Την πρώτη φορά εκνευρίζεσαι και λες «πάλι όσπρια; Αφού δε μου αρέσουν».  Λίγο καιρό μετά γυρνάς σπίτι από τη δουλειά και το μενού έχει και πάλι όσπρια, αλλά λόγω της κούρασης λες δεν πειράζει θα φάω λίγο.  Μέρες μετά σε πιάνει η λιγούρα μέχρι να ετοιμαστεί το φαγητό και το μόνο που υπάρχει στο ψυγείο είναι όσπρια που μείνανε από χθες. Ανοίγεις το ψυγείο, τα κοιτάς, κουνάς το κεφάλι, βγάζεις το πιάτο έξω και τρως την πρώτη πιρουνιά.  Δεν είναι και τόσο άσχημα τελικά αν πεθαίνεις της πείνας.  Δύο βδομάδες μετά πριν πας για ύπνο στέλνεις μήνυμα της μαμάς σου «μαμά για αύριο ετοίμασε μου φασόλια για να πάρω μαζί μου στη δουλειά».

Ψυχολόγοι λένε πως αν δοκιμάσεις το ίδιο φαγητό πολλές φορές ακόμη και αν δε σου αρέσει, θα καταλήξεις εν τέλει να το βρίσκεις νόστιμο.  Σίγουρα σε κάποια φάση της ζωής σας έτυχε να πρέπει να φάτε ένα φαγητό που ήσασταν σίγουροι πως δε σας αρέσει, αλλά στο τέλος το φάγατε και δε σας απασχολούσε το γεγονός ότι μέχρι πριν μισή ώρα δε ήταν στη λίστα με τα αγαπημένα σας φαγητά. Μήπως θα μπορούσε, λοιπόν, μία τέτοια θεωρία να εφαρμοστεί και γενικότερα στο πλαίσιο των σχέσεων; Δοκιμάζοντας δηλαδή κάτι ξανά και ξανά το οποίο αρχικά θεωρούσες ότι δε σου κάνει, μπορεί εν τέλει να βρεις ενδιαφέρον σε αυτό;

Κάποιες φορές όλα όσα μας απασχολούν και ό,τι ενδοιασμούς έχουμε, τα δημιουργούμε μόνοι μας στο μυαλό μας και τα μεγαλοποιούμε.  Ίσως το ίδιο να συμβαίνει και όταν γνωρίσουμε κάποιον και μας έχει σφηνωθεί στο μυαλό ότι δε μας γεμίζει το μάτι ή ότι δε μας έχει ενθουσιάσει και τόσο η ιδέα να βγούμε με αυτόν τον άνθρωπο ή να κάνουμε τον εαυτό μας εικόνα μαζί του.  Σε αυτή, λοιπόν, την ιδέα στηρίζω και συμφωνώ με τη θεωρία που προανέφερα.

Υπάρχουν άνθρωποι που δυσκολεύονται να ανοιχτούν σε μία νέα γνωριμία και χρειάζονται χρόνο για να νιώσουν άνετα και να δείξουν τον πραγματικό τους εαυτό. Άρα δεν είναι καθόλου παράλογο βγαίνοντας με κάποιον ένα ραντεβού να μην πάνε όλα όπως τα είχατε σχεδιάσει, αφού μπορεί η ατμόσφαιρα να μην ήταν κατάλληλη, να έχει περάσει μία δύσκολη μέρα και να νιώθει ένταση ή ακόμη να μην είναι τόσο εξοικειωμένος με την ιδέα των ραντεβού και να μη νιώθει άνετα εξαρχής. Συνεπώς πρόκειται για την περίπτωση που κάποιος μας αρέσει εμφανισιακά, αλλά βγαίνοντας μαζί του δεν περάσαμε τόσο ωραία όσο το είχαμε φανταστεί.

Εκεί είναι που δημιουργείται το δίλημμα αν αξίζει να βγούμε ξανά μαζί του ή το ξεχνάμε και προχωράμε λες και δεν γνωρίσαμε ποτέ αυτό το άτομο. Σε αυτό το σημείο οι απόψεις διίστανται μιας και μερικοί θα έδιναν ακόμη μία ευκαιρία και άλλοι θα πηγαίνανε στον επόμενο στόχο. Οι λόγοι για τους οποίους κάποιος δε θα έδινε άλλη ευκαιρία είναι είτε επειδή στην πραγματικότητα ενδιαφέρεται για κάποιο άλλο άτομο και απλώς είπε να δοκιμάσει κάτι νέο, είτε επειδή δε θέλει όντως να μπει σε κάτι καινούριο απλώς δεν είχε καλύτερο να κάνει είτε επειδή υποστηρίζει πως αν ένα φαγητό δε σου αρέσει όταν το δοκιμάσεις για πρώτη φορά δεν πρόκειται να επιχειρήσεις να το φας δεύτερη φορά.

Τις περισσότερες φορές βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα και να κρίνουμε ανθρώπους χωρίς να τους δώσουμε μία ευκαιρία να μας δείξουν ποιοι πραγματικά είναι και χωρίς να τους δώσουμε λίγο χρόνο μιας και υπάρχουν άνθρωποι που χρειάζονται χρόνο για να χαλαρώσουν.

Δεν μπορώ να κρίνω αν αυτό είναι λάθος ή σωστό, μιας και εγώ παραλίγο να πέσω σε αυτή τη παγίδα όταν με πλησίασε κάποιος και μου έδειξε το ενδιαφέρον του, αλλά επειδή το μυαλό μου ήταν αλλού -και μεταξύ μας δεν ήταν και τόσο του γούστου μου- ήμουν αρνητική από την αρχή και έλεγα και να μην ξαναστείλει και πως δε με ενδιαφέρει.  Να σας πω την αμαρτία μου όμως; Όταν μου έστειλε τη δεύτερη και την τρίτη μέρα μήνυμα άρχισε να μου τραβάει την προσοχή, γιατί με έκανε να χαμογελάω και μου ανέβαζε το ηθικό.  Δεν ξέρω την κατάληξη μιας και είναι πρόσφατο και ακόμη προσπαθώ να σκεφτώ τι πραγματικά θέλω, αλλά η ουσία είναι πως αν δεν ήμουν λιγάκι αισιόδοξη και έκοβα τη συζήτηση πριν καν αρχίσει χωρίς να δώσω χρόνο και ευκαιρία σε έναν άγνωστο που προσπαθούσε να γίνει γνωστός μου, δε θα είχα φανταστεί πως τελικά μπορεί να είναι και ενδιαφέρον άτομο.

Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι πως ακόμη και αν κάτι μας ξινίζει από την αρχή, καλό είναι προτού αποκλείσουμε όλες τις πιθανότητες να δώσουμε την ευκαιρία που απαιτείται και μετά τουλάχιστον θα μπορούμε να πούμε «δοκίμασα, αλλά δεν έβγαλε κάπου».  Ας αποκλείσουμε λίγο από τις ζωές μας τα «αν» και ας συμπεριλάβουμε τα «θα».  Καλύτερα να πούμε «θα δούμε τι θα γίνει» παρά να λέμε «δεν ξέρω τι θα γινόταν αν απαντούσα στο μήνυμα».

Συντάκτης: Ραφαήλια Πολυδώρου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.