Σου είναι οικείο εκείνο το συναίσθημα, όταν ξεκινάς μια καινούρια δουλειά κι όλα είναι ενδιαφέροντα κι υπέροχα; Καινούρια πρόσωπα και γνωριμίες, καινούριες δοκιμασίες κι όλα φαίνονται φανταστικά. Ενθουσιάζεσαι και κάνεις τα πάντα για να αποδείξεις στους συναδέλφους και στους ανωτέρους σου πως είσαι αντάξιος των προσδοκιών τους, με την κάθε ευκαιρία που θα βρεθεί μπροστά σου. Δε σε νοιάζει να κάτσεις μια και δυο ώρες παραπάνω ή είσαι διαθέσιμος να δουλέψεις ακόμα και το σαββατοκύριακο.

Χωρίς να το καταλαβαίνεις, μπαίνεις σε ένα καζάνι που σιγοβράζει και δεν ξέρεις πότε θα καείς. Μέρα με τη μέρα πηγαίνεις με λιγότερη όρεξη στη δουλειά και κουράζεσαι όλο και πιο εύκολα. Δε νιώθεις το ίδιο παραγωγικός και σου φταίνε όλα κι όλοι γύρω σου.

Μέχρι που, ξαφνικά, μια μέρα ξυπνάς και δεν έχεις ούτε την ενέργεια, πόσο μάλλον τη διάθεση, να σηκωθείς. Το ξυπνητήρι συνεχώς στην αναβολή όπως κι η ενέργειά σου για δουλειά, που εν τέλει, κάποια στιγμή, απενεργοποιείται εντελώς.

Αυτή, λοιπόν, η πάθηση, που διακωμωδούμε συνήθως λέγοντας «το έκαψα από την πολλή δουλειά», αποτελεί πλέον επίσημη ιατρική διάγνωση και μόνο αστείο δεν είναι. Ονομάζεται “burnout syndrome” κι είναι ένα ψυχολογικό σύνδρομο που αναδύεται σαν παρατεταμένη απάντηση στο χρόνιο άγχος στα επαγγελματικά, κι έχει ως αποτέλεσμα την αφόρητη εξάντληση, σημάδια κυνισμού (γίνεται κάποιος αναιδής, εγωιστικός κλπ), την απομάκρυνσή μας απ’ το αντικείμενό μας, την αίσθηση αναποτελεσματικότητας και την έλλειψη ολοκλήρωσης.

Η διάγνωση αυτή περιορίζεται στο περιβάλλον εργασίας και μόνο, όχι στην υπόλοιπη ζωή κάποιου. Δεν πηγάζει από τις διαταραχές προσαρμογής και διάθεσης του ατόμου, ούτε από τις κρίσεις άγχους που ίσως αντιμετωπίζει κάποιος. Χτίζεται με τον καιρό και φυσικά εν καιρώ έντονης επαγγελματικής απασχόλησης.

Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην εξάντληση που νιώθει κάποιος μετά από μια πολύ απαιτητική μέρα, γεμάτη άγχη και προκλήσεις, από την ακατάπαυστη και συνεχή κόπωση. Δεν είναι απλά υπερβολικό στρες και πέρα από την απλή κούραση της δουλειάς, το άτομο που υποφέρει από το «σύνδρομο του καψίματος» νιώθει συνεχώς εξαντλημένο, πιστεύει πως αυτό που κάνει δεν του δεν αποφέρει το παραμικρό αποτέλεσμα, ή έχει λοξές και συχνά απαισιόδοξες αντιλήψεις, είτε για τον ίδιο τον εαυτό του είτε για τους γύρω του.

Μάλιστα, υπάρχουν τρεις κατηγορίες της νόσου αυτής. Το ατομικό επίπεδο όπου προέρχεται απ’ την υπερβολικά αρνητική αυτοδιάθεσή μας, το διαπροσωπικό επίπεδο όπου προέρχεται απ’ τις σχέσεις με τους υπόλοιπους στη δουλειά (είτε με τον εργοδότη είτε με τους συνεργάτες μας) και το οργανωτικό επίπεδο όπου έχει να κάνει με την αναντιστοιχία του ατόμου με τη δουλειά του. Η νευρικότητα, η τελειομανία κι η υπερβολικά αυτοκριτική φύση του ατόμου οδηγεί στο πρώτο, ενώ ένας επιθετικός κι άδικος εργοδότης αλλά κι οι τοξικοί ίσως συνεργάτες μπορούν να προκαλέσουν τα δυο τελευταία.

Μπορεί κάποιος να καταλάβει πως πάσχει απ’ τη νόσο αυτή, όταν υπάρχει αυξημένη ευπάθεια κι ευαισθησία σε κρυολογήματα και γρίπες, ναυτίες, και πονοκεφάλους. Σημάδια είναι, επίσης, η κούραση που νιώθει κάποιος ακόμα κι όταν έχει κοιμηθεί αρκετές ώρες, το ότι κινείται πιο αργά απ’ ό,τι συνήθως και του παίρνει περισσότερη ώρα να ετοιμαστεί και να φύγει απ’ το σπίτι, καθώς κι ότι για τις μικροεργασίες καταναλώνεται περισσότερη ενέργεια απ’ όση έχει να διαθέσει και σκιάζεται στην ιδέα του τι θα ακολουθήσει σήμερα ή αύριο.

Φυσικά, όλα αντιμετωπίζονται, όταν υπάρχει θέληση, φυσικά. Τι να κάνεις, λοιπόν, αν πάσχεις απ’ το “burnout syndrome”; Αρχικά δούλευε έξυπνα κι όχι παραπάνω απ’ όσο πραγματικά χρειάζεται. Ξεκίνα να φτιάχνεις μια λίστα με αυτά που έχεις να κάνεις μέσα στη μέρα ή και την εβδομάδα. Κάτι σαν πρόγραμμα, δηλαδή, ώστε να τα προλαβαίνεις όλα, χωρίς να αγχώνεσαι με το τι άλλο έχεις να κάνεις, να παίρνει συνεχώς αναβολή και να φορτώνεσαι όλο και περισσότερα, στην ουσία, αργότερα.

Όταν τελειώνεις με τη δουλειά, να αποσυνδέεσαι απ’ αυτήν για το υπόλοιπο της ημέρας. Μην τσεκάρεις συνεχώς τα μέιλ σου και καλό θα ήταν να αφήνεις το κινητό σπίτι, όταν βγαίνεις με την παρέα ή το αμόρε σου. Κι αν έχεις δυσκολία με το να σε πάρει ο ύπνος, λόγω υπερέντασης, απόφευγε οποιαδήποτε οθόνη, είτε λάπτοπ είτε κινητού, για τουλάχιστον δύο ώρες πριν πέσεις για ύπνο. Ελάττωνε στο ελάχιστο τις επιδρομές στα social media, εκτός κι αν μανατζάρεις κάποιο από αυτά. Διάβαζε αντ’ αυτού μια εφημερίδα ή ένα βιβλίο και μάλιστα προτίμα βιβλία που βελτιώνουν την παραγωγικότητά σου.

Δούλευε λιγότερο. Τα ρεπό κι οι άδειες γι’ αυτό υπάρχουν. Άνθρωποι είμαστε, δεν είμαστε προγραμματισμένοι να δουλεύουμε υπό υψηλή πίεση –είτε σωματική είτε ψυχική– για πολύ και συνεχόμενα. Κάνε ένα διάλειμμα μια στο τόσο. Βρες έναν χώρο εργασίας όπου θα υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική σου ζωή. Και κυρίως που να σου αρέσει.

Και τέλος: Χαλάρωνε! Φρόντισε να κοιμάσαι νωρίς, να αθλείσαι, να ασχολείσαι στη δουλειά με ό,τι έχει προτεραιότητα κι όχι με –ας το πούμε– αγγαρείες. Ασχολήσου με το δικό σου προσωπικό πρότζεκτ-όνειρο, που έχεις ίσως αφήσει στην άκρη λόγω καθημερινής πίεσης. Αφιέρωνε ουσιαστικό και ποιοτικό χρόνο σε αγαπημένα πρόσωπα και την οικογένειά σου.

Η ζωή είναι μικρή για να καιγόμαστε στη δουλειά και να μένουμε εκεί χωρίς βήμα παραπέρα.

 

Συντάκτης: Μαρία Εφρεμίδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη