Και τι είναι τελικά ο έρωτας; Mια απ’ τις πιο δύσκολες ερωτήσεις, για κάτι το οποίο ο καθένας από εμας έχει βιώσει, έστω και μια φορά στη ζωή του. Κι αυτό γιατί; Τι είναι το τόσο δύσκολο να περιγράψεις  για ένα συναίσθημα, το οποίο έχει μια τόσο μεγάλη επιρροή στη ζωή σου; Aν και κοινό, έχει τελικά εντελώς διαφορετικό αντίκτυπο στον καθένα από εμάς. Κάθε άτομο, κάθε κατάσταση, κάθε στιγμή είναι διαφορετική. Τα όρια που θέτει ο καθένας διαφέρουν. Οι αντοχές και οι παραχωρήσεις αλλάζουν ανάλογα με το πρόσωπο απέναντί σου και το δικό σου.

Κάτι όμως μένει πάντα ίδιο. Σε κάθε σχέση, ο έρωτας έρχεται πακέτο με την ένταση. Το πάθος για το οποίο όλοι μιλάνε, η έκρηξη, η τρέλα ή όπως αλλιώς εσύ θες να το ονομάσεις. Το μυστικό συστατικό που δίνει τόση αξία σ’ ένα τέτοιο συναίσθημα. Και αυτό δε καταλαμβαίνει από κανόνες. Μόνο που εύκολα η τρέλα αυτή μπορεί να ξεφύγει. Λεπτές είναι οι γραμμές ανάμεσα στη τρέλα του πάθους και στη τρέλα του νου. Και ακόμη πιο δύσκολο να τις ορίσει όσο ζεις μέσα σ’ αυτές.

Καθώς αναφερόμαστε σε ένα τόσο εγωιστικό συναίσθημα όπως ο έρωτας, υπάρχει πάντα ο χώρος για κτητικότητα και ζήλια, ακόμα και στα λιγότερο ανασφαλή άτομα. Έξαλλου ο φόβος του να χάσεις κάτι, είναι η απόλυτη απόδειξη του πόσο το θες στη ζωή σου. Αυτός ο φόβος μπορεί να οδηγεί ακόμη και στον παραλογισμό. Όντας σε μια σχέση, είναι δύσκολο ως ακατόρθωτο να κρίνεις αντικειμενικά κάθε σου συναίσθημα και σκέψη, πόσο μάλλον κάθε πράξη του άλλου. Δεν είναι κακό να ζηλέψεις ή να φανταστείς πράγματα και να δημιουργήσεις σενάρια με το μυαλό σου. Όσο βέβαια αυτό περιορίζεται στο σπίτι σου, με ένα μπουκάλι κρασί, ακούγοντας Πλούταρχο κι εκφράζοντας όλη σου την τρέλα στα φιλαράκια σου. Έτσι το αποβάλεις πλήρως απ’ το σύστημά σου και εν τέλει αναγνωρίζεις πώς όλο αυτό πηγάζει από το δικό σου κόσμο. Δεν είναι πραγματικό και δεν ευθύνεται κανείς γι’ αυτό.

Όταν αυτό ξεφεύγει απ’ τους τέσσερίς σου τοίχους και γίνεται ζήτημα στη σχέση σου, εκεί υπάρχει πρόβλημα. Όταν δεν μπορείς να ξεχωρίζεις τα όσα φαντάζεσαι λόγω του παράφορου έρωτά σου, απ’ όσα πραγματικά συμβαίνουν μπροστά σου. Τότε η ζήλια θα γίνει εξάρτηση, οι σκέψεις σενάρια επιστημονικής φαντασίας κι εσύ θα μετατραπείς στον απόλυτο συνωμοσιολόγο έναντι του ανθρώπου που έχεις στο πλάι σου. Χωρίς βέβαια αυτό να γίνεται άμεσα αντιληπτό κι επιλύσιμο.

Ξεκινάει με όσα απαιτούνται ενώ δεν υπάρχει λόγος, έτσι γιατί μας κάνουν να νιώθουμε καλύτερα. Ποιος χρειάζεται έτσι κι αλλιώς να βγαίνει μόνος του με φίλους του ή να έχει τηλέφωνα των πρώην στο κινητό του. Καλύτερα να αποφεύγουμε τσακωμούς και συζητήσεις, αφού πολύ απλά μπορούμε να δεχτούμε κάτι που δε μας κάνει και τρομερή διαφορά. Εξάλλου ο άνθρωπός μας είναι πιο σημαντικός από κάτι τέτοια μικρά. Και ξαφνικά ξυπνάμε μια μέρα και μαζί με τα τηλέφωνα ανακαλύπτουμε πως έχουμε χάσει και την προσωπική μας ελευθερία. Όλο αυτό γιατί θεωρήσαμε προστασία της σχέσης μας, το να δεχτούμε κάθε παράλογη ιδέα έχει ο άλλος, χωρίς πώς και γιατί.

Κι αυτό το συναίσθημα που τόσο λάτρεψες, αυτή η σύνδεση που σ’ ανέβασε σε διαστάσεις πέρα απ’ το φυσικό κόσμο, μετατράπηκε σε αρρώστια. Μια αρρώστια χωρίς γιατρειά. Γιατί καθετί όμορφο έχει ποτιστεί με αμφιβολία και ενοχές. Και πώς να ξεφύγεις από κάτι τέτοιο. Όταν πια ο έρωτας έχει μετατραπεί σε παθολογική κατάσταση, πώς να γυρίσεις τον χρόνο πίσω και να το διορθώσεις. Έτσι κι αλλιώς δε θες. Όταν αντιλαμβάνεσαι πως κάτι έχει γίνει σάπιο, δε θες να το φτιάξεις, να το αποβάλεις θες. Να διώξεις από πάνω σου καθετί που σε κάνει έναν άλλο άνθρωπο. Κάποιον που δεν αναγνωρίζεις και δε θες στη ζωή σου. Και μαζί κόβεις και ό, τι άλλο υπάρχει. Όσα έζησες και με όποιον τα έζησες. Γιατί ξέρεις ότι αυτή είναι η μόνη λύση για ό, τι δε λύνεται.

 

Συντάκτης: Μαρία Μόρρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου