Ας γυρίσουμε λίγο πίσω στο μακρινό -ή όχι και τόσο- 2003. Τότε, ξεκίνησε να προβάλλεται στους δέκτες μας μια σειρά εν ονόματι «Σαββατογεννημένες». Ο Γιώργος Καπουτζίδης, υπογράφοντας και το σενάριο, αναλαμβάνει να ενσαρκώσει έναν ρόλο πρόκληση, του νεαρού Χοσέ, μετανάστη από την Ουρουγουάη που ήρθε στην Ελλάδα για να μπορέσει να βγάλει χαρτιά.

Ο Χοσέ μάς χάρισε στιγμές γέλιου, ευτράπελα και επικές ατάκες, ενώ έγινε πρωταγωνιστής σε έναν από τους πιο ιδιαίτερους και έντονους έρωτες που έχουμε δει στην ελληνική τηλεόραση. Φυσικά, σε αυτό έπαιξε τον ρόλο της και η εκπληκτική ερμηνεία της Βασιλικής Ανδρίτσου, της μακιγιέζ της «Πυρκαγιάς», ως Σίσσυ στις «Σαββατογεννημένες».

Εάν εκεί που χαζεύεις, αναρωτιέσαι κι εσύ αν υπάρχει έρωτας με την πρώτη ματιά και αν δύο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες μπορούν να συνυπάρξουν, ο έρωτας της Σίσσυ με τον Χοσέ καταφέρνει να σου αποδείξει πως όλα αυτά δεν είναι στη φαντασία σου. Πρόκειται για ένα ζευγάρι που επιβεβαίωσε ότι ο έρωτας είναι ικανός να σε τρελαίνει -με την καλή έννοια.

Όλα ξεκίνησαν μέσα από μια λεκτική κόντρα, όταν ο Χοσέ κατάλαβε ότι η Σίσσυ μιλάει Ισπανικά. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, απλά, λιτά κι απέριττα, την πιάνει και τη φιλάει. Χωρίς πολλή σκέψη, χωρίς να σκεφτεί αν συνθήκες είναι ιδανικές, επειδή απλώς του βγήκε. Από εκείνη τη μέρα και μετά, ο έρωτάς τους δεν έσβησε ποτέ.

Βρέθηκαν μάρτυρες σε μια ληστεία, στο μαγαζί της Σούλας, και μόλις κοιτάχτηκαν ο χρόνος έσβησε, η ληστεία ήταν σαν να μη γινόταν και αναζήτησαν απλώς ο ένας τα μάτια και τα χείλη του άλλου, δείχνοντας σε όλους εμάς ότι όσο σοβαρά κι αν είναι τα πράγματα, όποιος κι αν βρίσκεται τριγύρω, όταν είσαι ερωτευμένος αναζητάς μονάχα το πρόσωπο για το οποίο καίγεται η καρδιά σου.

 

 

Κι αν είσαι ο Χοσέ, τι κι αν βρίσκεσαι σε στρατόπεδο; Τι κι αν δεν μπορείς να φύγεις; Μια είδηση φτάνει από την αγαπημένη σου και βγάζεις φτερά στα δυο πόδια. Τι κι αν σε θεωρήσουν λιποτάκτη; Τι κι αν τιμωρηθείς; Όλα ωχριούν μπροστά στο να βρίσκεσαι δίπλα στον άνθρωπο που αγαπάς, πόσο μάλλον όταν μαθαίνεις πως πρόκειται να αποκτήσετε παιδί.

Ο έρωτας της Σίσσυ και του Χοσέ είναι η απόδειξη γιατί δεν πρέπει ποτέ να λες ποτέ. Άκουγες τον Χοσέ στα πρώτα επεισόδια να βροντοφωνάζει ότι δεν του αρέσει καθόλου η Ελλάδα και ότι δεν πρόκειται ποτέ να παντρευτεί Ελληνίδα. Κι όχι μόνο παντρεύτηκε τη Σίσσυ, αλλά έκαναν κι ένα παιδί, τον Καλατράβα. Κι όσο για τον ίδιο, κατέληξε στην Ουρουγουάη να κάνει ιδιαίτερα… ελληνικών! Καμιά φορά, τελικά, η ζωή έχει περίεργους αλλά όμορφους τρόπους να διαψεύδει τις δηλώσεις σου.

Τι κι αν ο Χοσέ έκανε τη Σίσσυ έξαλλη, τι κι αν ήταν ο ανώριμος της υπόθεσης και εκείνη έπρεπε να κρατάει τις ισορροπίες και να του εξηγεί καμιά φορά τα αυτονόητα, οι δυο τους έβλεπαν τις διαφορές ως τρόπο να αλληλοσυμπληρώνονται και όχι ως λόγο να μένουν χώρια. Και η  Σίσσυ απ’ την πλευρά της τον αγαπούσε γι’ αυτό που ήταν -όπως παραδέχτηκε στο τελευταίο επεισόδιο. Ακόμα και όταν γκρίνιαζε για το αποτυχημένο κούρεμα που του έκαναν στον στρατό, εκείνη είχε την οικειότητα να του πει την αλήθεια, ότι όντως δεν ήταν ωραίο, αλλά αυτό δεν άλλαζε κάτι στα συναισθήματά της. Πόσο μεγάλο πράγμα, τελικά, να αγαπάς την ψυχή και να μη στέκεσαι στο περιτύλιγμα.

Ζήσαμε μαζί τους έναν έρωτα αντισυμβατικό. Έναν έρωτα που δεν κοιτάει κοινωνική θέση, καταγωγή, μόρφωση, οικονομικό υπόβαθρο. Έναν έρωτα που ξεκίνησε από χημεία και πάθος και κατέληξε στο «για πάντα» και που κατάφερε να μας δείξει πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει κανείς όταν βρίσκεται σε μια υγιή σχέση. Και το καταλάβαμε και όταν είδαμε τη Σίσσυ να είναι υποψήφια για Όσκαρ, έχοντας σκηνοθετήσει μια ταινία στην Ουρουγουάη, και τον Χοσέ με καμάρι να δηλώνει ότι η δική της ταινία ήταν καλύτερη από τις υπόλοιπες. Πόσο υπέροχο είναι να έχεις δίπλα σου έναν άνθρωπο που σε στηρίζει και σε βοηθάει να εξελίσσεσαι.

Ο έρωτάς τους έμοιαζε με έρωτα παιδικό. Έμειναν μακριά από στερεότυπα, χωρίς να τους ενδιαφέρουν όλα αυτά στα οποία διέφεραν, γιατί είχαν το πιο σημαντικό: Μια τρελή χημεία που κατάφεραν και έκαναν αγάπη. Ένας έρωτα διαφορετικός, που δεν περιμέναμε, αλλά κατά βάθος θέλαμε πολύ αυτοί οι δύο να καταλήξουν μαζί. Γιατί είχαν το θάρρος και το θράσος να αγνοήσουν τους πάντες και τα πάντα γύρω τους και να ζήσουν σ’ έναν κόσμο που έφτιαξαν μόνοι και μαζί.

Συντάκτης: Νίκη Χατζηευστρατίου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.