Σχέσεις, ένας άλυτος γρίφος, μια μαθηματική εξίσωση με άγνωστο αριθμό μεταβλητών. Ακούμε συχνά ότι μια υγιής σχέση είναι μια σχέση με όρια. Όρια, μια δυσνόητη λέξη στην πράξη· τι είναι, άραγε, τα όρια; Τα όρια είναι ουσιαστικά οι κόκκινες γραμμές μας, το τι μας ενοχλεί και τι όχι, το τι είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε ή όχι. Τα όρια προσδίδουν ισορροπία σε μια σχέση, όμως πολλές φορές παραβιάζονται ή ξεφεύγουν. Υπάρχει μια πολύ λεπτή γραμμή ανάμεσα στο «θέτω όρια στη σχέση μου» και στο «θέλω να έχω τον έλεγχο για καθετί που συμβαίνει». Μια πολύ λεπτή γραμμή που συχνά ξεπερνάμε.

Μπορεί να είναι δύσκολο να ορίσουμε τα προσωπικά μας όρια όταν βρισκόμαστε σε μια σχέση και κυρίως άβολο όταν βρισκόμαστε στην αρχή της. Η οριοθέτηση, όμως, παραμένει εξαιρετικά σημαντική γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος που συνειδητά επιθυμεί να καταπιέζεται και να παραβιάζεται, από κανέναν, πόσω μάλλον από τον άνθρωπό του. Ορίζοντας τα υγιή όρια, θα λέγαμε ότι αυτά έχουν ως προτεραιότητα τις δικές μας ανάγκες, ευθύνες και χρόνο. Δεν πρέπει να μεταφέρουμε τις δικές μας ανάγκες κι απαιτήσεις στον σύντροφό μας και σίγουρα, δεν πρέπει να νιώθουμε ενοχές όταν έχουμε την ανάγκη να πάρουμε αποστάσεις απέναντι σε κάποια κατάσταση ή συμπεριφορά.

Και πώς θα γίνει αυτό; Αρχικά, ο σύντροφός μας δεν μπορεί να υποθέσει ότι κάτι μάς ενοχλεί αν εμείς οι ίδιοι δε μιλήσουμε γι’ αυτό. Και καλύτερα, αυτό, να γίνει στην αρχή της σχέσης. Για παράδειγμα, αν νιώθουμε άβολα όταν το ταίρι μας μοιράζεται προσωπικές πληροφορίες της ζωής μας με τους φίλους του, είναι καλό να το αναφέρουμε με σαφήνεια και να εξηγήσουμε ότι το θεωρούμε παραβίαση. Αν, ομοίως, αισθανόμαστε ότι το να μας αφήνει 3 μέρες στο διαβάστηκε μας στρεσάρει τόσο που βάζουμε με τον νου μας τέρατα, είναι χρήσιμο να αποφασίσουμε από κοινού το είδος της επικοινωνίας που θα έχουμε. Κάθε άνθρωπος έχει σίγουρα τα δικά του μέτρα και σταθμά στα πράγματα γύρω του και δεν μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο ότι ο σύντροφός μας ταυτίζεται μαζί μας σε όλα. Έτσι, κάτι που εσύ θεωρούμε αδιανόητο, για τη σχέση μας μπορεί να είναι αυτονόητο. Αντί να καλλιεργούμε, λοιπόν, μια συνθήκη που θα δεχόμαστε ό,τι δε μας καλύπτει, ξεμπλέκουμε το νήμα από νωρίς.

Η αλήθεια είναι, όμως, ότι υπάρχει όριο στον καθορισμό των ορίων, ειδικά εκείνων που δεν αφορούν δικές μας προσωπικές κόκκινες γραμμές, αλλά σκοπό έχουν να υποδείξουν μια ταυτότητα στη σχέση μας, και να πατρονάρουν το ταίρι μας. Υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν (συνειδητά ή όχι) να έχουν τον πλήρη έλεγχο στη σχέση τους κι όχι να θέσουν υγιή όρια με στόχο την ισορροπία και την από κοινού χαρά κι άνεση. Άνθρωποι με τέτοια συμπεριφορά, θα σου υποδείξουν ακριβώς και με λεπτομέρειες τι μπορείς και τι δεν μπορείς να κανείς, τι μπορείς να φοράς και τι όχι ή να σε χειραγωγήσουν με πιο διακριτικές μεθόδους όπως η ενοχοποίηση, το gaslighting και η κτητικότητα. Ένας ελεγκτικός σύντροφος, μπορεί να χρησιμοποιήσει τη θυματοποίηση ώστε να σε πείσει για κάτι στο οποίο είσαι αρνητικός, θέλοντας να περάσει μια κόκκινη γραμμή σου, βαφτίζοντάς την γκρι. Προσπαθεί να σου δημιουργήσει ενοχές, -το γνωστό guilt-tripping- ενώ όταν αυτό αποτύχει, μπορεί να γίνει περισσότερο έντονος, ακραίος, ως και βίαιος.

Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι να μην μπορείς να θυμηθείς την τελευταία φορά που πήρες μια πρωτοβουλία. Αν ο σύντροφός σου έχει τον έλεγχο όλων των αποφάσεων μέσα στη σχέση, από το πού θα φάτε μέχρι πού θα ταξιδέψετε ή ακόμη και τον έλεγχο σε προσωπικές αποφάσεις όπως ποιοι θα είναι οι φίλοι σου, σε επαγγελματικές κινήσεις σου, ή στα οικονομικά σας, τότε δε θέτει σίγουρα υγιή όρια. Ένα ακόμη σημάδι είναι το έντονο ξέσπασμα σε μια διαφωνία σας, ή η ακραία ζήλια, η επιτακτική απαγόρευση και ο περιορισμός σχετικά με το με ποιον να κάνεις παρέα, ή το τι ώρα πρέπει να γυρίσεις, να φας να κοιμηθείς. Κι αν το τελευταίο σου ακούγεται ακραίο σκέψου μόνο αν έχεις έρθει ποτέ αντιμέτωπος με τη φράση «δε θα κοιμηθείς/ φύγεις/ αν δεν το λύσουμε».

Η κοινωνική απομόνωση, θεωρώ προσωπικά, ότι είναι το πιο ανησυχητικό σημάδι ελεγκτικής συμπεριφοράς. Η σκέψη πίσω από την τακτική ελέγχου αυτή, είναι αρκετά ξεκάθαρη και ακραία, και στηρίζεται στο ότι αν απομονωθείς από τους υπόλοιπους, θα έχεις ανάγκη «εμένα και μόνο». Και δεν αναφερόμαστε σε περιπτώσεις προσωπικής επιλογής, αλλά σε περιπτώσεις εξαναγκασμού. Αν, λοιπόν, ο σύντροφός σου επιδιώκει συνεχώς να σε απομονώσει από τους φίλους σου ή την οικογένειά σου, τότε τα πράγματα είναι σοβαρά, διότι με την απομόνωση από τους υπόλοιπους, επιδιώκει την εξάρτησή σου από αυτό τον ίδιο.

Ο σεβασμός στην ιδιωτική ζωή και στα όριά μας αλλά και στου συντρόφου μας είναι απαραίτητο συστατικό για μια σχέση. Η αλήθεια είναι ότι παράβαση ορίων μπορεί να συμβεί σε όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις είτε ερωτικές, είτε φιλικές. Ακόμη κι εμείς οι ίδιοι, μπορεί να γινόμαστε ελεγκτικοί άθελά μας απέναντι στους γύρω μας. Το να έχουμε προσωπικά όρια δε μας κάνει εγωιστές, όμως. Ο κάθε ένας από εμάς έχει άλλες εμπειρίες και βιώματα κι είναι θεμιτό κι αναγκαίο να εξηγούμε πως μέχρι εκεί πάμε κι όχι παραπέρα.

Η αντίδραση σε περιπτώσεις παραβίασης ορίων είναι ανάλογη του ελέγχου που μας ασκείται. Αν συνειδητοποιήσουμε ότι βρισκόμαστε σε μια σχέση ελέγχου, ας ζητήσουμε βοήθεια. Αν θεωρούμε ότι ο σύντροφός μας είναι ανοιχτός στο να αλλάξει συμπεριφορά (και προφανώς δεν υπάρχει κακοποίηση) ας εξηγήσουμε τι νιώθουμε και πώς μας επηρεάζει. Σίγουρα, όμως, ας μη θυσιάσουμε τον εαυτό μας για χάρη ενός έρωτα, όσο δυνατό; κι αν είναι.

Συντάκτης: Γεωργία Καλίτση
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου