Επιμελώς ατημέλητο στιλ, γήινα χρώματα, αέρινες μπλούζες, λινά υφάσματα, κρόσσια, δαντέλες, φλοράλ, μάξι φούστες, φαρδιές παντελόνες, κιμονό, τουρμπάνια, καπέλα, αξεσουάρ. Κομψό και άνετο ταυτόχρονα, σοφιστικέ και χύμα, ρομαντικό και δυναμικό, το boho style δεν υπακούει σε κανόνες και δεν μπαίνει σε κουτάκια. Ο απελευθερωτικός αέρας του συνδυάζει έθνικ, χίπικα, ροκ, vintage στοιχεία με ένα μοναδικά ισορροπημένο τρόπο. Γι’ αυτό εξάλλου αγαπήθηκε από το κοινό, γιατί ξεφεύγει από τους συμβατικούς στιλιστικούς κανόνες και δίνει τη σκυτάλη στην αυτοέκφραση και τη φαντασία. Όμως το boho δεν είναι απλά μια μόδα, ή ένα στιλ που ταιριάζει στην ανάλαφρη και ξέγνοιαστη διάθεση του καλοκαιριού. Είναι πολύ περισσότερα.

Μποέμ καταρχάς ονομάζεται αυτός που έχει καταγωγή από τη Βοημία, δηλαδή ο Τσιγγάνος/Ρομά (fun fact: γι’αυτό το layering είναι χαρακτηριστικό του boho style. Ο άνθρωπος που ζει νομαδική ζωή και ταξιδεύει συνεχώς, φοράει τα ρούχα του το ένα πάνω στο άλλο για να μην τα κουβαλάει -κάπως όπως όταν ταξιδεύουμε με αεροπλάνο και θέλουμε να γλιτώσουμε το κόστος της βαλίτσας- αλλά και για να τα βαζοβγάζει προσαρμοζόμενος ανάλογα στις κυμαινόμενες θερμοκρασίες.)

Η λέξη χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει κάποιους Παριζιάνους καλλιτέχνες. Μετά τη Γαλλική επανάσταση, κάποιοι λογοτέχνες, ζωγράφοι, ηθοποιοί αντιτάχθηκαν στον τρόπο ζωής της μπουρζουαζίας. Σταμάτησαν να δέχονται χορηγίες από πλούσιους, αποστράφηκαν τον υλισμό, αποφάσισαν να ζήσουν ως ελεύθερα πνεύματα. Ο καλλιτέχνης είναι μια πηγή έμπνευσης, όχι μόνο λόγω των έργων του αλλά λόγω του τρόπου ζωής του. Θέλησαν να περάσουν ένα μήνυμα μέσω της φιλοσοφίας του ζειν τους, εξέφρασαν κι ανέδειξαν την προσωπική ιδιαιτερότητά τους, έκαναν καμβάδες τους εαυτούς τους. Αφοσιώθηκαν στις πνευματικές τους αναζητήσεις, οραματιστές ανέμελοι και ξέγνοιαστοι. Αντισυμβατικοί καθώς ήταν, οι κοινωνικές νόρμες, οι καθωσπρεπισμοί και τα όρια τους άφηναν αδιάφορους. Έφτιαξαν έναν δικό τους κόσμο. Σε ουσίες και ποτό έβρισκαν καμιά φορά παρηγοριά και τόνωναν το δημιουργικό τους πνεύμα, ενώ δεν άργησαν να συγχρωτιστούν με άλλες ομάδες, όπως οι Τσιγγάνοι που λέγαμε και να λάβουν επιρροές.

Σε μια ένδειξη διαμαρτυρίας προς τα σφιχτά κι αυστηρά ρούχα (κορσέδες κλπ) της Βικτωριανής εποχής, άρχισαν να φορούν ριχτά, ανάλαφρα και πολύχρωμα ρούχα, με ανατολίτικα σχέδια και κεντήματα, καθώς και μαντήλια. Αρχικά χαρακτηρίστηκαν ως μποέμ με αρνητική χροιά. Απόκληροι και παρίες, η εκκλησία δεν τους αποδεχόταν και η υψηλή τάξη καθώς κι η επιστημονική κοινότητα τους απαξίωνε. Ωστόσο αυτοί οι άνθρωποι έκαναν το δικό τους και προς τιμήν τους δεν άφησαν μόνο πίσω τους έργα τέχνης- έγιναν έργα τέχνης οι ίδιοι. Γνωστοί μποέμ καλλιτέχνες είναι ο ζωγράφος Γκογκέν και ο ποιητής Πολ Βερλέν.

«Πένθιμη εποχή» χαρακτηρίστηκε η Βικτωριανή εποχή, αλλά δεν είμαι σίγουρη αν ο χαρακτηρισμός δεν προσιδιάζει στο σήμερα. Δε γίνεται να ζούμε σε έναν μουντό κόσμο, να ξεχνάμε να βλέπουμε την ομορφιά στα πράγματα, να ζούμε όπως μας έμαθαν ότι πρέπει κι όχι όπως αισθανόμαστε.  Ίσως σε όλους μας λείπει ένας μποέμικος αέρας στη ζωή μας, και δε μιλώ για τη μόδα. Ίσως πρέπει να επαναστατήσουμε βγάζοντας την τρέλα και τη δημιουργικότητά μας προς τα έξω, αγνοώντας τις αποδοκιμασίες και κάνοντας αυτό που λέει η καρδιά μας. Ίσως χρειάζεται να φτιάξουμε τον κόσμο που ονειροπολούμε. Ίσως μπορούμε να είμαστε πιο ελεύθεροι, πιο ιδεαλιστές, πιο ρομαντικοί, πιο ερωτευμένοι. Ίσως πρέπει απλά μια νύχτα να κοιμηθούμε κάτω από τα αστέρια.

 

Συντάκτης: Αφροδίτη Σωτηρίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου