Αρραβώνας. Μία λέξη με βαθιά σημασία και σίγουρα μεγάλη προϊστορία. Ο αρραβώνας είναι ένα εθιμοτυπικό που σε προηγούμενες γενιές θα λέγαμε πως έχει ζήσει χρυσές εποχές. Όταν αναφερόμαστε σε αυτόν μιλάμε για την αμοιβαία υπόσχεση δύο ανθρώπων για μελλοντική σύναψη γάμου.

Αυτό ίσχυε αρκετά στο τότε. Στο τώρα, όμως, τι γίνεται; Αρραβωνιάζονται πολλοί ακόμα σήμερα; Σίγουρα οι σχέσεις πια δεν έχουν την ίδια αντιμετώπιση, ούτε θεωρείται υποχρεωτικό δύο άνθρωποι να αρραβωνιαστούν πριν πάρουν την απόφαση να παντρευτούν.

Οι περισσότεροι δεν ακολουθούν το έθιμο αυτό, καθώς θεωρούν το άσκοπο, χάσιμο χρόνου και χρημάτων. Τα ζευγάρια επιλέγουν το επόμενο βήμα που θα κάνουν στη σχέση τους να ‘ναι η συγκατοίκηση και στη συνέχεια ή κι απευθείας να προχωράνε στο γάμο. Τι πιο άμεσο για την επισφράγιση μιας αγάπης απ’ την απόφαση του γάμου, άλλωστε; Αρκεί αυτή να ‘ναι κοινή επιθυμία, καθώς δεν αποτελεί για όλους αυτοσκοπό.

Ο αρραβώνας σήμαινε πολλά σε άλλες εποχές, όχι όμως και στη δική μας. Ήταν η έγκριση που θα έπαιρνε το ζευγάρι απ’ τα σόγια για να μπορεί να είναι κι επίσημα μαζί. Η προετοιμασία για το γάμο κι η κοινωνική αποδοχή αυτού του έρωτα. Δε γινόταν σε καμία περίπτωση ένα ζευγάρι να κυκλοφορεί δημόσια ή να συγκατοικεί χωρίς να έχουν δώσει την «ευχή» τους, δηλαδή τη συγκατάθεσή τους, οι οικογένειές τους.

Ο αρραβώνας, λοιπόν, ήταν η επίσημη γνωριμία των συγγενών του ζευγαριού, περιλαμβάνοντας σαφώς και τις συζητήσεις περί προίκας, πού θα μείνει το ζευγάρι κι όλα τα σχετικά. Μία συμφωνία κι εγγύηση για το τι πρόκειται να ακολουθήσει στο μέλλον, δηλαδή.

Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι αν οι αντιλήψεις αυτές έχουν ξεπεραστεί από καιρό, πολλά είναι και τα ζευγάρια εκείνα που ακόμα και σήμερα επιλέγουν να αρραβωνιαστούν. Θέλουν να τηρήσουν τα έθιμα και τις πατροπαράδοτες παραδόσεις ή απλώς να δώσουν μια χαρά στους δικούς τους.

Η αλήθεια είναι πως ο σύντροφός μας πλέον γνωρίζει τους γονείς μας ίσως κι απ’ την αρχή της σχέσης, πολλές φορές ακόμα κι αν δεν υπάρχει προοπτική για ουσιαστική δέσμευση, επισημοποιήσεις, γάμους κι ιστορίες. Με τον αρραβώνα, όμως, τα πράγματα είναι αλλιώς. Γίνεται η επίσημη ανακοίνωση του ζευγαριού –ως δυάδα που σκοπεύει να συνυπάρξει– σε φίλους και συγγενείς. Μπαίνει η σφραγίδα πως είναι μαζί και σκέφτονται κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον να ανέβουν τα σκαλιά της εκκλησίας. Γονείς κι αδέρφια του ζευγαριού γνωρίζονται ουσιαστικά κι έρχονται πιο κοντά μέσα από μία χαρούμενη ατμόσφαιρα, ενώ ίσως και να μπορούσε να θεωρηθεί όλη αυτή η διαδικασία κι ως μια μικρή ανανέωση της σχέσης.

Πολλές φορές, ακόμα και στη δική μας εποχή, ο αρραβώνας γίνεται για χατίρι των γονιών. Γιατί ενώ το ζευγάρι θέλει να συγκατοικήσει, οι γονείς κι οι απαρχαιωμένες αντιλήψεις τους δεν το θεωρούν πρέπον. Ίσως λίγο οπισθοδρομική σκέψη, αλλά δεν παύει να ‘ναι επιθυμία των γονιών που συνήθως γίνεται σεβαστή. Έτσι το ζευγάρι οδηγείται σε έναν τυπικό αρραβώνα, που ικανοποιεί τα σόγια, αλλά σίγουρα διαλύεται ευκολότερα από ένα γάμο σε περίπτωση που το ζευγάρι δεν ταιριάξει. Σαν να δοκιμάζουν τη σχέση τους πριν την επισημοποιήσουν οριστικά.

Ο αρραβώνας, όμως, έχει κι αυτός ένα κόστος. Και σίγουρα σε αυτήν την εποχή, όπου η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει κόκκινο, τα περιττά έξοδα που θα επιβαρύνουν το ζευγάρι αλλά και τους γονείς δεν είναι κι η καλύτερη ιδέα. Εξάλλου, ακόμη κι ο ίδιος ο γάμος μοιάζει με πολυτέλεια πια. Τα ζευγάρια είναι μαζί από έρωτα και συνειδητή επιλογή, όχι από προξενιά και χωρίς να ασχολούνται με προίκες και περιουσίες. Έτσι, αποφεύγουν τέτοιες πολυέξοδες γιορτές και τελετές και περιορίζονται στην ουσία της συμβίωσης και της απόφασης για ένα κοινό μέλλον.

Όταν όμως οι καταστάσεις το επιτρέπουν κι η ιδέα του αρραβώνα προέρχεται απ’ το ίδιο το ζευγάρι ως επιλογή τους κι όχι επιβαλλόμενη από συντηρητικούς συγγενείς, δεν παύει να ‘ναι μια γιορτή του έρωτα. Μια στιγμή, που επιλέγουν να μοιραστούν με όσους αγαπούν, που τους προετοιμάζει για την κοινή ζωή τους. Ναι, ο αρραβώνας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα σημαντικό βήμα σε μία σχέση. Ίσως όχι το σημαντικότερο, αλλά κι αυτό δεν παύει να είναι ένα βήμα πιο κοντά στο μυστήριο εκείνο που θα ενώσει τις ζωές δυο ανθρώπων στην ιδέα του «για πάντα». Γιατί όχι, λοιπόν;

 

Συντάκτης: Ειρήνη Δίγκογλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη