Έχεις αναρωτηθεί ποτέ τι είναι αυτό που κάνει κάποιους ανθρώπους να ανταποκρίνονται στις δυσκολίες που παρουσιάζονται στο δρόμο τους καλύτερα ή χειρότερα από άλλους; Έχεις απορήσει ποτέ με το πώς ορισμένα άτομα κυκλοφορούν σε αυτόν τον κόσμο λες και δεν τους συμβαίνει τίποτα, ενώ στους ώμους τους κουβαλούν τεράστιους σταυρούς που ούτε στα όνειρά σου δε θα μπορούσες να σηκώσεις;

Η Ψυχική Ανθεκτικότητα είναι ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο της Ψυχολογίας. Πρόκειται για τη διαδικασία που ακολουθεί ένας άνθρωπος στην προσπάθειά του να αντεπεξέλθει και να διαχειριστεί  τυχόν αναποδιές ή δύσκολες καταστάσεις που βρίσκει αναπάντεχα μπροστά του. Οι σύγχρονοι επιστήμονες ακόμα αναρωτιούνται αν οι άνθρωποι γεννιούνται ψυχικά ανθεκτικοί -σε διαφορετικούς βαθμούς ο καθένας- ή αν αυτό είναι κάτι που καλλιεργείται μεγαλώνοντας, καταλήγοντας όμως πως μάλλον η αλήθεια κρύβεται σε ένα συνδυασμό των δύο αυτών θεωριών: Όλοι μπορούμε να διαχειριστούμε τα πάντα, αρκεί να εξασκήσουμε αυτή μας τη δεξιότητα.

Σε αυτήν τη ζωή είναι πέρα για πέρα σημαντικό να προσέχουμε για να έχουμε και σε αυτήν εδώ την περίπτωση, αυτό που καλούμαστε να προσέξουμε για να αποκτήσουμε είναι η ψυχική μας υγεία. Σε έναν κόσμο που μας βομβαρδίζει με προβλήματα παρά με λύσεις, με ένα ατελείωτο άγχος να μας κατακλύζει και με υποχρεώσεις που μοιάζουν περισσότερο με Λερναίες Ύδρες, τα όπλα που έχουμε στη φαρέτρα μας για να μην αποτρελαθούμε χρήζουν της αδιάλειπτης προσοχής και φροντίδας μας.

Ένα από αυτά, για το οποίο θα μιλήσουμε αρκετά σήμερα, μιας και είναι το πιο προσιτό σε όλους μας, είναι το reframing. Reframing σημαίνει αναπλαισίωση και αφορά στις αρνητικές καταστάσεις που συναντούμε.

Η αλληγορία του νομίσματος, που πάντοτε έχει δύο όψεις -μια θετική και μια αρνητική- αποτελεί θεμέλιο αυτής της θεωρίας, η οποία μας παροτρύνει να μετατρέψουμε οτιδήποτε αρνητικό σε κάτι θετικό. Το άγχος μας, για παράδειγμα, που πολλές φορές νιώθουμε να μας πνίγει, μπορούμε -με αρκετή αυτοπειθαρχία και θέληση- να το μεταβάλλουμε σε δημιουργικό και να το χρησιμοποιήσουμε για να ευεργετηθούμε, παρά για να ναυαγήσουμε.

Κατανοώ φυσικά, πως η θεωρία με την πράξη απέχει έτη φωτός. Κι αυτό ιδιαίτερα μέχρι να έρθει η στιγμή της εφαρμογής, που πάντοτε έπεται το στάδιο της κατανόησης.

Κάθε κατάσταση που μας τρομάζει, που μας αγχώνει, που μας λυπεί ή που μας δημιουργεί τέλος πάντων συναισθήματα άσχημα, δεν κρατά την ευθύνη αυτών μας των συναισθημάτων. Εμείς είμαστε αυτοί που δίνουμε τόση αξία σε ό,τι μας συμβαίνει, έτσι ώστε να του επιτρέπουμε να μας καταβάλλει, να μας κατακτά και να μας υποτάσσει.

Όταν, για παράδειγμα, πείθουμε τον εαυτό μας πως το να μιλήσουμε στο πρόσωπο που μας αρέσει είναι στρεσογόνο, τότε υποβάλουμε τον εαυτό μας σε αυτόν τον ψυχισμό. Η πεποίθησή μας είναι αυτή που μας υπαγορεύει το πώς θα νιώσουμε, όχι η κατάσταση που βιώνουμε. Αν καταφέρουμε να αλλάξουμε τη σκέψη μας λοιπόν, αναπλαισιώνοντάς την σε μια πιο υγιή και θετική, τότε ολόκληρη η διάθεσή μας θα αλλάξει και τότε θα έχουμε καταφέρει να ξεπεράσουμε επιτυχώς τα αρνητικά συναισθήματα που τόσο μας βάραιναν στο παρελθόν.

Σε αυτό το σημείο βέβαια, αξίζει να σημειωθεί το εξής. Το να βλέπουμε ό,τι μας συμβαίνει πιο θετικά, καταφέρνοντας έτσι να το διαχειριστούμε καλύτερα, δε σημαίνει πως το να βιώνουμε αρνητικά συναισθήματα είναι κακό. Εάν μιλούσαμε για μια ζωή χωρίς προβλήματα ή άσχημες σκέψεις, θα μιλούσαμε για μια ουτοπία. Το θέμα μας είναι το να μην επιτρέπουμε στις συγκυρίες να μας καθιστούν έρμαιά τους, το να είμαστε ανώτεροι των καταστάσεων και να μη ζημιωνόμαστε κάθε φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με κάτι που δεν είχαμε προβλέψει ή κάτι που δεν μπορούμε να ελέγξουμε.

Κι επειδή όταν κάποιος παλεύει μονίμως με τα κύματα, σκοπός του είναι να φτάσει επιτέλους στη στεριά, με άλλα λόγια να αλλάξει το περιβάλλον του, το πρώτο βήμα για να αποφέρουν καρπούς όλα αυτά που συζητούμε σήμερα είναι αυτό: το να φροντίσουμε το περιβάλλον μας να μη μας δημιουργεί παραπάνω προβλήματα από αυτά που χρειαζόμαστε. Οι άνθρωποι που δεν ταιριάζουν με τον τρόπο ζωής μας και οι συνθήκες ζωής που ίσως κρύβουν προβλήματα, είναι πολύ εύκολο να διακριθούν όταν δεν τις βιώνουμε. Όταν όμως πρόκειται για τη δική μας ζωή τότε ο εντοπισμός και η αποβολή τους είναι ό,τι πιο δύσκολο.

Γι’ αυτό, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε για αρχή είναι να ξεκαθαρίσουμε -ακόμα και σε ένα κομμάτι χαρτί αν αυτό μας βοηθάει- ποιοι άνθρωποι και ποιες συνθήκες στη ζωή μας κάνουν καλό και ποιες όχι. Ποια κλαδιά πρέπει να κόψουμε και ποια πρέπει να κρατήσουμε, για να μπορέσουμε, τελικά, να ευδοκιμήσουμε κάτω από οποιοδήποτε κλήμα.

Κι εδώ έρχεται το πιο κραυγαλέο παράδειγμα του reframing που αναλύσαμε νωρίτερα. Το να αποχωριστούμε ό,τι μας βαραίνει, ενώ το έχουμε συνηθίσει και ίσως το αγαπούμε ακόμα, είναι δύσκολο. Μπορεί να μας πονέσει στην αρχή, μπορεί ίσως και να νιώσουμε ότι μας τσακίζει. Τότε, όμως, πρέπει να καταφέρουμε να το δούμε από την άλλη του πλευρά, τη θετική, που μας λέει πως μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προοδεύσουμε και να εξελιχτούμε, φτάνοντας στο επίπεδο που θέλουμε -ή κι ακόμα παραπάνω.

Μπορούμε να το κάνουμε; Ναι, μπορούμε.

Συντάκτης: Ελευθερία Αντωνοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη