Και ποιος από εμάς δεν έχει νιώσει ζήλια; Όλοι έχουμε ζηλέψει κι ως παιδιά κι ως ενήλικες πολλές φορές. Τι είναι, όμως, η ζήλια; Πώς την ορίζουμε; Αν το σκεφτούμε καλά, ενώ όλοι φιλοξενήσαμε αυτό το συναίσθημα μέσα μας μάς είναι δύσκολο να το περιγράψουμε.

Ένας γενικός ορισμός της ζήλιας είναι όταν ένας άνθρωπος αισθάνεται κατώτερος σε κάτι (υλικά, ψυχικά ή πνευματικά) από κάποιον άλλον. Στο πλαίσιο της σχέσης, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η ζήλια μετατρέπεται σε ένα καταστροφικό κι επικίνδυνο συναίσθημα, το οποίο δηλητηριάζει τόσο αυτόν που το νιώθει όσο κι εκείνον που το λαμβάνει. Είναι ένας συνδυασμός –ή ένας κατακλυσμός– πολλών συναισθημάτων, όπως είναι η δυσαρέσκεια, ο φόβος της απόρριψης, η ανασφάλεια, η δειλία, η έλλειψη εμπιστοσύνης κι αυτοσεβασμού, με βάση όλων τον εγωισμό και την καχυποψία, που κάνει καλή παρέα με τη φαντασία.

Ένας άνθρωπος που ζηλεύει παθολογικά σε μια σχέση, κουράζει και κουράζεται, καταστρέφει και καταστρέφεται. Αισθάνεται ενοχές που αδικεί το ταίρι του με το να το υποψιάζεται διαρκώς, μα δεν μπορεί να σταματήσει τα αρνητικά σενάρια. Αρχικά, η ζήλια του βασίζεται σε μία φαντασίωση, σε μία πιθανότητα, σε ένα «αν», και γκρεμίζει κάτι αληθινό. Στο μυαλό του είναι πιο σημαντικά αυτά που θα μπορούσε να κάνει ο σύντροφός του για να τον πληγώσει από αυτά που κάνει ήδη για να τον κάνει χαρούμενο. Έπειτα, η αγάπη κι η ζήλια είναι δύο έννοιες αντιφατικές. Η αγάπη αντιπροσωπεύει την ταπείνωση του εγωισμού και την ανύψωση της ευτυχίας του συντρόφου μας. Όταν αγαπάμε αληθινά κάποιον, οι δικές του ανάγκες κι η δική του χαρά υπερτερούν από όλα τα υπόλοιπα.

Αντίθετα, στη ζήλια και στη κτητικότητα μπαίνουν οι δικές μας ανάγκες πρώτες αλλά κι οι ανασφάλειές μας, οι φόβοι μας, οι αδυναμίες μας και, τελικά, ο εγωισμός μας. Θυσιάζουμε τα πάντα σε μία προσπάθειά μας να αισθανθούμε ασφάλεια, σε μία προσπάθεια άσκοπη. Στον έρωτα αρχή και τέλος είναι το ρίσκο. Τίποτα δεν είναι δεδομένο στη σχέση δύο ανθρώπων κι ακριβώς εκεί βρίσκεται κι η γοητεία της ένωσής τους. Απλώς προσπαθούμε για χάρη ενός ανθρώπου, χωρίς να ξέρουμε την κατάληξη, χωρίς καμία εγγύηση, χωρίς καμία επιβεβαιωμένη υπόσχεση. Όταν πια αγαπήσουμε, δε μένουμε μαζί του για εμάς, αλλά γιατί πιστεύουμε πως μπορούμε να είμαστε εμείς εκείνοι που μπορούν να τον κάνουν ευτυχισμένο.

Απ’ την πλευρά του ατόμου που δέχεται τη ζήλια, τα πράγματα είναι δυσκολότερα, καθώς δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να αλλάξει αυτήν την κατάσταση. Ανέχεται, πιέζεται και παράλληλα νιώθει τύψεις για πράγματα που δεν έκανε, αλλά και γιατί πιστεύει ότι δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στον σύντροφό του.

Κακά τα ψέματα, σε κάθε σχέση υπάρχουν πειρασμοί. Πολλές φορές αυτό που μας αποτρέπει από εκείνους δεν είναι ο εαυτός μας, αλλά ο σεβασμός στην εμπιστοσύνη που μας δείχνει ο άνθρωπός μας. Αν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, όμως; Μήπως, τελικά, η ζήλια αντί να απωθήσει τον σύντροφό μας απ’ την απάτη, τον ωθεί προς το μέρος της;

Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα ενός αρνητικού συναισθήματος στην υπερβολική του μορφή είναι κι αυτά αρνητικά και καταστροφικά για εμάς και για τους ανθρώπους που διαλέξαμε στη ζωή μας. Με τη ζήλια δείχνουμε έλλειψη σεβασμού στον αγαπημένο μας αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό. Κι όλα αυτά γιατί; Απλώς για να αποτρέψουμε μία πιθανότητα, αν όχι μία απλή φαντασίωση.

 

Συντάκτης: Βασιλεία Παπαδημητρίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη