Πάντα μια ιστορία που έληξε πριν την ώρα της με αμέτρητα «γιατί» θα ταλαιπωρεί τους ανθρώπους. Θα τη θυμούνται μέσ’ από τραγούδια, από ταινίες, από βιβλία και στιχάκια που διακωμωδούν τους ερωτευμένους σε τέτοιες περιπτώσεις. Μέσα από μια ιστορία που έχει τελειώσει χωρίς να τελειώσει, εξελίσσεσαι, ωριμάζεις, μαθαίνεις πως η ζωή κυλάει και μαζί της κι εσύ. Όμως, πάνω στη ροή της, φέρνει κι επανασυνδέσεις και δεν τις είχες καθόλου υπολογίσει.

Κάπως έτσι, σε μια τέτοια χρονική στιγμή στη ζωή σου, τότε που θα νιώθεις την εξέλιξη και θ’ απολαμβάνεις έναν διαφορετικό ρυθμό της καθημερινότητάς σου, είναι που θα έρθει εκείνη η παρουσία από το παρελθόν. Στην αρχή με μια δειλή προσέγγιση κι έπειτα πιο επιθετική και ξεκάθαρη, μέχρι να μην μπορείς να την αγνοήσεις. Οι προβληματισμοί θα επανέλθουν στην επιφάνεια, οι στιγμές, οι εικόνες και τα συναισθήματα θα απασχολήσουν ξανά το μυαλό. Τα παλιά θα γίνουν και πάλι νέα χωρίς να υπολογίζουν και πολύ αυτό στην ουσία θέλεις: να τα βάλεις ξανά πίσω από εκεί που ήρθαν, δηλαδή, στο ντουλάπι με τις αναμνήσεις.

Είναι λογικό να σε ψάξουν όταν θα έχεις προχωρήσει. Γιατί θα μοιάζεις με δυνατό φως που διαχέεται στο δωμάτιο κι εκείνοι με μικρά μυγάκια που σαν υπνωτισμένα πάνε και πέφτουν πάνω του. Έτσι ακριβώς είσαι κι εσύ, όταν έχεις αγαπήσει εσένα, όταν κάνεις πράγματα που σε εκφράζουν και ζεις την κάθε σου στιγμή όπως εσύ την ονειρεύεσαι. Τότε είναι που κατά κανόνα επιστρέφει εκείνη η παρουσία και σε διεκδικεί. Όσο, εσύ κρατάς απόσταση, η προσπάθεια να σε πλησιάσουν θα ενισχύεται, αφού πια θα μοιάζεις με τρόπαιο. Θα ξέρουν και πια θα νιώθουν πως σε έχασαν κι αυτός ακριβώς θα είναι κι ο λόγος που θα σε θέλουν πίσω.

 

 

Μπορεί ν’ αντισταθείς, μπορεί να παραμείνεις θεατής. Μπορεί να θυμώσεις για όλες εκείνες τις φορές που ευχήθηκες να καταλάβουν και να εκτιμήσουν όσα ζούσατε όσο τα ζούσατε, πριν διαλυθείς εσύ σε χίλια κομμάτια. Όμως τότε, δεν τους ήταν αρκετό και ξέρεις πως αυτό είναι καθαρή απληστία και σίγουρα, η όποια προσπάθειά τους, έχει καθυστερήσει. Ποιο το νόημα να προσπαθήσεις;

Κι όμως, μπορεί να θελήσεις να δώσεις το παρόν και να συναντήσεις αυτόν τον άνθρωπο, το μυγάκι σου και διεκδικητή της προσοχής σου. Θα τον αφήσεις απέναντί σου, να πάρει θέση κι ύφος μεταμέλειας και να σου μιλήσει. Θ’ αφεθείς ν’ ακούσεις όλα τα όμορφα λόγια που θα σου περιγράψει. Θα ακούσεις προσεκτικά να λέει πως δε σ’ εκτίμησε σωστά, πως δεν είχε ορθή σκέψη, πως χάθηκε και μπερδεύτηκε κι έκανε λάθη, πως δεν κατάφερε να διακρίνει τη θέση σου στη ζωή του. Κι ίσως, μέσα σε όλες αυτές τις υπερβολές να συμβαίνει και μια ειλικρινής προσπάθεια για επανασύνδεση- να το καταλαβαίνεις και να το νιώθεις. Δεν μπορεί κανείς άλλωστε να διαγράψει όλα όσα συνέβησαν και το γεγονός ότι νιώσατε, δεθήκατε, ποντάρατε ο ένας στον άλλον. Όμως εκείνα τα συναισθήματα που ξεκίνησαν με τις καλύτερες προδιαγραφές, έγιναν πόνος -απίστευτος δικός σου πόνος- και τελικά έκαναν τον κύκλο τους. Δε θες να γυρίσεις σε μια κατάσταση που έκανες τόσο καιρό κι άλλαξες τόσα πολλά μέσα σου για να ξεπεράσεις, αλλά δε θες εσύ να είσαι ο άνθρωπος που τώρα θα το τελειώσει έτσι απλά.

«Αν ήσουν στη θέση μου, τι απάντηση θα σου έδινες;»

Χωρίς πολλές κουβέντες, η σιωπή θα είναι αυτή που θ’ ακολουθήσει, ή κάποια μισόλογα που δε θα μπορούν ν’ αντιστρέψουν, να ισοπεδώσουν και να διαψεύσουν την ερώτησή σου. Κι όλα τα παραπάνω, θα είναι υπεραρκετά για να τελειώνει η ιστορία. Θα πιεις τον καφέ σου, θα χαρίσεις ένα όμορφο χαμόγελο και θα εξαφανιστείς. Δεν υπάρχει κάτι άλλο να κάνεις, δεν υπάρχει κάτι άλλο να δεις. Είναι μια κατάσταση που έχει κάνει τον κύκλο της, πράγμα που εξακρίβωσες μόλις με την ερώτησή σου. Μια ερώτηση που δεν μπόρεσε ν’ απαντηθεί, γιατί η αλήθεια παραήταν σκληρή τελικά.

 

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου