Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info @ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

Εξομολογείται η Κ. στον Δ.

 

Δεν ξέρω γιατί, αλλά σήμερα είχα μια ακατανίκητη ανάγκη να σε δω, να σε ακούσω. Κι η φωνή σου, πόσο τη λάτρεψα αυτή τη φωνή.

Σε ερωτεύτηκα πριν ακόμα σε δω, εκείνη τη στιγμή που σε άκουσα να χαιρετάς την υπόλοιπη παρέα. Σε ερωτεύτηκα χωρίς να ξέρω τίποτα για σένα κι ορκίστηκα ότι θα αφεθώ να παρασυρθώ. Σε ένα άγνωστο που παρέσυρε και τους δυο μας μέχρι που μας διέλυσε.

Εγώ Αθήνα ,εσύ Θεσσαλονίκη. Κανείς δεν πίστευε ότι θα τα καταφέρουμε κι όμως εμείς το ξέραμε ότι μπορούμε. Λένε πως όταν συναντάς τον μοναδικό το νιώθεις. Κι αυτό ήσουν για μένα, ο μοναδικός μου. Ο άντρας μου. Θυμάσαι; Έτσι σε έλεγα. Και όταν με έλεγες «γυναίκα σου», τι ευτυχία ήταν αυτή.

Η αγκαλιά σου ήταν φτιαγμένη ακριβώς στα μέτρα του δικού μου κορμιού και τα χείλη μου εφάπτονταν απόλυτα μόνο με τα δικά σου. Αν μου ζητούσαν ποτέ να ορίσω το απόλυτο μόνο μέσα από όσα έζησα μαζί σου θα μπορούσα να το κάνω.

Θυμάμαι κάθε στιγμή μας. Και δεν ξέρω αν θέλω να θυμάμαι, γιατί κάθε φορά με πιάνουν τα κλάματα. Είναι αστείο αν σκεφτείς ότι εσύ έλεγες πως δε θέλεις να με βλέπεις να κλαίω. Αλλά τώρα πια λείπεις. Τα δάκρυα τρέχουν κι εσύ δεν υπάρχεις πια στη ζωή μου. Δεν ξέρω το γιατί ούτε το ποιος έφταιξε. Ποτέ δε μου έδωσες να το καταλάβω. Απλά απ’ τη μια στιγμή στην άλλη τελειώσαμε.

Από όλες τις στιγμές μας, επιστρέφει στο μυαλό μου συνέχεια μια. Εγώ κι εσύ στο σταθμό των τρένων. Είχε έρθει η στιγμή που έπρεπε να γυρίσω πίσω. Όσο κι αν προσπαθούσα να είμαι δυνατή δεν μπορούσα. Σου χαμογελούσα παρέα με κάτι δάκρυα. Με πήρες αγκαλιά, με κοίταξες με αυτά τα μάτια που τόσο λάτρεψα και μου είπες «Μην κλαις, κοριτσάκι μου, σ’ αγαπάω και δε θέλω να κλαις, υποσχέσου μου ότι δε θα κλαις». Μια υπόσχεση που σου έδωσα, αλλά δεν μπόρεσα να τηρήσω ποτέ.

Σε αγάπησα, γαμώτο, τόσο πολύ που τρομάζω. Τρομάζω γιατί δεν κράτησα κι ένα «σ’ αγαπώ» καβάτζα για μένα. Τρομάζω γιατί εσύ έφυγες κι εμένα δε μου έμεινε κανένα «σ’ αγαπώ» να δώσω σε κάποιον που όντως το αξίζει. Γιατί κακά τα ψέματα, μωρό μου, εσύ δεν το άξιζες. Αλλιώς θα ήσουν εδώ. Θα ήσουν εδώ να ζήσουμε όσα ψιθυρίζαμε ο ένας στον άλλον αγκαλιά. Και δε θα έψαχνα αλλού όσα ονειρεύτηκα μαζί σου.

Μερικές φορές σκέφτομαι ότι όσα μου έλεγες ήταν ψέματα. Τα «σ’ αγαπώ» σου, τα σχέδια για το μέλλον, όλες αυτές οι φορές που ορκιζόσουν ότι δε θα σε χάσω κάθε φορά που οι ανασφάλειες τρύπωναν μέσα μου. Κι όμως χάθηκες, δε σε έχασα. Σε κράτησα με όλη μου τη δύναμη, σου έδωσα μέχρι και το τελευταίο κομμάτι της καρδιάς μου. Και δεν ήταν αρκετά για να μείνεις. Τίποτα δε φάνηκε αρκετό για σένα, μωρό μου, κι εγώ στέρεψα απ’ την προσπάθεια.

Έβαλα λίγο κρασί για να συνεχίσω γιατί σήμερα δε θέλω να κομπιάσω. Θέλω να καταφέρω να τελειώσω αυτό το κείμενο που γράφω και σβήνω μήνες τώρα. Έστριψα κι ένα τσιγάρο και το άναψα, ελπίζοντας πως θα φύγεις κι εσύ από μέσα μου παρέα με τον καπνό του. Ακόμα και το τσιγάρο μου στοιχειώνεις και γυρνάω πίσω σε εκείνες τις μέρες που μου χαμογελούσες πονηρά και μου έδινες τον καπνό σου για να σου στρίψω εγώ.

Να πάρει, πάλι κομπιάζω. Πάλι δεν μπορώ να βρω τα κατάλληλα λόγια για να γράψω τον επίλογο. Ίσως γιατί ο δικός μας επίλογος δεν ήταν καλογραμμένος. Ξέρεις κάτι; Δε θα βάλω επίλογο σε αυτό το κείμενο. Δεν του ταιριάζει. Μόνο ένα τέλος του ταιριάζει και δυο λέξεις είναι οι πιο σωστές γι’ αυτό.

Σε αγάπησα…

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη