Πύργος της Βαβέλ μάι φρεντ και εξηγούμαι: Έχουμε συμφωνήσει από κοινού σε ένα ορισμένο νόημα των λέξεων. Τούβλο για παράδειγμα, σημαίνει και το οικοδομικό υλικό αλλά και ο βλάκας. Χρησιμοποιούμε καθημερινά λέξεις για να περιγράψουμε πράγματα. Τι έκανες σήμερα; Πήγα στο ταχυδρομείο θα πεις, ένα σούπερ μάρκετ, έκανα και τη βόλτα μου και γύρισα. Απλές εικόνες και κατανοητές. Δε χρειάζεται να προσπαθήσεις να ταυτιστείς ιδιαίτερα. Δε χρειάζεται προσπάθεια για να καταλάβεις. Το σούπερ μάρκετ είναι αυτό το μεγάλο πράγμα που έχει μικρότερα πράγματα μέσα, το ταχυδρομείο είναι αυτό που στέλνεις γράμματα και το «πάω» ή «πήγα» σαν λέξεις είναι επίσης ξεκάθαρες. Τέλεια. Τέλος μαθήματος, αρκεί που συνεννοούμαστε σε αυτά, τα καθημερινά τα πρακτικά. Τα υπόλοιπα είναι για την επόμενη τάξη.

Μπορεί να μη χρειάζεται να εξηγήσει κανείς σε κανέναν τι σημαίνει η λέξη «πάω», ή η λέξη «ξύπνησα» αλλά σίγουρα χρειάζεται να εξηγήσει τι σημαίνει γι’ αυτόν «αγαπάω»  ή «εκτιμώ»  ή «σέβομαι»  ή «κατανοώ» . Μπαίνουμε σε λίγο πιο βαθιά νερά τώρα. Τα εγχειρίδια ξεκινούν με τους ορισμούς- για λόγους κατανόησης και συνεννόησης στα επί του θέματος. Δεν ξέρω αν υπάρχουν τόσο απόλυτοι ορισμοί, γιατί οι γνώσεις μου φτάνουν μέχρι ένα σημείο, έχω ξεχάσει και μερικά πράγματα του δημοτικού. Ωστόσο θα ασχοληθούμε λίγο με αυτά τα λίγο μπερδευτικά, τα περίεργα.

Τι σημαίνει αγάπη για εμένα, για εσένα για το Μαράκι και τον Παναγιωτάκη. Καλώς ή κακώς όποιον ορισμό και να πιάσεις για κάθε μία από αυτές τις λέξεις, τις ορίζεις εσύ για σένα. Και μόνο. Νόμος αυτό (βγάλτε τετράδια και σημειώστε γιατί δε λέμε κάτι αυτονόητο τώρα). Σίγουρα υπάρχει μία ιδεοτυπική νόηση της αγάπης και του έρωτα που πάει κάπως έτσι λίγο-πολύ για όλους μας: Έρωτας είναι, να κάνει μπουρμπουλήθρες το στομάχι σου, αγάπη είναι να δίνεις χωρίς να σε νοιάζει να παίρνεις. Ή αγάπη είναι να πονάς με τον πόνο του άλλου και να χαίρεσαι με τη χαρά του και άλλα τέτοια κλισέ. Σόρι, αλλά κλισέ είναι. Και δεν είναι και κακό.

Είναι καλό που μπορούμε σε έναν βαθμό να ταυτιστούμε ως προς τον ιδεότυπο ορισμένων πραγμάτων. Υπάρχει ίσως λόγος και γι’ αυτό αλλά δεν είναι της παρούσης- ότι δηλαδή μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι κάπως έτσι έχουμε στο μυαλό μας αυτές τις έννοιες. Ωστόσο έρχονται στιγμές στη ζωή σου που καταλαβαίνεις την ίδια λέξη με διαφορετικό τρόπο. Διαφορετικό στις διάφορες φάσεις της ζωής σου. Αλλιώς αγαπάς στα 17 και αλλιώς στα 27 και στα 37. Κι όχι μόνο λόγω ηλικίας ή εποχής. Αλλά και λόγω βιωμάτων, ορίων που βάζουμε για εμάς και για τους άλλους, τειχών που υψώνουμε ή που διαλύουμε.

Ταυτόχρονα λοιπόν, αλλιώς σέβεσαι και αλλιώς εκτιμάς. Και αλλιώς το κάνουμε και αναμεταξύ μας. Γιατί για σένα φιλενάδε μου μπορεί το να σε αγαπάει το Μαράκι με το να σου δίνει το είναι της και να σε βάζει πάνω από εκείνη να σημαίνει κάτι άλλο από αγάπη. Να σημαίνει πνίξιμο ή αδυναμία ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Όχι πάντως αγάπη, όπως την εννοείς εσύ. Και κλαίει το Μαράκι και μαραζώνει. Γιατί χάνεται στην επικοινωνία. Δε γίνεται κατανοητή. Μιλάμε την ίδια γλώσσα κι όμως σε αυτό το πολύ προσωπικό, δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε. Γιατί η αγάπη του ενός αρχίζει εκεί που τελειώνει η αγάπη του άλλου. Σαν ένα τρένο που πάντα τρέχεις να προλάβεις και το χάνεις στο παρά τσακ. Το ίδιο με τον σεβασμό και την εκτίμηση. Γιατί δεν είναι το πώς τα ορίζεις εσύ μόνο τα πράγματα. Είναι πώς την αντιλαμβάνεται και ο άλλος. Γιατί θέλεις να εκφράζεσαι και για να γίνεσαι κατανοητός, από αυτόν τον εξωγήινο τον άλλον. Είναι μήπως θέμα τύχης; Να πέσεις πάνω σε ανθρώπους που να ορίζετε με τον ίδιο τρόπο τις λέξεις και τα πράγματα; Μπορεί και να έχει συμβεί.

Ωστόσο, Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή πως άλλο η αγάπη για μένα και άλλο για σένα. Ας ξεκινάμε έτσι τις γνωριμίες μας, διστακτικά και ίσως χωρίς πολλές-πολλές κουβέντες. Γιατί όταν ξεκινάς με την παραδοχή πως μιλάς με όλους την ίδια γλώσσα, κάπου καταλήγεις να μιλάς μόνος σου τη γλώσσα τη δική σου. Και να σε καταλαβαίνεις μόνο εσύ. Σε κάποιο σημείο λοιπόν νιώθεις εντελώς μόνος σου μέσα σε αυτό. Πύργος της Βαβέλ το να μιλάνε τα συναισθήματα και οι εμπειρίες μας μόνα τους, με απουσία παραδοχής του αγκρί του ντισαγκρί. Απουσία παραδοχής ότι δεν υπάρχει ένας ορισμός, μία κοινή γλώσσα. Δεν υπάρχει μία κοινή εμπειρία που να διαμορφώνει είτε την κοσμοθεωρία είτε το μέσα μας. Για το Μαράκι, το να δίνει περισσότερα από όσα της ζητάνε μπορεί να είναι αγάπη. Χωρίς φρου-φρου κι αρώματα. Έτσι το εννοεί και έτσι το κάνει. Για τον Παναγιωτάκη όμως μπορεί να είναι αγάπη το να δίνει μόνο όσα του ζητάνε και να μην παίρνει τίποτα από όσα του δίνουν. Πώς μπορεί να είναι καλά το Μαράκι με τον Παναγιωτάκη ή το ανάποδο όταν μιλούν τόσο διαφορετικά τη γλώσσα της αγάπης;

Γιατί στην πραγματικότητα είναι άλλη γλώσσα το ένα με το άλλο και όχι η ίδια γλώσσα αλλά σε άλλη ντοπιολαλιά. Εκεί κάτι γίνεται, κάπως συνεννοείσαι. Γι’ αυτό λοιπόν, το Μαράκι, ο Παναγιωτάκης, εσύ κι εγώ καλό θα ήταν να ξεκινάμε με το να ορίσουμε τι σημαίνει για εμάς αγάπη, σεβασμός και κατανόηση σε πρώτη φάση. Σε δεύτερη φάση να αποφασίσουμε πώς θα θέλαμε ιδανικά να μας αγαπάνε να μας σέβονται και να μας κατανοούν και ταυτόχρονα πώς θα θέλαμε να το κάνουμε εμείς στους άλλους. Αφού πρώτα απ’ όλα καταλάβουμε ότι είμαστε όλοι τουρίστες από άλλες χώρες και πολλοί από άλλους κόσμους, που ζητάμε τα ίδια πράγματα με άλλη γλώσσα. Γιατί το Μαράκι δίνει 500ρικο για κάτι που κοστίζει 100 ευρώ και δε θέλει ρέστα. Και ο Παναγιωτάκης που έχει κοστολογήσει αυτό το κάτι 100 ευρώ και λαμβάνει το 500ρικο, νιώθει μαλάκας να κρατήσει τα ρέστα.  Αν το Μαράκι επιμένει να δίνει 500ρικα και ο Παναγιωτάκης να μη θέλει να κρατήσει τα ρέστα, κάπου θα σκάσει και ο Παναγιωτάκης και θα το σιχτιρίσει το Μαράκι. Και όχι γιατί φταίει το Μαράκι ή ο Παναγιωτάκης. Γιατί κανένας από τους δύο δεν έμαθε να μιλάει για λίγο τη γλώσσα του άλλου.

Ρε Μαράκι δώσε και ‘συ 100 μια φορά δεν πειράζει. Ρε Παναγιωτάκη, κράτα τα ρέστα και το πολύ-πολύ κερνάς και μία μπίρα παραπάνω το Μαράκι. Δεν πειράζει. Κάποιες φορές αρκεί που υπάρχει αγάπη, κάποιες φορές αρκεί που υπάρχει κατανόηση. Ή και όχι.

 

Συντάκτης: Μαρία Χριστίνα Μαγκανάρη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου