Πολλές οικογένειες πλέον έχουν μέλη στο εξωτερικό. Είτε επειδή σπουδάζουν, είτε επειδή δουλεύουν, είτε επειδή ζουν μόνιμα. Ευρώπη, Αμερική ή Αυστραλία· εκεί όπου το παρόν και το μέλλον φαντάζει πιο ευοίωνο. Δυστυχώς, όμως, κάποιες φορές λόγω ανελλιπών υποχρεώσεων, οικονομικών δυσχερειών ή εξαιτίας της μεγάλης χιλιομετρικής απόστασης, οι αγαπημένοι-«ξενιτεμένοι» μας δεν καταφέρνουν να μας επισκέπτονται συχνά. Κι όταν επιτέλους τους βλέπουμε είναι σίγουρα το γεγονός της χρονιάς.

Τέτοιες συναντήσεις γίνονται συνήθως καλοκαίρι. Γιατί ποιος ομογενής, μετανάστης ή φοιτητής μπορεί να αντισταθεί στο ελληνικό καλοκαίρι, στις θάλασσες με τα κρυστάλλινα νερά, τις χρυσές αμμουδιές και το λαχταριστό ελληνικό φαγητό σε στενοσόκακα ελληνικού νησιού ή παραλιακής πόλης; Μα κυρίως, ποιος μπορεί να αντισταθεί στο συναπάντημα της ελληνικής οικογένειας; Γιατί πάνω απ’ όλα αν είσαι μακριά απ’ την πατρίδα, σου λείπουν οι δικοί σου άνθρωποι περισσότερο. Το συναπάντημα αυτής της μεγάλης ελληνικής οικογένειας στο πατρικό σπίτι, στο χωριό. Εκεί· στον παππού και τη γιαγιά.

Όταν έρθει αυτή η μέρα που θα επιστρέψει ο θείος με τα ξαδέρφια σου από τη χώρα διαμονής τους, ξέρεις πως όλο το σόι βρίσκεται σε ετοιμότητα. Η γιαγιά βάζει τα καινούρια σεντόνια στο ξενώνα, φτιάχνει το αγαπημένο τους φαγητό και πίτα για τα εγγόνια της. Επιστρατεύει τον παππού να στρώσει τα τραπέζια, να καθαρίσει την αυλή και να μαζέψει τη λοιπή οικογένεια. Όταν, δε, αρχίζουν να καταφτάνουν οι «πρώτοι» της οικογένειας αρχίζει ο μικρός χαμούλης. Φιλιά, αγκαλιές, τα «πόσο μεγάλωσες εσύ» και το «πώς τα πήγες στο σχολείο» δίνουν και παίρνουν.

Και ξάφνου ακούγεται η κόρνα από το αμάξι, ήρθε ο μπαμπάς με τους αγαπημένους συγγενείς. Η γιαγιά τρέχει πρώτη να υποδεχτεί τα «ξενιτεμένα» μέλη της οικογένειας. Αρχίζει φυσικά το κλάμα, γιατί έκανε πάνω από ένα χρόνο να τα δει και σκουπίζει τα χέρια της στην ποδιά που φοράει μιας και μαγείρευε. Τα μικρά σου ξαδερφάκια χαμογελάνε από χαρά, αφού ήρθαν πλέον στο μέρος που μυρίζει παντού διακοπές· στην Ελλάδα. Χαμογελάς και ‘συ. Επιτέλους, βλέπεις το σόι μαζεμένο. Ξέρεις πως θα περάσετε μαγευτικά.

Αφού ανταλλάξετε τα δώρα σας, πίνετε έναν καφέ παρεούλα κάτω από τη λεμονιά του παππού, τα πιτσιρίκια απομακρύνονται για να παίξουν στο αδιέξοδο της δίπλα γειτονιάς κι άλλοι μαζεύονται στην κουζίνα για να ετοιμάσουν το φαγητό, αυτό που η ίδια η γιαγιά ετοίμαζε μέρες τώρα. Γιατί στην ελληνική οικογένεια είναι γνωστό πως στο κόψιμο της σαλάτας πρέπει να μπλεχτούν πάνω από 3 ζεύγη χεριών. Γιατί η ελληνική παράδοση λέει πως στην προετοιμασία του φαγητού θα ασχοληθούμε οπωσδήποτε ακόμα και αν το μισό φαγητό είναι από catering.

Τα μικρά ξαδέρφια της οικογένειας είναι κάπως ανήσυχα. Είναι που δε βλέπονται συχνά άλλωστε. Ποιος ξέρει πότε θα ειδωθούν ξανά; Θέλουν να απολαύσουν το τραπέζι, αλλά βιάζονται κιόλας να σηκωθούν από αυτό, να πάνε να παίξουν όλα μαζί.  Αν το σπίτι έχει και αυλή όντας στην ύπαιθρο ό,τι καλύτερο. Θα ξεχαστούν στο παιχνίδι. Μισά ελληνικά, μισά αγγλικά, λίγο με νοηματική, θα συνεννοηθούνε πάντως μία χαρά. 

Οι μεγάλοι πάλι της οικογένειας θα μείνουν στο τραπέζι να συζητούν, πώς πάνε οι σπουδές, πώς πάει η δουλειά του παιδιού που έφυγε στο εξωτερικό και έκανε οικογένεια εκεί, λόγω των αντικειμενικά καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και των περισσότερων ευκαιριών. Φυσικά θα υπάρξει και το πειραχτήρι της οικογένειας που δε θα χάσει χρόνο να τρολάρει τους νεοφερμένους. Εννοείται πως και αυτοί το απολαμβάνουν. Ξέρουν ότι όλα αυτά γίνονται από αγάπη. Άλλωστε πού να βρουν τόσα αγαπημένα πρόσωπα μαζεμένα σε ένα σπίτι, εκεί στα ξένα;

Θα πάρει αρκετή ώρα μέχρι να συνηθίσεις την παρουσία τους.  Άλλωστε πώς να συνηθίσεις τους συγγενείς που έρχονται μία στο τόσο, ίσως και μια φορά τον χρόνο από το εξωτερικό. Οι λίγες μέρες που θα τους έχεις κοντά σου δεν αρκούν για να τους πεις αυτά που θέλεις και να τους χορτάσεις. Πόσο μάλλον για τη γλυκιά επιμονή τη γιαγιάς που ρωτάει διαρκώς πότε θα είναι η μόνιμή τους επιστροφή, κι ενώ όλοι ξέρουν την απάντηση, μόνο και μόνο για να μη τη δουν λυπημένη αποφεύγουν να της απαντήσουν.

Ξέρεις πως θα κάνεις καιρό να τους δεις ξανά, γι’ αυτό απολαμβάνεις την κάθε στιγμή. Τη στρωματσάδα που σας έστρωσε η γιαγιά στην αυλή, τις κουβέντες που ακούς μέχρι να σε πάρει ο ύπνος και τις ιστορίες μιας πελώριας πόλης στο εξωτερικό. Το άλλο πρωί θα πάτε για μπάνιο ή για πεζοπορία. Θα ψήσετε ή θα πάτε βόλτα για παγωτό στην πλατεία του χωριού. Θα παίξετε τάβλι και θα φάτε μαζί γαλακτομπούρεκο. Αυτή η συγκατοίκηση άλλωστε σας δένει ακόμα πιο πολύ σαν οικογένεια. Έστω, τις 7 από τις 365 μέρες του χρόνου, ζείτε και πάλι σαν φαμίλια.

Δεν μπορείς να ξεχάσεις τα καλοκαίρια που σας επισκέπτονται. Γιατί ευωδιάζουν τον αέρα του χωριού με κάτι νέο. Γιατί νιώθεις ολοκλήρωση της οικογένειας, γιατί αισθάνεσαι τόσο κοντά τους. Μένουν όσο χρειάζεται για να πάρουν την απαραίτητη δόση της «ελληνικής οικογένειας». 

Η συγκέντρωση μιας ολόκληρης οικογένειας που έχει μοιραστεί σε κάθε γωνιά του πλανήτη αποτελεί μια πανέμορφη στιγμή για όλα τα μέλη της. Σίγουρα η σκέψη ότι θα φύγουν πάλι κάποιοι συγγενείς και θα πάρουν τον δρόμο τους δεν είναι και η πιο ευχάριστη. Όμως πρέπει να απολαμβάνουμε αυτές τις στιγμές όσο τις ζούμε με τα αγαπημένα μας πρόσωπα και να περιμένουμε με ανυπομονησία μέχρι να ξαναέρθουν την επόμενη φορά!

Συντάκτης: Νικολίνα Ανδριάνα Χριστοφόρου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα