Κούτες, προσεκτικά στοιβαγμένες στο δωμάτιο η μία πάνω στην άλλη και δύο μεγάλες βαλίτσες. Λίγες ώρες είχαν μείνει και σε λίγο το φορτηγό της μεταφορικής θα μετέφερε και τα τελευταία υπάρχοντα της Ελπίδας, για να τα πάει στο νέο της σπίτι. Εκεί όπου θα ζούσε με τον Διονύση.

Είχε πλέον τελειώσει με όλα ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Γιατί το παρελθόν είναι εχθρός ύπουλος και εμφανίζεται πάντα ξαφνικά. «Ελπίδα, το κουτί σου δεν θα το πάρεις;»

Κοίταξε την μητέρα της, που στεκόταν δίπλα της, κρατώντας στα χέρια της ένα ροζ μουσικό κουτί, δώρο του Κώστα, του μεγάλου αξεπέραστου έρωτά της.

Είναι ανεξήγητο, το γεγονός ότι το παρελθόν κάνει την εμφάνισή του σε ώρες που πραγματικά το έχεις ξεχάσει. Είμαστε και εμείς οι άνθρωποι επίμονοι και δειλοί. Αρνούμαστε να δεχτούμε το τέλος και προσπαθούμε να το κρατήσουμε μαζί μας, μέσα από δώρα, σημειώματα, αρκουδάκια, άδεια πακέτα τσιγάρων και μουσικά κουτιά.

Χωρίς να το αντιληφθούμε γινόμαστε ρακοσυλλέκτες άψυχων αναμνήσεων στην προσπάθεια μας να κρατήσουμε ζωντανές στιγμές, που έχουν από καιρό τελειώσει.

Έπιασε το κουτί στα χέρια της και το άνοιξε. Η μπαλαρίνα της άρχισε να στριφογυρνάει και να της χορεύει όπως ποτέ μέχρι τότε, προσπαθώντας με κάθε τρόπο να την πείσει να την πάρει μαζί της. Η μουσική ακουγόταν πιο μελωδική από ποτέ. Φλέρταρε μαζί της με ένα μαγικό τρόπο.

Η Ελπίδα ήθελε να χορέψει μαζί με την μπαλαρίνα της, να αφεθεί στη μουσική και χωρίς να το καταλάβει είχε γυρίσει χρόνια πίσω.

Αυτή η εμμονή μας να συνδέουμε αντικείμενα με γεγονότα και παρελθόν με παρόν δεν μπόρεσα ποτέ να την καταλάβω. Επιτρέπουμε στο παρελθόν μας να μας ακολουθεί μέσα από άψυχα αντικείμενα.

Για την Ελπίδα και την κάθε Ελπίδα, το να κρατά διάφορα αναμνηστικά μιας προηγούμενης σχέσης είναι γενικά αποδεκτό, στο πλαίσιο της διαδικασίας επούλωσης των συναισθηματικών τραυμάτων που προκάλεσε ο χωρισμός, λέει η ψυχολόγος Karen Sherman.

Αλλά όταν τα συναισθήματα έχουν πια καταλαγιάσει, είναι η ώρα που τα αναμνηστικά πρέπει να πεταχτούν. Το ροζ μουσικό κουτί δεν είχε πια καμιά θέση στη ζωή της Ελπίδας, όσο και εάν η μπαλαρίνα προσπαθούσε να την παρασύρει.

Έπρεπε να πεταχτεί στα σκουπίδια μαζί με όλα όσα σήμαινε για εκείνη. Άλλωστε τα αντικείμενα έχουν ζωή για όσο καιρό εμείς τα κρατάμε ζωντανά. Μετά γίνονται απλώς αντικείμενα χωρίς καμία αξία.

Οι ζωές δεν είναι για να μπλέκονται. Σου έτυχε ποτέ να βάλεις χρωματιστά ρούχα στο πλυντήριο και να σου βγουν ροζ και μετά να προσπαθείς να τα ξεβάψεις; Δεν ξεβάφαν όμως.

Πώς λοιπόν θα έμπλεκε τον Κώστα με τον Διονύση. Οι μεγάλες αγάπες δεν συστεγάζονται, απλώς ξεχνιούνται και αποθηκεύονται σε ένα κομμάτι της καρδιάς μας, όχι στο σπίτι μας.

Όλοι μας έχουμε ένα αντίστοιχο κουτί αναμνήσεων κλειδωμένο στο εικονικό υπόγειό μας, αλώβητο και ανέγγιχτο από όλους, το δικό μας μπαούλο που το ανοίγουμε μόνοι μας.

Κανένα ρόλο δεν έχει πια στη ζωή μας.

Όταν πάρουμε την απόφαση να προχωρήσουμε ένα βήμα παρακάτω, οφείλουμε να είμαστε απαλλαγμένοι πλήρως από προηγούμενες σχέσεις. Να ξεγυμνώνουμε την καρδιά μας μπροστά στον άνθρωπο που διαλέγουμε και να δεχόμαστε από εκείνον τις νέες εμπειρίες που θα μας προσφέρει.

Οι κλειδωμένοι άνθρωποι σε σχέσεις τελειωμένες δεν έχουν την δύναμη να αφεθούν σε κάτι άλλο. Μπερδεύονται στα κουβάρια των σκέψεων τους.

Είναι και κάποιοι άλλοι, οι λίγο πιο ρομαντικοί  που θα διαφωνήσουν μαζί μου. Θα πουν ότι η ζωή μας πρέπει να μένει στη μνήμη μας και πως το να πετάξεις ένα αντικείμενο που κάποτε για σένα σήμαινε κάτι, είναι προδοσία του ίδιου σου του εαυτού.

Οι υποστηρικτές όμως αυτής της θεωρίας δεν σκέφτονται την αντίστοιχη προδοσία που μπορεί να νιώσει ο άλλος άνθρωπος, όταν μέσα στα υπάρχοντά σου συναντήσει και τον πρώην. Διότι περί αυτού πρόκειται.

Τα περιττά των χαμένων εραστών δεν τα κρατάς χάρης αισθητικής αλλά χάριν συμβολισμού.

Τα αντικείμενα του παρελθόντος σου δεν έχουν καμία δικαιοδοσία στη ζωή σου, είναι τοξικά γιατί σε κάνουν να θυμάσαι όσα έχεις ξεχάσει.

Η Ελπίδα έδωσε το κουτί στη μητέρα της «όχι πέταξε το δεν θα το πάρω μαζί μου».

Συντάκτης: Πέννυ Πηττά