Οι Πανελλήνιες ήταν μια αληθινά άσχημη εμπειρία για μένα. Δεν άντεχα το άγχος, την πίεση, το φροντιστήριο, την αντιμετώπιση όλης αυτής της προσπάθειας σαν να διακυβεύεται η ζωή μου ολάκερη από μερικές απαντήσεις σε κάποια τυχαία διαγωνίσματα. Ήμουν μια μέτρια μαθήτρια που προτιμούσε να κάνει κοπάνα και να αράξει με φίλους σε μια καφετέρια απ’ το να πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα– ρε φίλε, ήμουν 17 και να με συμπαθάτε αλλά αυτό ακριβώς είμαστε προγραμματισμένοι να κάνουμε σ’ αυτήν την ηλικία! Να είμαστε με φίλους και να περνάμε όμορφα κι ανέμελα κι όχι να αγχωνόμαστε για το τι θα γίνει σε μερικά διαγωνίσματα. Όμως για όλους ήταν (και μοιάζει να είναι ακόμα) μείζονος σημασίας οπότε  –μη θέλοντας να απογοητεύσω κανένα- έπαιξα τον ρόλο μου όσο καλύτερα μπορούσα.

Τις τελευταίες 15 μέρες πριν τις εξετάσεις –θες γιατί το έκαναν όλοι; Θες γιατί με έπεισαν πως ένα πτυχίο είναι απαραίτητο;- στρώθηκα στο διάβασμα, αγχώθηκα, ξαγρύπνησα, προσπάθησα όσο μπορούσα και λίγο παραπάνω και τελικά η όλη εμπειρία μου ήταν μια από τις χειρότερες της ζωής μου. Πόσος ψυχαναγκασμός μωρ’ αδερφάκι μου για μια θέση σε μια σχολή που τελικά δεν είσαι και τόσο σίγουρος ότι θα σου αρέσει. Γιατί πώς να το κάνουμε; Στα 17 σου (αναγκάζεσαι να) διαλέγεις με κριτήριο το αν θα βρεις δουλειά αύριο, αν αρέσει στους γονείς σου το επάγγελμα και φυσικά με το αν πιάνεις τη βάση. Σαχλαμάρες δηλαδή, ενώ θα έπρεπε να κοιτάμε τι γουστάρει η ψυχή μας να κάνει για το υπόλοιπο της ζωής μας ή τι λαχταράμε να προσφέρουμε στην κοινωνία, τι έχει τέλος πάντων για μας νόημα.

 

 

Θυμάμαι φίλους να θέλουν να γίνουν νοσηλευτές ή αρχιτέκτονες και να μην πιάνουν τις βάσεις, άλλους να λαχταρούν να περάσουν ΤΕΦΑΑ ή Θεατρικών Σπουδών και να ακούν απ’ τον περίγυρο ατάκες τύπου «και πού θα βρεις δουλειά;» λες και σ’ όλους τους υπόλοιπους με το πτυχίο έδιναν και μια καριέρα δώρο. Και υπήρχαν και μερικοί που δεν είχαν ιδέα τι θέλουν να κάνουν κι αυτούς τους συμπονώ λίγο παραπάνω, γιατί δεν είναι εύκολη απόφαση να καταλήξεις σε κάτι τόσο σημαντικό ιδίως στα εφηβικά σου χρόνια.

Λοιπόν, να πάνε στο διάολο όλα. Κι οι Πανελλήνιες κι οι βάσεις κι οι βαθμοί κι οι δουλειές με τους κολαριστούς γιακάδες. Κάθε μαθητής σήμερα είναι ένας επιτυχόντας και μόνο που αντέχει όλη αυτήν την ανόητη κοινωνική πίεση. Μπορεί οι γονείς μας να μόχθησαν να μας βάλουν σε φροντιστήρια, να μας παρέχουν το καλύτερο δυνατό -και καλά έκαναν- όμως το σημαντικότερο όλων δεν είναι το πτυχίο που θα πάρουμε σε 4-5 χρόνια ή μια περίοπτη θέση γραφείου. Το σημαντικότερο όλων είμαστε εμείς οι ίδιοι.

Ένα πτυχίο δε θα μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Δε θα μας κάνει πιο επιτυχημένους. Δε θα μας κάνει πιο αποδεκτούς. Η ζωές μας είναι πιο σύνθετες από αυτό και για μια φορά αυτή η πολυπλοκότητα είναι κάτι το θετικό. Είμαστε πολύπλευρα όντα, με πολλά διαφορετικά ενδιαφέροντα και είναι τόσο ανώφελο να προσπαθούμε όλοι να χωρέσουμε στα ίδια καλούπια. Να ακολουθήσουμε όλοι το ίδιο χρονοδιάγραμμα. Ξέρεις, δεν πειράζει αν κάποια στιγμή αποφασίσεις πως αυτό που κάνεις τελικά δε σου αρέσει, δεν πειράζει αν το αποφασίσεις στα 30 ή στα 40 σου ή όταν με το καλό πάρεις σύνταξη.

Το πότε θα βρεις την κλίση σου και ποια θα είναι αυτή δεν μπορεί να (περι)ορίζεται χρονικά στα 3 χρόνια του Λυκείου ούτε καν στα 20κάτι μας. Δεν είναι καν απαραίτητο να βρίσκεται στη λίστα των «πεπατημένων οδών». Και στο λέω εγώ που είμαι 32 αλλά φέτος με έπεισα πως είμαι πάλι 18 και έδωσα εκ νέου Πανελλήνιες για να νικήσω τον φόβο μου και να διεκδικήσω αυτό που ονειρεύομαι για μένα. Η ηλικία δεν παίζει ρόλο. Πιστεύω -ακράδαντα- ότι αυτό που κερδίζει κανείς διεκδικώντας μια δεύτερη ευκαιρία, κυνηγώντας έναν πόθο δεν είναι μόνο η δυνητική επίτευξη του στόχου αλλά η ανάκτηση της πίστης στον εαυτό μας.

Ανάθεμα σ’ όποιον μας κάνει να πιστέψουμε πως η ζωή μας έχει προκαθορισμένα όρια, πως εμείς έχουμε συγκεκριμένες και προκαθορισμένες ικανότητες. Κάθε ένας από εμάς μπορεί να καταφέρει αυτό που λαχταρά αρκεί να είναι διατεθειμένος κι αποφασισμένος να κάνει κάποιες θυσίες προς αυτό. Ναι, τα αγαθά κόποις κτώνται, όμως εμείς επιλέγουμε ποιο είναι το δικό μας Αγαθό και ποιο θα είναι το αντίτιμο που θα καταβάλουμε ώστε να το αποκτήσουμε. «Κόφτης» για το πότε θα το διεκδικήσουμε δεν υπάρχει ούτε ενέχει κάτι το καταφρονητικό το να το επιδιώξει κανείς νωρίτερα ή αργότερα.

Στο εξωτερικό πολλοί άνθρωποι επιστρέφουν στα θρανία μετά την 5η δεκαετία της ζωής τους για το δεύτερο πτυχίο τους επιδιώκοντας μια αλλαγή στην καριέρα τους αλλά και στην καθημερινότητά τους. Αυτό από μόνο του ίσως καταδεικνύει την ανάγκη πολλών ανθρώπων να λαμβάνουν ηθική ικανοποίηση απ’ τον τομέα στον οποίο απασχολούνται. Ταυτόχρονα, φανερώνει πως ποτέ δεν είναι αργά για να βρεις αυτό που σε καλύπτει και να το διεκδικήσεις.

Γι’ αυτό χώνεψέ το! Ούτε οι Πανελλήνιες, ούτε τα 30, ούτε τα 60 μπορούν να σε κρατήσουν δέσμιο αν εσύ θες να ακολουθήσεις τα όνειρά σου. Κι -αν θες τη συμβουλή μου– μη σταματήσεις ποτέ να επιδιώκεις αυτό που έχεις βάλει στο μυαλό σου. Έτσι κρατάς την ψυχή σου νέα και το μυαλό σου ανοιχτό. Έτσι ανοίγεις τον δικό σου δρόμο για την ευτυχία.

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου