Πιστεύω πως κάτι δεν πάει καλά.

Δεν είμαι σίγουρη αν όντως δεν καταλαβαίνουμε ή αν το παίζουμε τρελίτσα προκειμένου να περάσει αυτή η μέρα, η επόμενη κι η παρεπόμενη. Πλάκα θα ‘χε αν η ζωή ήταν στ’ αλήθεια παιχνίδι. Ωραία θα ‘ταν αν λύναμε τα πάντα μ’ ένα «φτου ξελευτερία» όπως ακριβώς φωνάζαμε μικροί, να γελούσαμε ακόμα κι όταν χάναμε, να προστατεύαμε ο ένας τον άλλον γιατί η ομάδα είναι ομάδα και η νίκη -όπως και να το κάνουμε- είναι νίκη. Να φτιάχναμε εμείς τους κανόνες. Εμείς να τους θέταμε. Εμείς να τους αλλάζαμε. Δεν είναι, όμως, κρυφτό η ζωή και παρ’ όλα αυτά, ενώ δηλαδή θα ‘πρεπε να έχουμε σταματήσει αυτό το παιχνίδι καιρό πριν, το ακούμε και το βλέπουμε όλο και συχνότερα, όλο και περισσότερο και μάλιστα χωρίς ίχνος παιδικής αθωότητας.

Έχει πλάκα η αφέλεια που μας διακατέχει και δε λέει να φύγει κιόλας. Μπορεί και να εθελοτυφλούμε, να μας βολεύει να κλείνουμε τα μάτια σε καθετί που φαντάζει εκ πρώτης όψεως αδύνατο ή κουραστικό. Ή μπορεί να το στοιβάζουμε κι αυτό στη γωνιά με τα δεδομένα -δε χωράνε άλλα πράγματα εκεί πέρα, φτάνει πια. Τι κυνηγάμε; Τι προσπαθούμε να βρούμε; Αυτό που περιμένει εμάς, που βρίσκεται στο δικό μας χέρι και μόνο; Γερούς παίχτες θέλει η ζωή, μάγκες και ξύπνιους, ώστε να τη διεκδικήσουν αλλιώς σφυρίζει κλέφτικα και το παιχνίδι λήγει αυτομάτως. Και δε νομίζω να αρέσει σε κανέναν η ήττα.

Το νόημα που λαχταράμε δεν είναι πουθενά κρυμμένο κι ελπίζω να το συνειδητοποιήσεις κι εσύ κι όλοι μας όσο είναι ακόμα νωρίς. Δεν ξέρει να παίζει ούτε κρυφτό ούτε τίποτα, δεν υπήρξε ποτέ παιδί σαν εμάς, δεν μπορεί να μετρήσει πέντε-πέντε ως το εκατό κι αντίστροφα ούτε να φωνάξει «φτου και βγαίνω» μόλις τελειώσει. Δε γνωρίζει από κανόνες, δεν τους τηρεί, δεν υπάρχει. Φαντάζομαι καταλαβαίνεις πως είναι αστείο εμείς να το ψάχνουμε μανιωδώς για να πάμε ύστερα τρέχοντας να το φτύσουμε. Κι όμως, αυτό κάνουμε. Εκφράσεις τύπου «από Δευτέρα, μωρέ» ή «κι αύριο μέρα είναι» είναι η απόδειξη πως έχουμε χάσει την ουσία εδώ και πολύ καιρό. Δε ξέρω αν θα υπάρξει επόμενη Δευτέρα ούτε καν αν αύριο θα ‘ναι μέρα. Τώρα τι κάνουμε, αυτό είναι το θέμα.

Δεν είναι καθόλου εύκολο να κατανοήσουμε σε βάθος τον εαυτό μας πόσο μάλλον να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι ζητάμε απ’ τον ίδιο και απ’ τη ζωή μας γενικότερα. Είναι χρονοβόρα διαδικασία και μερικές φορές δεν πετυχαίνει ποτέ όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα κι αν έρθουν ή εν τέλει φύγουν. Μόνο αν αποστασιοποιηθείς από σένα και σε κοιτάξεις από μακριά θα καταλάβεις και τι χρειάζεσαι και τι ποθείς και πώς να το αποκτήσεις στην πορεία. Πρέπει, όμως, πρώτα να σε δεις, να σε γνωρίσεις, να σε παρατηρήσεις από απέναντι και μετά παίρνοντας πάλι σάρκα και οστά να ριχτείς στη μάχη και να τα φτιάξεις όλα όπως είναι στο δικό σου μυαλό ιδανικά -ή μάλλον στη δική σου καρδιά προορισμένα.

Το νόημα αυτής της ζωής δε χωράει σε καλούπια και δεν έχει μονάχα ένα νούμερο. Η τρέλα η δική μου μπορεί να μην έχει την παραμικρή αξία για σένα και το δικό σου παραμύθι να μοιάζει στα μάτια μου τουλάχιστον βλακώδες. Είναι τρομακτικά διαφορετικό για τον καθένα μας, έχει άλλη μορφή, άλλο σχήμα, άλλη μυρωδιά. Ίσως και να αλλάζει στην πορεία των χρόνων να αποκτά αντίθετη κατεύθυνση ή να μένει πιστό στο αρχικό του σχέδιο. Ο δρόμος του καθενός είναι προσωπική υπόθεση και δε χρήζει ανακάλυψης μα δημιουργίας. Κι αυτή ακριβώς είναι η ομορφιά της αλήτισσας που μετράει ως το εκατό και στο τέλος φωνάζει «φτου και βγαίνω!». Και ο νοών νοεί τω.

 

Συντάκτης: Γωγώ Κυριακίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.