Έχω βαρεθεί να ακούω τη φράση: «μακριά από τοξικούς ανθρώπους». Μη με παρεξηγήσετε, δε λέω μήτε πως δεν υπάρχουν, μήτε και πως πρέπει να τους έχουμε και από κοντά. Έχω βαρεθεί να το ακούω γιατί όλοι μας είμαστε «τοξικοί» σε κάποια φάση είτε το αντιλαμβανόμαστε είτε όχι. Μάλιστα αρκετά συχνά ασκούμε κακοποιητική συμπεριφορά στους συντρόφους μας κι όχι μόνο δεν το καταλαβαίνουμε αλλά θεωρούμε πως καλά πράττουμε. Δε με πιστεύετε; Έχω εδώ 7 τυπικές συμπεριφορές που όλοι μας έχουμε υιοθετήσει ή θα υιοθετήσουμε έστω και μια φορά στη ζωή μας και που δεν αντιλαμβανόμαστε καν πως είναι κακοποιητικές συμπεριφορές.

 

1. «Εγώ το καλό σου θέλω»

Έχεις πάει σε καμιά κοινωνική εκδήλωση που στην πέφτει κανένας συγγενής και μέχρι το τέλος της βραδιάς σου έχει επιβάλλει -πάντα απ’ την καλή του την καρδιά και την αδυναμία που (υποτίθεται) σου έχει- να βρεις επιτέλους έναν άνθρωπο παντρευτείς, να κάνεις παιδιά γιατί τα χρόνια περνάνε κι εσύ όσο πας και σταφιδιάζεις και μετά ποιος θα σε πάρει; Συμφωνείς ότι αυτό πρέπει να ποινικοποιηθεί γιατί δεν τους πέφτει λόγος και πως δεν έχεις ανάγκη να σε πατρονάρει κανένας;  Αν ναι, καταλαβαίνεις πως αυτό το «εγώ για σένα το λέω» μουχλιάζει τις ψυχές μας κι όμως το έχουμε χρησιμοποιήσει ουκ ολίγες φορές.

Λέμε στους συντρόφους μας να αδυνατίσουν, να πάνε γυμναστήριο, να κόψουν το τσιγάρο, να μην κάθονται τόσο στον υπολογιστή, να διαβάσουν κανένα βιβλίο, να κάνουν αυτό ή εκείνο ή το άλλο, σύμφωνα πάντα με τα δικά μας κριτήρια, με τις δικές μας προτιμήσεις ή απέχθειες και όσο κι αν θέλουμε να το στρογγυλέψουμε με εκφράσεις όπως «στο λέω γιατί θέλω το καλό σου» η αλήθεια είναι πως το λέμε γιατί ενδόμυχα έχουμε ήδη επικρίνει κι έχουμε ήδη καταλήξει. Δε θέλουμε το καλό τους ακριβώς. Θέλουμε να κάνουν ακριβώς αυτό που εμείς θεωρούμε «καλό». Θέλουμε να τους επιβληθούμε έμμεσα και στην προσπάθειά μας αυτή τους κάνουμε με πολύ ύπουλο τρόπο να νιώθουν λίγοι.

 

 

2. «Ουφ! Έλα τώρα κι εσύ» ή «Υπερβάλλεις»

Μας μιλούν για κάποιο τους χόμπι, για κάτι που συνέβη στη δουλειά ή στην οικογένειά τους ή στους φίλους τους. Δεν έχει σημασία αν είναι κάτι σοβαρό, κάτι αστείο, κάτι μικρό ή μεγάλο. Εκείνη τη στιγμή δεν έχουμε χρόνο για εκείνους ή ακόμα κι αν έχουμε, αυτό που μοιράζονται μαζί μας το θεωρούμε τόσο αμελητέο που το απορρίπτουμε με έναν μορφασμό και μια φράση που αποσκοπεί να μειώσει το γεγονός ή το συναίσθημά τους.

Με πλάγιο τρόπο μειώνουμε έτσι και τους συντρόφους μας. Τους λέμε πως δεν έχουν σημασία, πως αντιδρούν υπερβολικά, πως δεν έχουν δικαίωμα να νιώθουν θυμό ή θλίψη ή ακόμα και χαρά για κάτι. Αν το «έλα τώρα κι εσύ» ήταν αντικείμενο θα ήταν σίγουρα μια βαριά ξύλινη πόρτα που πάει βροντερά και κλείνει στα μούτρα του άλλου. Έμμεσα τους κάνουμε να νιώθουν ευτελείς ή κι ανόητοι. Τους υποβάλλουμε σε μια διαδικασία αυτολογοκρισίας κι απομόνωσης όπου διαρκώς αναρωτιούνται αν αξίζει να εκφραστούν κι αν τελικά το δικαιούνται.

 

3. «Πες μου πού είσαι τώρα και τι κάνεις»

Αυτή η κακοποιητική συμπεριφορά έχει ίσως το πιο καλό παραπέτασμα– θυμίζει, θα έλεγα, τον μανδύα του Χάρυ Πότερ που τον έκανε αόρατο. Γιατί το να θέλουμε να ξέρουμε πού είναι και με ποιους ο άνθρωπός μας, μασκαρεύεται εξαιρετικά σε «ρομαντικές εκπλήξεις» ή ιπποτικές προσφορές μεταφοράς από ή προς μια τοποθεσία. Η αλήθεια είναι όμως ότι μέσα μας πολύ θα θέλαμε να έχουμε μια πλήρη και λεπτομερή αναφορά για να καθησυχάσουμε τη δική μας ανασφάλεια και φόβο. Γιατί ενδόμυχα είμαστε control freaks και δε θέλουμε να παραχωρήσουμε αυτόν τον έλεγχο σε κανέναν, ούτε καν στο άτομο που είναι υπεύθυνο για τον εαυτό του.

Εντάξει, προφανώς και δε ρωτάμε πάντα πού βρίσκεται με άξονα να ελέγξουμε. Σε μια σχέση είναι θεμιτό να θες να ξέρεις π.χ. ότι ο σύντροφός σου έχει βγει με φίλους για να μην ανησυχείς. Αυτό είναι λογικό κι ανθρώπινο. Το να θέλουμε όμως να ξέρουμε αναλυτικά με ποιον, πού, πότε, γιατί και κάθε άλλη πιθανή λεπτομέρεια είναι ανησυχητικό δε νομίζεις; Όσο όμορφα και να το πλασάρουμε στην αρχή, αργά ή γρήγορα θα αποκαλυφθεί η αλήθεια: θέλουμε να ξέρουμε γιατί είμαστε χειριστικοί κι ανασφαλείς.

 

4. «Ουπς! Δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό!»

Όταν ήμουν μικρή και δεν ήθελα για κανένα λόγο να κάνω κάτι, έλεγα πως δεν ξέρω πώς γίνεται και μετά έκανα εκατομμύρια ερωτήσεις ή υποκρινόμουν πως δεν μπορώ μέχρι να κουραστούν και να το κάνει κάποιος. Κάποια στιγμή η μάνα μου με κατάλαβε –είχα μεγαλώσει κι εγώ, δε γινόταν να μην μπορούσα όντως να κάνω κάποια πράγματα- οπότε έπαιρνα πληρωμένη απάντηση το μότο της Nike: «απλώς κάν’ το». Αυτή ησύχαζε κι εγώ αναγκαζόμουν να κάνω αυτό που μου είχε αναθέσει. Θα μου πείτε και τι μας νοιάζει;

Αυτή η τακτική εφαρμόζεται άψογα και στους ενήλικες. Λέμε για παράδειγμα ότι δεν ξέρουμε να σιδερώνουμε ή να αλλάζουμε λάμπες και παιδεύουμε τους συντρόφους μας έως ότου να το κάνουν αυτοί για εμάς. Το επαναλαμβάνουμε και τελικά παγιώνεται και είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτή είναι μια μορφή εκμετάλλευσης άρα αποτελεί κακοποιητική συμπεριφορά.

 

5. «Αχ μωρέ, είσαι λίγο χαζούλι»

Το να αποκαλέσεις με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς τον άλλο δε θέλει μετάφραση –είναι μια κακοποιητική συμπεριφορά πασιφανής κι αυταπόδεικτη. Όμως τι γίνεται με εκείνους τους χαρακτηρισμούς που «ντύνονται» με χιούμορ ή σαρκασμό ή μπαίνουν σε «ρομαντικά πλαίσια»;

Πολλές φορές μειώνουμε τον άνθρωπό μας πολύ συγκαλυμμένα. Αποδίδοντάς του κάποιο υποκοριστικό που υπογραμμίζει μια συμπεριφορά ή ένα λάθος του, κάνοντας ένα αστείο σε βάρος του, κοινοποιώντας ένα μυστικό του που τον φέρνει σε δύσκολη θέση «για να γελάσουμε». Προδίδουμε έτσι την εμπιστοσύνη του και τον υπονομεύουμε, μάλιστα αν τυχόν αντιδράσει έχουμε μια έτοιμη γραμμή υπεράσπισης για τους εαυτούς μας. Λέμε «πώς κάνεις έτσι; Δεν έχεις χιούμορ;» και ξεμπερδεύουμε – ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε τουλάχιστον.

 

6. «Σου φύλαξα λίγες τύψεις και για μετά»

Τον πρώτο καιρό που ήμουν με τον σύντροφό μου κάθε φορά που τον έκανα να νιώθει τύψεις για κάτι μου έλεγε με φωνή διαφημιστή «Μηχανή παραγωγής τύψεων 2000» κι ο αριθμός όλο και αυξανόταν. Παραδόξως, αυτό ήταν ένας έξυπνος τρόπος για να σταματήσω να το κάνω –ή τουλάχιστον να προσπαθήσω.

Συχνά άθελά μας δημιουργούμε ενοχές στους ανθρώπους μας. Τους κάνουμε να νιώθουν άσχημα που άργησαν να γυρίσουν, που έφαγαν την τελευταία σοκολάτα, που είπαν κάτι ή που ξέχασαν να κάνουν κάτι άλλο. Τους υποβάλουμε σε μια ψυχοφθόρα διαδικασία διαιωνίζοντας ίσως ένα μοντέλο που διδαχτήκαμε από τους γονείς μας όταν δεν ανταποκρινόμασταν στα δικά τους στάνταρ. Επαναλαμβάνουμε τους ρόλους θύτη και θύματος αποσκοπώντας έστω κι υποσυνείδητα να αλλάξουμε τον άλλο, να τον επιτάξουμε στην ικανοποίηση των δικών μας στόχων ώστε να «ταιριάζει» με εκείνο που φανταστήκαμε. Σόου σαντ.

 

7. «Συγγνώμη, μιλάς; Δε σε ακούω»

Για το τέλος άφησα κάτι που προκαλεί πόνο αλλά δεν έρχεται πρώτο στο μυαλό όταν μιλάμε για κακοποίηση καθώς δεν ενέχει καμία έννοια «επαφής»: η έλλειψη ενδιαφέροντος, η αδιαφορία. Αν φωνάξουμε, αν κάνουμε σκηνή ζηλοτυπίας, αν σπάσουμε κάτι στον θυμό μας, υπάρχουν αποδείξεις-λέξεις, παρατηρητές, αντικείμενα. Αν όμως απομακρυνθούμε, αν αγνοήσουμε τον άλλο, αν δεν απαντάμε στα τηλέφωνα ή αν σταματήσουμε να δείχνουμε στοργή δεν υπάρχει κάποιο απτό σημάδι κι όμως πληγώνει το ίδιο τον άνθρωπό μας.

Ενίοτε, είναι πιο εκκωφαντική η σιωπή στο κλείσιμο της πόρτας που μας αφήνει εκτός παρά η ίδια η διαμάχη που προηγήθηκε. Κι όμως, πότε συνειδητά, πότε ασυνείδητα, καταφεύγουμε σε τέτοιες συμπεριφορές δίνοντας το silent treatment στον σύντροφό μας.

Αυτές είναι μονάχα μερικές από τις κακοποιητικές συμπεριφορές που ίσως ασκούμε, όμως δε μας κατατάσσουν σε καμία κατηγορία πέραν του «ανθρώπου». Τώρα, για να είμαστε και καλύτεροι άνθρωποι αύριο σίγουρα θα βοηθούσε να τις αναγνωρίσουμε σε εμάς και να τις αποφύγουμε. Αν πάλι δεν μπορούμε, ας μην απορούμε γιατί μας αποφεύγουν οι άλλοι.

 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

 

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου