Η μοναξιά είναι λέξη βαριά κι ασήκωτη. Μπορεί να επιφέρει από μεγάλο πόνο έως κι απόλυτη προσωπική ισορροπία, ανάλογα πάντοτε με την πάστα του κάθε ανθρώπου. Μια λέξη λοιπόν για την οποία έχουν γραφτεί τραγούδια και ποιήματα αμέτρητα που αναλογούν σε πόνο και σε δυσκολίες. Μια έννοια με τόσους πολλούς εχθρούς να μάχονται για την κατάρριψή της και με μια άμυνα όμως εξωπραγματική.

Ένα «ευχαριστώ» είναι λίγο για τους ανθρώπους αυτούς που ήταν πάντοτε εκεί. Δεν έχει σημασία το μέρος ούτε η στιγμή. Σημασία έχει το μαζί που είναι καλύτερο απ’ το χώρια. Εγώ κι εσύ, εσύ κι εγώ.

Είναι μαγκιά να είσαι πάντα εκεί για κάποιον, μαγκιά που λίγοι απ’ τους σημερινούς νταήδες μπορούν να υποστηρίξουν. Ένα μπράβο κι ένα «ευχαριστώ» στα άτομα αυτά που κατάστρεψαν την άμυνα αυτή της μοναξιάς κι άγγιξαν με όποιον δυνατό τρόπο την καρδιά μας.

Μας αγάπησαν γι’ αυτό που είμαστε και τίποτα περισσότερο. Έδειξαν με τον πιο απλό τρόπο, αυτόν της προσοχής, αλλά και με τον πιο δύσκολο, αυτόν της αγάπης, ότι είμαστε έγνοια τους καθημερινή. Ότι θα μας προστατέψουν όταν θα έχουμε ανάγκη από προστασία, θα μας φροντίσουν όταν θα αποζητάμε λίγη φροντίδα, θα μας σκουπίσουν τα δάκρυα όταν χρειαστεί κι θα μας κάνουν να γελάμε με την καρδιά μας.

Γι’ αυτόν τον ένα και μοναδικό που σε αγάπησε τόσο δυνατά, που έκανε την ψυχή σου να γελά. Αυτόν που σε φιλούσε τόσο δυνατά μέχρι τα χείλη του να ματώσουν, που σε φρόντιζε σαν παιδί μικρό και σε λάτρευε σαν Θεό. Αυτόν που πόνεσε για να μην πονέσεις εσύ, που έκλαψε όταν εσύ δάκρυζες, που τρόμαζε κάθε φορά που πάθαινες κάτι και σε μάλωνε σαν γονιός, ενώ μέσα του ήθελε να σε πάρει αγκαλιά. Αυτόν που ξέρει τον εαυτό σου καλύτερα κι από εσένα και που έμαθε να σε αγαπά δίχως ερωτήσεις κι απαιτήσεις.

Αλλά και για τους άλλους. Τους μοναδικούς με το δικό τους τρόπο. Τους φίλους και την οικογένεια που σε διάλεξαν και σου στάθηκαν στα πολλά και τα λίγα, τα ψηλά και τα χαμηλά. Αυτούς σήκωσαν ψηλά το λάβαρο αυτό της φιλίας και το τίμησαν όπως του αξίζει, που έκαναν πίσω εγωισμούς και στερεότυπα και δέχθηκαν εσένα, που δέθηκαν με εσένα στα εύκολα πολύ και περισσότερο στα δύσκολα.

Γι’ αυτούς που έδωσαν το χέρι να σε σηκώσουν όταν έπεσες και σε σήκωσαν στις πλάτες τους όταν φλέρταρες με τον πάτο. Που σου μίλησαν άσχημα και το μετάνιωναν στα επόμενα λεπτά κι έτρεξαν να σου ζητήσουν συγγνώμη. Άλλοτε το κρατούσαν μανιάτικο ενώ μέσα τους έβαζαν γιατί τους έλειπες και σ’ είχαν ανάγκη κι έριξαν πάλι τον εγωισμό τους γιατί δεν άντεχαν.

Τους τύπους εκείνους που περπατάς δίπλα τους και νιώθεις ασφάλεια. Ασφάλεια και περηφάνια που τους έχεις στη ζωή σου. Περήφανος λοιπόν που δίπλα απ’ το όνομά τους δεσπόζει το όνομα φίλος κι αυτός ο φίλος είναι δικός σου.

Μια ωδή λοιπόν σε αυτούς που βρήκαν τρόπο να μπουν στη ζωή μας και να κατασκηνώσουν σαν παιδιά κι έβαλαν νόημα στην καθημερινότητά μας. Ένα «σε αγαπώ» εκεί που πρέπει να ειπωθεί γιατί αξίζει και θα βρει απήχηση κι ένα «ευχαριστώ» απ’ τα βάθη της καρδιάς γι’ αυτούς που ήταν πάντοτε εκεί και για εκείνους που δεν τρόμαξαν ποτέ και μείνανε όταν τους είχαμε ανάγκη, που έμειναν κι αγάπησαν ακόμα και τις ατέλειές μας.

Ένα «σας αγαπώ» κι ένα «ευχαριστώ» και στους δικούς μου ανθρώπους. Ξέρετε εσείς.

Επιμέλεια Κειμένου Θεοδόση Ραβανού: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Θεοδόσιος Ραβανός