Κλείνω τα μάτια και σε σκέφτομαι. Χωρίς πολλά ερεθίσματα, χωρίς εξωτερικούς παράγοντες. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και σε σχεδιάζω. Τι μορφή θα σου έδινα; Εκείνη ενός δυνατού ανθρώπου, με άποψη και όνειρα. Ενός ατόμου που ξέρει να ηγείται, που ξέρει να εμπνέει σεβασμό, που ξέρει να νιώθει. Που ξέρει και θέλει να ζει.

Έτσι γέμιζες πάντα τις ημέρες μου, ψέματα να μη σου λέω, τις γέμιζες με δόσεις ζωής. Από τα τηλεφωνήματα αργά το βράδυ, που γελούσαμε και κάναμε μαζί όνειρα ως τις πρωινές συναντήσεις με συνοδεία καλού φαγητού, καφέ και πολλών σκέψεων.

Θα σε περιέγραφα ως έμπνευση. Στο έχω εξομολογηθεί ποτέ; Όχι με τη φωνή μου και με λέξεις, αλλά με τα μάτια μου. Αν παρακολουθήσεις τον τρόπο που πάντα σε χάζευα με τόσο πάθος θα καταλάβεις πως ήσουν από τότε μοναδικός για μένα. Ο ένας που θα γέμιζε την αίθουσα με τις σκέψεις μου, που έκανε τους πάντες να γελάνε -κι εμένα μαζί-, που μετέφερε θετική ενέργεια στα πρόσωπα που βρίσκονταν δίπλα του, στον ίδιο χώρο.

Πάντα πίστευα πως υπάρχουν πολλές κατηγορίες ανθρώπων, με διαφορετικά χαρακτηριστικά η καθεμιά. Αλλά αν έχεις γνωρίσει έναν άνθρωπο που θαυμάζεις με όλο σου το «είναι», ίσως έχεις νιώσει έτσι όπως ένιωσα και εγώ μαζί του. Και όλα κάπως έτσι ξεκίνησαν. Μέσα από μικρές ρωγμές ξεκίνησες να βυθίζεις το καράβι μου. Το καράβι της λογικής μου.

Βλέπετε έτσι αθόρυβα έρχεται ο έρωτας. Χωρίς να το περιμένεις και ίσως αυτό είναι και το καλύτερο κομμάτι του. Εκείνο το άτομο από την καθημερινότητά μου, που δεν του είχα χαμογελάσει ποτέ πονηρά, ήσουν εσύ. Ο άνθρωπος που ενώ περνούσαμε ώρες μαζί και συντονίζαμε άπειρες υποχρεώσεις σε έβλεπα μονάχα σαν έναν δικό μου άνθρωπο. Που αν και κακά τα ψέματα δεν μπορούσα να φανταστώ και ζωή χωρίς εσένα, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι έτρεφα βαθύτερα αισθήματα για σένα.

Με γέμιζες πάντα με ενέργεια. Αυτή την ενέργεια που σου δίνει κίνητρο. Ένα κίνητρο για να μετατρέψεις το γκρίζο σε έντονους τόνους κόκκινου. Να νανουρίσεις τον εαυτό σου με το αγαπημένο σου τραγούδι και να χορέψεις λίγο παραπάνω κάτω από τον σκοτεινό ουρανό. Αλλά ποτέ μου δε θα πίστευα πως θα χανόμουν. Πως μέσα στην καθημερινότητα μαζί σου, στην τριβή, ενώ άλλοι χάνουν το ενδιαφέρον τους και χαρακτηρίζουν ανθρώπους και καταστάσεις ως δεδομένες και βαρετές, εγώ θα σε ερωτευόμουν. Εγώ θα ένιωθα μια έλξη που -ψέματα μην σου λέω- έως και τώρα δεν έχω προσδιορίσει.

Σε τι μετριέται τέλος πάντων ο έρωτας; Γιατί έχω ξεκινήσει να πιστεύω πως είναι στιγμές. Και όχι κατ’ ανάγκη στιγμές του «μετά», αλλά ίσως ακόμα και στιγμές του «πριν». Στιγμές που έζησες μέχρι να φτάσεις σε αυτή την κατάσταση. Το έχετε σκεφτεί ποτέ; Πώς αν δεν έχετε γνωριστεί πρώτα πριν ερωτευτείτε, ίσως αυτό που νιώθετε να μην είναι έρωτας; Λέμε όλοι πως ο έρωτας είναι ένα μονοπάτι γνωριμίας, πως μαθαίνεις κάθε πτυχή του άλλου μέσω αυτού. Αλλά αν προσπαθούμε απλώς να πείσουμε τη συνείδησή μας πως έτσι έχει η κατάσταση; Αν καθώς περνάμε χρόνο με κάποιον στην ζωή μας, στιγμή με τη στιγμή, μέρα με τη μέρα, τότε αναπόφευκτα ερωτευόμαστε; Και το καταλαβαίνουμε μονάχα όταν δεν μπορούμε να απομακρύνουμε το βλέμμα μας από αυτόν. Αν όλα αυτά τα κεραυνοβόλα παραμύθια που όλοι μας έχουμε ακούσει, περιγράφουν απλώς έναν ενθουσιασμό, τότε τι γίνεται;

Γιατί ενώ το έχω ξανά νιώσει, νιώθω πως δεν το ξέρω. Και αν και σε ξέρω φοβάμαι. Και σε κρατώ όσο τίποτα άλλο. Γιατί σε βρήκα από το πουθενά, εσύ ήσουν πάντα εκεί κι εγώ δεν το έβλεπα. Και τώρα που το βλέπω δεν μπορώ να το χάσω. Έτσι αθόρυβα, λοιπόν, ήρθες εσύ.

Συντάκτης: Νταϊάνα Κραέτε
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.