Ξυπνάω πρωί-πρωί περίπου μαζί με τους ψαράδες και τους κυνηγούς, για να προλάβω να φτάσω εκεί που θέλω στην ώρα μου. Η μέρα ανήκει σε αυτούς που σηκώνονται νωρίς λένε, αρά το σημειώνω στη λίστα με τα πράγματα που είναι στην ιδιοκτησία μου κι έτσι έχουμε ένα το κρατούμενο.

Πριν φύγω, ρίχνω μια ματιά στον καθρέφτη. Τα μαλλιά μου ως συνήθως λειτουργούν αυτοβούλως, βλέπεις έχουν κι αυτά την προσωπικότητά τους και κάπου στο κούτελο διακρίνω ένα σπυράκι, εντάξει φταίει ότι ακόμα περνάω εφηβεία, δε με έχουν πάρει καθόλου τα χρόνια.

Στις ομορφιές μου είμαι και πάλι σήμερα, σκέφτομαι, γι’ αυτό είναι απολύτως λογικό να με ζηλεύουν όλοι και με βλέπω να παίρνω πάλι τη θεία μου τηλέφωνο το βράδυ για να με ξεματιάσει. Βέβαια δε φταίει μόνο η εξωτερική εμφάνιση, είναι και τόσα άλλα που κάνουν τη ζωή μου αντικείμενο φθόνου στα μάτια του υπόλοιπου κόσμου.

Καταρχάς έχω μια υπέροχη δουλειά, τα αφεντικά μου είναι τόσο ικανοποιημένα από εμένα που μου κάνουν και δωράκι εξτρά ώρες για να με έχουν περισσότερο κοντά τους. Είμαστε μάλιστα μια τόσο δεμένη ατμόσφαιρα, που πλέον αισθάνομαι σαν να είμαι στο σπίτι μου. Για να καταλάβεις τι παίζει, ακριβώς σαν αυτούς φώναζε κι η μάνα μου όταν ήμουνα στην εφηβεία κι αργούσα να γυρίσω το βράδυ στο σπίτι.

Ο μισθός μου μπορεί να μην έρχεται όταν πρέπει, με βοηθάει όμως να κρατιέμαι σε φόρμα. Έχω κόψει το βραδινό γιατί κάνει κακό στην υγειά, όχι μόνο του σώματος αλλά και της τσέπης. Έτσι έχασα τα κιλά των εορτών και των διακοπών συν άλλα πέντε μπόνους, τόσο απλά, που τους βλέπω τους άλλους να στέκονται σε ουρές στα γυμναστήρια και γελάω με την καρδιά μου.

Αμάξι δεν μπορώ πια να συντηρήσω αλλά πάω οπού θέλω με τα μέσα, βελτιώνω την κυκλοφορία του αίματος, κάνω καλό και στο περιβάλλον. Και τις ώρες που έχω φάει να περιμένω το λεωφορείο να περάσει στη στάση, έχω βρει ίσα με πενήντα καινούργιους τρόπους διαλογισμού και είμαι πια λίγο πιο κάτω από το επίπεδο Θιβετιανού μοναχού.

Το κινητό μου από την άλλη δε σταματάει να χτυπάει, παράπονο δεν έχω, είμαι πολύ δημοφιλής. Όλοι αυτοί που με παίρνουνε πολλοί ευγενικοί άνθρωποι, με ζητάνε με ολόκληρο το ονοματεπώνυμο και μου αναγγέλλουν και από που καλούν. Μετά αρχίζουν να λένε κάτι για χρήματα, εμένα δε μου περισσεύουν τώρα για σπατάλες για αυτό λέω ένα σκέτο ευχαριστώ και τους το κλείνω.

Στο σπίτι όταν γυρίζω το ίδιο πράγμα γίνεται, όλο η διαχειρίστρια να χτυπάει τα κουδούνια, παρέα και κουτσομπολιό θα θέλει και αυτή, είμαι πτώμα μετά τη δουλειά, ούτε που της ανοίγω την πόρτα.

Και για τους έρωτες της ζωής μου να αρχίσω να μιλάω, για ακόμη μια φορά θα δεις πως είχα την τύχη στο πλευρό μου. Γιατί αν το καλοσκεφτείς κι έχεις το χρόνο και τη διάθεση να κάτσεις να γράψεις τα μισά από τα σκηνικά που έχω ζήσει, τα πουλάς άνετα στη Βραζιλία για σίριαλ, έρχονται και μετά Ελλάδα για μεταγλώττιση και να πώς μπορείς να γίνεις εκατομμυριούχος σε μια στιγμή.

Η ζήλια και το κακό μάτι φταίνε για όλα, να όπως σήμερα που έπιασε έτσι άξαφνα βροχή και εγώ δεν είχα πάρει μαζί μου την ομπρέλα. Μούσκεμα μπήκα στο γραφείο και όλοι να γυρίζουν να με κοιτάνε. Μετά από αυτό είναι σίγουρο ότι αντί για casual, εμείς θα υιοθετήσουμε την wet Friday.

Γι’ αυτό σου λέω σκόρδα και πάλι σκόρδα μήπως βοηθήσει κι η μυρωδιά τους και μου αφήσουν αύριο καμιά θέση να κάτσω στο αστικό.

Συντάκτης: Μαρία Τριγώνη