B: Are you in love?

R: Out.

B: Out?

R: Out of her favor, where I am in love.

(Act 1, scene 1 from Romeo and Juliet written by William Shakespeare)

 

Ένα σπαρακτικό έργο του Σαίξπηρ που μίλησε αληθινά γι’ έναν ένδοξα άδοξο έρωτα· δύο νέοι που μονάχα στο έσχατο τέλος της ζωής τους μπόρεσαν να βρίσκονται πραγματικά μαζί κι όλο το κυνήγι της ευτυχίας τους ξεκίνησε με τη φράση του Ρωμαίου να παραδέχεται με θλίψη στον ξάδερφό του πως βρίσκεται «έξω από τον έρωτα» (;)! Ο ερωτοχτυπημένος ήρωας λοιπόν, κάτω από το εκτυφλωτικό φως της Βερόνας, πεπεισμένος πως η αγαπημένη του δεν αισθάνεται όσα εκείνος, υπήρξαμε ίσως κι εμείς κάποια στιγμή.

Να βρισκόμαστε εκτός της αγάπης ή του έρωτα φαίνεται εξαιρετικά τραγικό και ειρωνικό ταυτόχρονα· κατακλυζόμαστε από μία εσωτερική ορμή να βρισκόμαστε συνεχώς κοντά στον άλλον, να τον παρατηρούμε προσεκτικά, να ακολουθούμε τη σκέψη του -με μία κρυφή επιθυμία να την αποτελούμε κάποια στιγμή- και να χαθούμε μέσα στην καθημερινότητά του. Μα αυτό που λαχταρούμε περισσότερο από όλα είναι να του αποκαλυφτούμε ολοκληρωτικά, να εκφράσουμε όλες εκείνες τις λέξεις που στέκονται στα χείλη μας αλλά διστάζουν να αποκτήσουν μία υπόσταση και να τον κοιτάξουμε με ειλικρίνεια στα μάτια.

Παρ’ όλο που είμαστε ερωτευμένοι όμως, θα έλεγε κάποιος πως και την ίδια στιγμή δεν είμαστε. Ο έρωτας απαιτεί τον άλλον, επιβιώνει εξαιτίας της αμοιβαίας θεοποίησης, τρώει κάθε σπιθαμή λογικής και ποτέ δεν ικετεύει, αλλά παλεύει για να αρπάξει αυτό που ανήκει στον άλλον. Οπότε εάν δεν παραδώσουμε στον άλλον, έστω και την προσοχή μας, τι θα μπορέσει να κλέψει για να θρέψει τον έρωτά του;

Αυτό απαιτεί στρατηγική· παθιασμένοι από την επιθυμία, ωσάν σύγχρονοι Ρωμαίοι, όπως κι εκείνος, αυτό που μπορούμε να αδράξουμε και πασχίζουμε να σταματήσουμε, είναι ο χρόνος! Τα ρολόγια φαίνεται να σταματούν όταν βιώνουμε την ευφορία της καρδιάς, σχεδόν τίποτε άλλο δεν έχει σημασία παρά μόνο εκείνος ο άνθρωπος. Οι εποχές παύουν να εναλλάσσονται κι όλα διαδραματίζονται μέσα σε μια συμπυκνωμένη αιωνιότητα που κρατάμε στα χέρια μας.

Τη στιγμή εκείνη, που ο νεαρός παραδέχεται με απαισιοδοξία πως στέκεται «εκτός του έρωτα» αποφασίζει να παρερμηνεύσει τον έρωτά του και να τον μετατρέψει σε αγάπη. Αυτή απαιτεί δύο, συντελείται σε μια συνένωση δύο ακροτήτων που συναντώνται στο μέσον. Για να ήταν πέρα από τον έρωτα έπρεπε εκείνος να παύσει να τη συλλογίζεται με αυτόν τον τρόπο.

Σκοπίμως δεν αναφέρει τη φράση «in love» αφού για εκείνον, για να έχει τη δύναμη να παραδεχτεί πως ζει μέσα στον πυρήνα του έρωτα, στη φλεγόμενη καρδιά μίας άλλης ύπαρξης, θα έπρεπε κι εκείνη να συμμερίζεται τα συναισθήματά του. Εδώ έγκειται η πραγματική τραγική ειρωνεία της ζωής. Δύο άνθρωποι που αγαπιούνται μεταξύ τους να πιστεύουν πως είναι καταδικασμένοι να περιφέρονται γύρω από τον έρωτά τους, δίχως ποτέ να μπορούν να τον αγγίξουν, εκλαμβάνοντάς τον ως κάτι το απαγορευμένο και το μη επιτρεπτό. Παλεύοντας να καταλάβουν την υφιστάμενη κατάσταση και να ισορροπήσουν ανάμεσα στο «in» και «out» of love λησμονούν το ρήμα fall.

Πέφτουμε, βυθιζόμαστε βαθιά μέσα στη γη, κατακρημνιζόμαστε, ερχόμαστε σε επαφή με τα αρχέγονα στοιχεία της φύσης και κατεβαίνουμε από τον θρόνο του εαυτού μας. Πόσες φορές ο εγωισμός μας εμφανίστηκε ντυμένος Καπουλέτος για να μας προειδοποιήσει να μείνουμε μακριά από εκείνον που επιθυμούμε πραγματικά; Πόσες φορές δεν καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε τους φόβους μας που ήρθαν με πλούσια δώρα από τους Μοντέκους; Στεκόμενοι τώρα να σκεφτούμε τον λόγο που απαρνηθήκαμε έναν έρωτα, ίσως λυπηθούμε για μια ευκαιρία που χάσαμε ή μπορεί η κρίση μας να αποδείχθηκε εν τέλει σωστή. Εάν είχαμε την ευκαιρία μάλλον θα θέλαμε να γυρίσουμε τους δείκτες πίσω ή να προχωρήσουμε με τη χρονομηχανή μας στο μέλλον για να βεβαιωθούμε. Αυτός επομένως ο άγνωστος μας έκανε να αναρωτηθούμε για την ατμόσφαιρα του έρωτα, εκείνη δίχως το οξυγόνο, που μας εκτοξεύει στην εξώσφαιρα και πιστεύουμε πως βρισκόμαστε «έξω» από κάθε τι που μετράει πλέον για εμάς.

Λαμβάνοντας εγωιστικά υπόψη μας τον άλλον, θα λέγαμε πως ο έρωτας, ακόμα και μονόπλευρος, παραμένει έρωτας. Χανόμαστε στα δίχτυα του και κανείς δεν μπορεί να μας σώσει, παρά μόνο να μπλεχτεί περισσότερο μαζί μας, να περπατήσει κι εκείνος σε σκοτεινά σοκάκια όπου ποιητές θα μιλούν για χαμένους έρωτες και μουσικοί θα κουρδίζουν στενάχωρα μια ξεχαρβαλωμένη κιθάρα. Ο έρωτας μάς μετατρέπει σε κιβδηλοποιούς αναμνήσεων· πλάθουμε φαντασιακά σενάρια σε έναν νου που δεν έχει ζήσει τίποτα από αυτά, στρεβλώνουμε τις πεποιθήσεις μας, απαρνιόμαστε το «τώρα» σκεπτόμενοι ένα αύριο με εκατομμύρια ερωτηματικά να το περικυκλώνουν, λατρεύουμε έναν άνθρωπο κι αγνοούμε εάν η καρδιά του χτυπάει για εμάς.

Ίσως ποτέ δε θα μάθουμε αν η μεγαλύτερη τιμωρία που μπορεί να συμβεί σε έναν άνθρωπο είναι να βρίσκεται εκτός ή μέσα στον έρωτα, ίσως ποτέ δε θα καταλάβουμε και σε ποιο σημείο έγκειται η διαφορά τους κι ακόμη, ίσως ποτέ δε θα ακούσουμε κάποιον να παραδέχεται πως αντέχει να ζει πέρα από τον έρωτα. Σε όλα αυτά τα υποθετικά σενάρια που μας επισκέπτονται τα βράδια, κουβαλώντας πληγωμένα παρελθόντα, η επιλογή του ισχυρού αυτού συναισθήματος, πάνω από κάθε άλλον ενδοιασμό, θα μας αφήσει να γράψουμε τη δική μας ιστορία- ίσως με πιο αίσιο τέλος.

 

Πηγαίνετε τώρα· πρέπει να μιλήσετε γι’ αυτά τα λυπητερά γεγονότα

Κάποια θα συγχωρεθούν κι άλλα θα καταδικαστούν

Ποτέ όμως δε θα υπάρξει πιο λυπητερή ιστορία

Από εκείνη της Ιουλιέτας και του Ρωμαίου της.

 

~ The end ~

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου