευγάρι. Γιατί είναι αυτό το χειρότερο σενάριο; Η απάντηση θα έρθει σε λίγο. Πρώτα ας κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν.

Όταν ήμασταν παιδιά, περίπου μέχρι τα δέκα έτη μας, οι γονείς μας μάς αγόραζαν κατά καιρούς ίδιο μπλουζάκι σε διαφορετικό χρώμα από εκείνο του αδερφού μας ή της αδερφής μας για να τα ξεχωρίζουμε, αλλά κυρίως για να τα μοστράρουμε στο τραπέζι των φίλων τους που ‘θελαν να πάμε και να ‘μαστε χαριτωμένα, ασορτί ένα πράγμα. Αυτό το συναντούσαμε και στο σχολείο, όταν βλέπαμε δίδυμα ή άλλα βασανισμένα παιδιά σαν εμάς, που, θέλοντας και μη, έδειχναν ποσό δεμένα (ή για δέσιμο) ήταν.

Κι ας πούμε ότι αυτό εν μέρει δεν ήταν και τόσο άσχημο αλλά μια γλυκιά, ενίοτε κι αστεία, εικόνα. Έτσι, λοιπόν, όπως τα αδέρφια είχαν ασορτί εμφάνιση για να δηλώσουν την αγάπη τους, ότι τίποτα δεν τους χωρίζει, κάνοντάς το καμιά φορά κι ως ενήλικες, φτάσαμε ξαφνικά να παρατηρούμε ζευγάρια με ασορτί ντύσιμο για να δηλώσουν στους γύρω τους πόσο ταιριαστοί είναι.

Αποφασίζοντας οι δυο τους πού θα πάνε βόλτα και τι θα κάνουν απόψε, ανοίγουν μια μικρή (και καθόλου ανούσια για ‘κείνους) συζήτηση για το τι θα φορέσουν στη βραδινή έξοδο με την παρέα. Μερικοί περιγράφουν το ρούχο και το στέλνουν σε φωτογραφία στο αμόρε ενώ άλλοι βρίσκουν από κοινού τι θα φορέσουν ή πηγαίνουν συχνά μαζί στα μαγαζιά για να αγοράσουν αντίστοιχα κομμάτια. Θέλουν να ‘ναι το ζευγάρι που θα ξεχωρίζει κι από μακριά θα φωνάζει πως είναι μαζί σε όλα, ακόμα και στο ντύσιμο.

Από τη μια έχει μια άποψη αυτή η διαδικασία, να ‘χουν δηλαδή μια κοινή εικόνα, ώστε να μη νιώσει ο ένας αποκομμένος από τον άλλον αναφορικά με το ντύσιμο, αλλά από την άλλη χάνεις αυτό που σε κάνει να ξεχωρίζεις, την ταυτότητά σου, το στιλ σου, το ποιος είσαι. Αυτό όμως δεν είναι καν το χειρότερο: η αποκορύφωση είναι να θες επίτηδες να ‘σαι ασορτί με το ντύσιμο του συντρόφου σου με μοναδικό σκοπό να δείξεις πως είστε μαζί, πως σου ανήκει, πως είστε ρεζερβέ.

Η απορία είναι η εξής: Γιατί; Τι πιστεύετε ότι θα δείξετε με αυτό; Θεωρείτε ότι το να ντύνεστε σεταρισμένα θα καταστεί σαφές στα μάτια όλων ότι είστε μαζί, ταιριαστοί κι ερωτευμένοι; Νομίζεις ότι μια σχέση για να ‘ναι αρμονική πρέπει να ‘χει ασορτί γκαρνταρόμπες; Η ισορροπία και το ταίριασμα φαίνεται στην καθημερινότητα, στις αμοιβαίες υποχωρήσεις, στον σεβασμό. Φαίνεται μέσα απ’ τις πράξεις, ένα άγγιγμα, από ένα ερωτικό παθιασμένο φιλί και τα κρατημένα χέρια περπατώντας στον δρόμο. Όχι απ’ το τι φοράτε.

Το να διαλέγει κανείς μια ασορτί «στολή» είναι δείγμα ανασφάλειας και κτητικότητας, ανάγκη να ανήκει κάπου, μια εξάρτηση, σαν να μην έχει δικό του στιλ και μια απελπισία να ταιριάξει με το ντύσιμο του συντρόφου του, άρα να γίνει αποδεχτός από ‘κείνον. Δε βοηθάτε εσάς ως προσωπικότητες και στην πορεία επηρεάζεται κι ο χαρακτήρας σας ως ζευγάρι.

Είναι μόνο μια συμβουλή. Μην το κάνετε αυτό. Δεν είστε αδερφάκια, ούτε διδυμάκια. Είστε ζευγάρι.

Ακόμα κι αν ο ένας ντύθηκε στα μαύρα κι ο άλλος με όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου, πάλι μαζί είστε, δε χρειάζεται να το φωνάζει η αμφίεσή σας.

 

Συντάκτης: Χρύσα Αρώνη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη