Το ότι μια ελληνική σειρά επιλέγεται να προβληθεί στο Netflix αποτελεί σίγουρα μια καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία, όσο κι αν κάποιοι θέλουν να το αμφισβητήσουν. Όταν εν συνεχεία, οι παραγωγοί και συντελεστές της βραβεύονται για τα κοινωνικά μηνύματα που μετέδωσαν με το έργο τους, τότε σίγουρα κάτι ακόμα καλύτερο συνέβη. Ο λόγος για τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη και το «Maestro» του που βραβεύθηκε σε μια τελετή που πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαΐου στη Θεσσαλονίκη και πραγματοποιήθηκε στο Ολύμπιον από το Κέντρο Προαγωγής Πολιτισμού και Ψυχικής Ενδυνάμωσης του ΑΠΘ, υπό την αιγίδα και σε συνεργασία με την Κοσμητεία της Σχολής Επιστημών Υγείας ΑΠΘ και τον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης. Στην εκδήλωση παρευρέθηκε ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης ο οποίος, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «χαίρομαι πάντα όταν μέσα από την τέχνη καταφέρνουμε και επικοινωνούμε κάποια πράγματα, στα οποία για πρώτη φορά μπαίνει και το κομμάτι της υγείας, για να ενωθεί μαζί με την τέχνη και τον πολιτισμό». Ακόμα βρέθηκαν εκεί και βασικοί πρωταγωνιστές της σειράς και συγκεκριμένα η Μαρία Καβογιάννη και ο Γιάννης Τσορτέκης, οι οποίοι μίλησαν για την εμπειρία τους σε σχέση με τους ρόλους που ενσάρκωσαν.

Η σειρά «Maestro» δεν προκάλεσε τυχαία αυτήν την αποδοχή κι αναγνώριση. Όπως ανέφεραν και οι υπεύθυνοι της βράβευσης, αυτή βασίστηκε στο ότι η σειρά κατάφερε να «ανοίξει πόρτες» σπιτιών με σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Πώς το κατάφερε λοιπόν σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα; Αυτό που κατάφερε η σειρά αυτή ήταν να μην παρουσιάσει μια ακόμα ωραιοποιημένη εικόνα της καθημερινότητας που δυστυχώς βιώνει πολύς κόσμος στην Ελλάδα. Απέδωσε, συχνά και με ωμό τρόπο, αυτό που αρκετοί βλέπουν όταν ανοίγουν τα μάτια τους το πρωί, ενώ οι υπόλοιποι απλώνουμε τη μαρμελάδα μας. Μας έδειξε ότι το ροζ συννεφάκι για κάποιους είναι μαύρο και σκληρό σαν πέτρα. Μας τράβηξε την κουρτίνα για να δούμε πέρα από την ασφάλεια της δικιά μας, τι γίνεται δίπλα, όταν η φρίκη και η ευτυχία χωρίζονται μόνο από μια πόρτα ή μια γυψοσανίδα.

Η Μαρία Καβογιάννη υποδύθηκε μια γυναίκα μ’ έναν άκρως κακοποιητικό σύζυγο κι έναν γιο ομοφυλόφιλο, οι οποίοι ζούσαν κάτω από μια στέγη η πόρτα της οποίας οδηγούσε στην κόλαση. Μια μάνα που με το παραμικρό δεχόταν ξυλοδαρμούς από τον πατέρα, καθώς είχε ευθύνη για όλα. Από το γεγονός ότι ο γιος ήταν ομοφυλόφιλος μέχρι το ότι η γη γυρίζει -και δεν έβγαζε κιχ. Εάν ξέραμε πόσες γυναίκες περνάνε ανάλογα μαρτύρια καθημερινά και πόσα παιδιά εύκολα θα έπαιρναν την καραμπίνα για να δώσουν ένα τέλος, θα τρομάζαμε. Αλλά δεν ξέρουμε.

Γιατί οι γυναίκες αυτές ζουν με τον τρόμο και την ντροπή. Με τον φόβο ότι αν μιλήσουν θα χάσουν τα παιδιά τους, ότι δε θα έχουν μούτρα να κυκλοφορήσουν στην κοινωνία. Και προτιμούν να κυκλοφορούν με μελανιές και μώλωπες, λέγοντας ότι έπεσαν από σκάλες και μετά από μετωπικές με πόρτες. Έχει περάσει στο πετσί τους το φαρμάκι που τις έχουν ποτίσει -για όλα φταίνε αυτές. Υπομένουν ξανά και ξανά το ξύλο και την ντροπή για τα μάτια μιας κοινωνίας που θα έπρεπε αυτή να ντρέπεται που τις αφήνει αβοήθητες. Αγόρια, σαν τον γιο της Καβογιάννη, πιέζονται και καταπιέζονται να κάνουν σχέσεις με κοπέλες, αν και η καρδιά τους χτυπάει αλλιώς. Τρώνε ξύλο γιατί πρέπει να «γίνουν άνδρες» κάτι που εξισώνεται μόνο με τις σ@ξουαλικές τους προτιμήσεις. Τρώνε χαστούκια από πατεράδες για να «ισιώσουν». Πνίγουν τις επιθυμίες τους, γιατί τα στερεότυπα λένε άλλα απ’ αυτά που ζητάει η ψυχούλα τους. Γυναίκες σε τελειωμένους γάμους καταφεύγουν στα χάπια και στο ποτό για να μπορούν να βλέπουν τη μια μέρα να περνά και να έρχεται η επόμενη, με βλέμμα θολό και σκέψη σε καταστολή, ώστε να πονούν υποτίθεται λιγότερο. Γιατί το να αφήσεις έναν άνδρα που έχει κύρος και κοινωνική θέση είναι πλήγμα για την εικόνα του και δεν το επιτρέπει.

Η σειρά έθιξε, επίσης, ζητήματα υγείας για τα οποία πολύς κόσμος διστάζει να μιλήσει σήμερα. Ο διαβήτης, η ψωρίαση, η κυστική ίνωση είναι μερικές μόνο από τις δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζει ένα μέρος του πληθυσμού, αλλά λόγω του κοινωνικού στίγματος, λίγοι είναι εκείνοι που μιλούν κι εκφράζονται εύκολα για αυτές. Και δε φταίνε οι ίδιοι. Φταίνε τα λοξά βλέμματα, οι παύσεις στις συζητήσεις όταν γίνεται η αναφορά τους, η δυσκολία που έχουμε οι υπόλοιποι να τους αποδεχθούμε. Η ευκολία με την οποία αυτοί οι άνθρωποι τοποθετούνται στο περιθώριο, λες κι είναι έγκλημα να φέρεις μια πάθηση. Λες και είναι ντροπή να πει ο άλλος ότι «ξέρεις, πονάω».

Η σειρά «Maestro» λοιπόν, τόλμησε να μας πει αυτά που κρύβονται πίσω από στόματα κλειστά, μέσα σε μάτια κόκκινα και βουρκωμένα, σε σώματα σφιγμένα με μακριά μανίκια που κρύβουν σημάδια και μώλωπες. Θέλουμε να ελπίζουμε ότι βοήθησε τους ανθρώπους αυτούς να καταλάβουν ότι δεν είναι μόνοι εκεί έξω. Ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να βοηθήσουν, να καταλάβουν, να θεραπεύσουν, αρκεί να το ζητήσουν οι ίδιοι. Έδωσε ένα ηχηρό χαστούκι στο «τι θα πει ο κόσμος», τη γελοία αυτή φράση πάνω στην οποία επιτελούνται καθημερινά εγκλήματα.

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Σοφία Γουρνά
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου