Συνήθως λένε πως οι μακροχρόνιες σχέσεις στηρίζονται στην ειλικρίνεια και την αλήθεια. Δε λέω, αλήθεια είναι, αλλά τι γίνεται όταν το συγκεκριμένο ρούχο αρχίζει να «ξεφτίζει»; Τι γίνεται όταν η βαρεμάρα αρχίζει να μπαίνει ανάμεσα στο ζευγάρι και να το φθείρει;

Σε μια τέτοια περίπτωση θα βρεθεί το θάρρος να μιλήσει το ζευγάρι και να βρει μια κοινή κι αποδεκτή λύση; Κι εκεί είναι που αρχίζει να χαλάει κάτι όμορφο που τόσα χρόνια είχε χτιστεί κι η αλήθεια είναι πως μπορεί να ‘γινε με μεγάλο κόπο και προσπάθεια.

Οι περισσότεροι, μάλιστα, θεωρούν την ανία σαν ένα συναίσθημα μικρής σημασίας που απλά θα πρέπει με κάποιον τρόπο να καταπολεμηθεί. Η χαμηλή προτεραιότητα που δίνεται στο εν λόγω συναίσθημα οφείλεται πρωτίστως στο γεγονός ότι αποτελεί ένα «χαμηλών τόνων» συναίσθημα που δεν έχει ιδιαίτερα προβληματικές συνέπειες για τη σχέση.

Στην πραγματικότητα, όμως, το συναίσθημα αυτό κουβαλάει ένα πολύ ιδιαίτερο μήνυμα. Το γεγονός ότι η κατάσταση την οποία βιώνουμε δεν έχει κάποιο νόημα και δε μας προσφέρει οποιοδήποτε κέρδος.

Οι περισσότεροι άνθρωποι συμφωνούν ότι η ανία μέσα σε μια σχέση είναι ένα συναίσθημα που θα πρέπει να μάθουμε να μεταφράζουμε. Αυτό που πρέπει πρώτα απ’ όλα να ξεκαθαρίσει με τον εαυτό του ένα άτομο που νιώθει ότι η σχέση του έχει ρουτινιάσει είναι μήπως απλά βιώνει μια φάση μετάβασης και καθημερινότητας που τον έχει κουράσει.

Αλλά πριν καταδικάσουμε μια σχέση σε βέβαιο χωρισμό, καλό είναι να σκεφτούμε μήπως αυτό που ‘χουμε βαρεθεί δεν είναι η ίδια η σχέση, αλλά μια προηγούμενη φάση που ζήσαμε κάποια στιγμή στη ζωή μας, την οποία, όμως, αναπολούμε αν και την έχουμε ξεπεράσει.

Μπορεί, σε κάποια φάση της ζωής μας, τα μπαρ, τα ξενύχτια, τα ταξίδια κι οι ατελείωτες ώρες καφέ με τους φίλους να ‘μοιαζαν παράδεισος. Ωστόσο, μεγαλώνοντας, αρκετές προτεραιότητες έχουν αλλάξει κι έχουμε αναθεωρήσει πολλές φορές ποιος είναι εκείνος ο τρόπος καλοπέρασης που μας γεμίζει.

Και το μόνο σίγουρο είναι πως εκείνες οι εποχές της μετάβασης, απ’ τη μία φάση στην άλλη, κουβαλάνε κι ένα συναίσθημα απώλειας κι ας ξέρουμε πως δεν είμαστε σε θέση, πλέον, να χαρούμε με τον τρόπο που το κάναμε στο παρελθόν.

Απ’ την άλλη, βέβαια, η βαρεμάρα έρχεται να επιβεβαιώσει τη συγκεκριμένη απώλεια, κάνοντάς μας πλέον ορατό το γεγονός πως δεν είμαστε έτοιμοι ακόμη να ξεπεράσουμε τη συγκεκριμένη φάση και να μεταβούμε εν μία νυκτί, απ’ τη μία πλευρά στην άλλη.

Αν, δηλαδή, νιώθουμε ότι η ένταση, το πάθος, το παιχνίδι κι η διαρκής επιβεβαίωση είναι για μας τα βασικά ζητούμενα από μια σχέση, ίσως θα ‘ταν καλή ιδέα να χωρίσουμε. Κάτι τέτοιο είναι πολύ φυσικό να συμβαίνει, ιδιαίτερα σε νεαρές ηλικίες που η βαθιά δέσμευση σε μια σχέση και το προχώρημά της δεν είναι ακόμα στην ατζέντα μας ή σε περίπτωση που παρά τ’ ότι τα χρόνια έχουν περάσει, δεν έχουμε καταφέρει να πετύχουμε την ωρίμανση που απαιτείται για μια σχέση μακροχρόνιας δέσμευσης.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, όμως, καλό είναι να προσπαθούμε περισσότερο να εντοπίσουμε τη ρίζα του προβλήματος. Δε φτάνει ν’ αρκεστούμε σε γνωστές στερεότυπες απαντήσεις, πως έχει περάσει ο καιρός κι ο κορεσμός που ήρθε στη σχέση είναι φυσιολογικός. Οι γενικεύσεις κι οι δικαιολογίες είναι το πρώτο πράγμα που θα πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε, μιας κι όχι μόνο θα μας οδηγήσουν σ’ αδιέξοδο, αλλά παράλληλα θα χρησιμεύσουν σαν παραπέτασμα πίσω απ’ το οποίο θα κρυφτούν οι πραγματικές δυσκολίες μας.

Το ν’ αποσπάμε την προσοχή μας απ’ αυτό που μας κάνει να βαριόμαστε θα μας δώσει μια εφήμερη ικανοποίηση, ενώ παράλληλα θα μας εμποδίσει ν’ ανακαλύψουμε τι ακριβώς συμβαίνει και ποιο είναι το βαθύτερο πρόβλημα που μας ενοχλεί.

Η βαρεμάρα έχει κάτι να μας πει! Ας την ακούσουμε προσεκτικά κι έχοντας τη θέληση θα φτάσουμε να τη νικήσουμε κι όχι να μας ισοπεδώσει εκείνη.

Επιμέλεια Κειμένου Κωνσταντίνου Δρόσου: Ιωάννα Κακούρη.

Συντάκτης: Κωνσταντίνος Δρόσος