«Καλή σου νύχτα, χίλιες φορές καλή σου νύχτα. Χίλιες φορές κακή χωρίς το φως σου. Καληνύχτα, καληνύχτα, τούτη η πίκρα του χωρισμού έχει μια γλύκα τόση που καληνύχτα θα σου λέω μέχρι να ξημερώσει» είχε γράψει κάποτε ο Σαίξπηρ στο έργο του Ρωμαίος και Ιουλιέτα, μια καταθλιπτική τραγωδία για δυο νεαρούς κατατρεγμένους εραστές που ο θάνατός τους τελικά συμβιβάζει τις διενέξεις μεταξύ των φεουδαρχικών οικογενειών τους.  

Αναρωτήθηκες κάποια στιγμή, διαβάζοντας το παραπάνω απόσπασμα, γιατί ο Σαίξπηρ δεν αφιέρωσε χρόνο, μελάνι και φαιά ουσία για να γράψει στίχους αφιερωμένους στην καλημέρα, αλλά έδωσε βάση στην καληνύχτα; Είναι απλό. Επειδή έχει άλλη δύναμη τελικά η καληνύχτα απ’ ότι η καλήμερα. Γιατί μέσω της καληνύχτας που σου λέει κανείς σου δηλώνει αυτομάτως ότι είσαι η τελευταία του σκέψη, ότι του λείπεις, ότι θα ήθελε να είστε αγκαλιά. Είναι σίγουρα ωραίο να ξυπνάς σε μια αγκαλιά, αλλά είναι ακόμη ωραιότερο να κοιμάσαι σε μία. 

Είναι λοιπόν, αυτή η καληνύχτα που έχουμε ανάγκη να ακούσουμε από ένα συγκεκριμένο στόμα ή να διαβάσουμε σε ένα μήνυμα για να κοιμηθούμε πιο ήρεμα. Σαν χάδι, σαν νανούρισμα, σαν ανάγκη που καίει, γδέρνει τα σωθικά μας και δε μας αφήνει σε ησυχία. Μια καληνύχτα που θέλουμε να μας πουν ή να πούμε λες και μας το χρωστάνε ή το χρωστάμε κάπου.

Δυστυχώς όμως, δεν είναι όλες οι καληνύχτες τέλειες και ιδανικές, όπως τις έχει πλάσει το κεφάλι μας. Υπάρχουν κι αυτές οι καληνύχτες οι φτωχές, οι καληνύχτες οι ζητιάνες που παρακαλάνε σκυφτές περιμένοντας ανταπόκριση. Οι καληνύχτες που λέγονται μόνο και μόνο για να πάρουν απάντηση, αλλά καταλήγουν μόνες τους χωρίς ουδεμία απήχηση. Όσο κι αν το παλέψεις. Οι καληνύχτες οι βαρετές, οι μονότονες, οι άσκοπες για κάποιους. Αυτές πονάνε περισσότερο, αυτές χαράσσονται στη θύμησή μας ανεξίτηλα και κάπου-κάπου μας ζητάνε εξηγήσεις που δεν μπορούμε να δώσουμε.

«Εδώ να μείνεις. Της καληνύχτας τα φιλιά μη μου τα δίνεις. Της καληνύχτας τα φιλιά δεν είναι δώρα. Της καληνύχτας τα φιλιά τι μου τα δίνεις;» είχες σιγοτραγουδήσει ένα βράδυ πάνω από τη φωνή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη. Και ξαφνικά μπερδεμένος με τους στίχους και τη μουσική του τραγουδιού στο μυαλό σου είχε έρθει η εικόνα ενός προσώπου και χιλιάδων αναμνήσεων. Δεν είναι δώρα τα φιλιά που σημαίνουν καληνύχτα. Μοιάζουν με δυσάρεστες κι απρόσμενες εκπλήξεις που προμηνύουν έναν προσωρινό χωρισμό, μέχρι την επόμενη συνάντηση.

Γιατί είναι αμαρτία να μην μπορούν να κοιμηθούν δυο ερωτευμένοι άνθρωποι αγκαλιά, να μην μπορούν να ανταλλάξουν αγκαλιασμένοι μια καληνύχτα. Όχι, δε χρειάζονται γλυκά κι ευχάριστα παραμύθια οι άνθρωποι το βράδυ για να κοιμηθούν. Μια σφιχτή αγκαλιά και μια καληνύχτα από τα χείλη με τα οποία είναι ερωτευμένοι χρειάζονται.

Η καληνύχτα δεν πρέπει να λέγεται δυνατά, σε καμία περίπτωση. Είναι λέξη που κάνει θόρυβο ήδη από μόνη της. Σαν το «σ’ αγαπώ» είναι κι αυτή. Ίσως και πιο ισχυρή. Γιατί μια καληνύχτα περιέχει μέσα της όλα εκείνα τα «σ’ αγαπώ» που δεν έχουμε τα κότσια να πούμε.

Γι’ αυτό λοιπόν να μην ξεχνάτε να λέτε και μια καληνύχτα πού και πού όταν το ζητάει η ψυχή σας. Γιατί οι άνθρωποι μπορεί να ξεχνάνε πολλά πράγματα, ποτέ όμως δε θα ξεχάσουν τον τελευταίο άνθρωπο με τον οποίο μίλησαν το βράδυ και τους καληνύχτισε.

Είναι μια τόσο απλή και μικρή λέξη που όμως κρύβει έναν τεράστιο κόσμο όμορφων συναισθημάτων μέσα της. Και να ξέρετε πως όλοι έχουμε υπάρξει η καληνύχτα κάποιου, κάποια στιγμή. Ένα βράδυ, κάποτε, κάποιος, μας την ψιθύρισε πάνω από το προσκεφάλι μας. Κι ας μην την ακούσαμε. Κι ας μην το μάθαμε ποτέ. 

 

Επιμέλεια Κειμένου Σεραφείμ Δέλλιου: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Σεραφείμ Δέλλιος