Τι να συμβαίνει, άραγε, με τις σχέσεις; Είναι τόσο πολύ συνδεδεμένες με τον εαυτό μας απ’ την αρχή ή εμείς τις αφήνουμε να γίνουν ο εαυτός μας; Πασχίζουμε να κατακτήσουμε τη σχέση αυτή καθεαυτή ή τον εαυτό που μας βγάζει ο συγκεκριμένος άνθρωπος; Τον θέλουμε έτσι όπως είναι ή θέλουμε να τον βάλουμε στα καλούπια μας; Τι, πραγματικά, είναι αυτό που μας κάνει να πιστεύουμε πως αν δεν έχουμε σχέση είμαστε μόνοι κι όταν την αποκτούμε  νιώθουμε πως χάνουμε την ελευθερία μας; Και πόσα άλλα ερωτήματα πάνω σε μια φράση που έρχεται για να μας πει μια πικρή αλήθεια. Ένα ρητό που λέει πως «εκτιμάς κάτι μόνο όταν το χάσεις».

Αλήθεια είναι. Αν μιλήσουμε γενικά, υφίσταται ο νόμος της σχετικότητας. Αν χάσεις, για παράδειγμα, το κινητό σου, αυτόματα μπαίνεις σε μια διαδικασία όπου αρχίζεις κι αναπολείς τον κόπο σου για να το αποκτήσεις, τις φωτογραφίες ή τις χρήσιμες επαφές, που δύσκολα θα αποκτήσεις ξανά, κι ένα σωρό άλλες δυσάρεστες σκέψεις. Αν χάσεις, όμως, κιλά, δεν αναπολείς κάτι χρήσιμο, γιατί πλέον κινείσαι πιο άνετα, αισθάνεσαι καλύτερα με τον εαυτό σου κι η όλη ψυχολογία σου φαίνεται να μην έχασε κάτι, αλλά να κέρδισε πόντους αυτοπεποίθησης. Έτσι, λοιπόν, λειτουργούμε και στις σχέσεις.

Πολλές είναι οι φορές που φεύγουμε από μία σχέση και νιώθουμε πως όλα ανοίγονται μπροστά μας, πως έπρεπε να γίνει για να προχωρήσουν κι οι δύο πλευρές προς το καλύτερο. Πως οι κύκλοι είναι για να κλείνουν και να ανοίγουν άλλοι, καινούριοι. Άλλωστε, αυτό δεν πρέπει να αποζητούν κι οι άνθρωποι; Το νέο, το απάτητο, το μη καθημερινό; Κι όμως, μερικοί χωρισμοί, που δεν είναι και λίγοι, μας πήραν και μας σήκωσαν. Είχαν άρωμα από εγωισμό κι η απόρριψη καμουφλαρίστηκε πάμπολλες φορές στο φως ενός υποτιθέμενου ενδιαφέροντος, που ήθελε (και καλά) ένα σοκ για να συνειδητοποιηθεί. Υιοθετήσουμε τους βολικότατους ρόλους των θυμάτων και ξεκινήσαμε ένα νέο παιχνίδι. Μόνο που ξεχάσαμε ότι αυτό το παιχνίδι δεν έχει νικητή.

Αρχίσαμε να φλερτάρουμε ασταμάτητα την πρώην σχέση μας, παίρνοντας αγκαζέ την ψευδαίσθηση ότι θα καταφέρουμε να κερδίσουμε τον χρόνο που αφήσαμε. Πιστέψαμε ότι μετά από ένα φινάλε, θα καταφέρουμε να επανορθώσουμε στα μάτια που κάποτε μας κοίταζαν τρυφερά μέσα στη σχέση. Κι ενώ αυτά, πλέον, κρύβουν θυμό, οίκτο, περιφρόνηση, μίσος ή κι απάθεια, ανάλογα με τη συμπεριφορά που τα κεράσαμε, γινόμαστε γλοιώδεις, δίνοντας την πυξίδα στον εγωισμό μας και κάνοντάς τον καπετάνιο στις κινήσεις μας. Κι η αξιοπρέπεια φλερτάρει με το μηδέν κι η επαφή μας με την αυτοκριτική αγγίζει πλέον τους μείον βαθμούς Κελσίου.

Ο εγωισμός –όταν δε γίνεται εγωκεντρισμός κι όταν δε ντύνεται με κόμπλεξ– ποτέ δεν πήγε κανέναν άνθρωπο στους μείον. Ο εγωισμός πάντοτε έκρυβε επιλογές για το καλό του εαυτού σου. Το πάθος που σε κυριεύει για τον πρώην μετά τον χωρισμό ίσως να μην είναι εγωισμός. Τα πεθαμένα συναισθήματα που ξαφνικά στο αντίο αναγεννιούνται και τα ανύπαρκτα, που τώρα δημιουργούνται, μόνο ειλικρινή δεν είναι.

Είναι απλά η απώλεια που δεν ξέρεις πώς να τη διαχειριστείς, ο κλονισμός των δεδομένων σου, εκείνο το ταρακούνημα στην αλαζονεία σου. Σαν να έχασες κάτι χρήσιμο, μα δεν μπορούμε να παρομοιάζουμε ανθρώπους με αντικείμενα και χρηστικές αξίες. Ίσως να μοιάζει με ένα ακριβό στιλό ή με τα κλειδιά του αυτοκινήτου, που είναι δυσεύρετα τα αντικλείδια τους. Αλλά με άνθρωπο σε καμία περίπτωση. Τον ποθείς λόγω της κατάρρευσης του εσωτερικού σου κόσμου.

Έβλεπες σε αυτόν τον άνθρωπο όλα εκείνα που δεν προσπάθησες να βρεις μέσα σου και πάσχιζες να τα πάρεις από αλλού. Είχες κουμπώσει τη δειλία σου και τον φόβο σου για τη μοναξιά με τα θετικά συναισθήματα που σου έβγαζε, και τώρα η ανασφάλεια κραυγάζει πως αγαπά, πως τάχα μετάνιωσε. Και τι δε θα ‘δινες να παίξεις πάλι τον ρόλο του κυνηγού για να επιστρέψει όλη αυτή η βολή. Μόνο που ξέχασες να κοιτάξεις το μέσα σου, γιατί ειπώθηκε πως ο ρόλος του εγωιστή σου ανήκει.

Παρτάκιας, φίλε μου, αυτός είναι ο ρόλος σου σ’ ένα θέατρο χωρίς θεατές. Νομίζεις πως παίζεις, αλλά παράσταση χωρίς κοινό δεν υφίσταται. Το μόνο κατόρθωμα είναι να πέφτεις στα μάτια του ανθρώπου που υπήρξε κάποτε συμπρωταγωνιστής σου, για όσο.

Νομίζουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε όλα, μα ξεχάσαμε να θυμόμαστε ότι μπορούμε και να μην τα καταφέρνουμε.

Συντάκτης: Ιωάννης Σαββίδης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη