Γράφει Ταόριμ

Αν όλα ήταν μια διαδρομή εσύ θα ήσουν ένα τσιγάρο μου δρόμος. Παθιασμένη να σε καπνίσω. Η χειρότερή μου συνήθεια που λατρεύω. Ένα αγαπημένο μου τσιγάρο, με όλα τα δικά μας αναμμένα. Με τζούρες αγάπης από ένα τσιγάρο που θα κρατώ και θα καίγεται μέχρι να σε συναντήσω. Τόσο θα κάνω για να έρθω κοντά σου. Μια διαδρομή, μια απόσταση, όσο ένα τσιγάρο. Ο εθισμός και η εξάρτησή μου. Οι σπίθες της προσμονής μου. Να σε τυλίγω με τον καπνό μου σε αξόδευτες αγκαλιές.  Να σε ρουφάω μέσα μου και να γεμίζω το σώμα μου με σένα. Πάντα θα κρατάω ένα τελευταίο που θα καίγεται για μας. Μέχρι το τέλος της διαδρομής μας.

Αν όλα ήταν μια λέξη εσύ θα ήσουν τα ξόβεργά μου. Εκείνες οι μικρές παγίδες που μπήκαν στις ζωές και των δύο μας. Γεμίσανε τους χώρους μας, τις στολίσαμε πάνω μας και τις κάναμε μυρωδιές και γεύσεις. Τις αφήσαμε να μας κοιτάζουν όταν διαβάζουμε, να τις ακούμε όταν οδηγάμε, να τις βλέπουμε. Τις κάναμε λέξεις δικές μας και τραγούδια αγαπημένα. Και δεν τις αφήσαμε ποτέ γιατί πάντα μας θυμίζουν πόσο ξεχωριστοί είμαστε οι δυο μας.

Αν όλα ήταν ένα χρώμα εσύ θα ήσουν το γκρι της ζωής μου. Η ανάμειξη του λευκού και του μαύρου. Γιατί αυτά είχε η παλέτα μας. Λευκό με στιγμές ευτυχίας και μαύρο θλίψης. Λευκό για την απόλυτη παράδοση στη σχέση μας, την καθαρότητα των ματιών μας. Μαύρο στο φόβο που είχα για το μέλλον, στο τέλος που δεν περίμενα. Τα αναμίξαμε στο γκρι των συμπεριφορών μας. Στα σκοτάδια που πέσαμε. Με έκανες να μισώ πια το γκρι.

Αν όλα ήταν μια γεύση εσύ θα ήσουν μαύρη σοκολάτα. Η αγαπημένη μου. Μικρές μπουκίτσες ευτυχίας που έλιωναν και με γέμιζαν ευφορία. Ποτέ δε μου άρεσε όταν έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα σε σένα και στη μαύρη σοκολάτα που μου πρόσφερες.  Κομμάτια μαύρης σοκολάτας το πρώτο δώρο που μου χάρισες. Η αγάπη μου και η ασφάλειά μου. Το αντικαταθλιπτικό μου. Η τόνωση και η διέγερση των αισθήσεων μου. Και τώρα με ένα κομμάτι μαύρης σοκολάτας να λιώνει στο στόμα μου, σου γράφω.

Αν όλα ήταν μια εποχή εσύ θα ήσουν η Άνοιξη. Γιατί Άνοιξη έφερες στη ζωή μου όταν σε γνώρισα. Ανθίσαμε και οι δύο μας και γεμίσαμε τον κόσμο γύρω μας φως και χρώμα. Χαμόγελα. Άνοιξη και στις καρδιές μας. Και είχαμε ανάγκη το νέο, το φρέσκο στη ζωή μας. Να αφεθούμε στη διάθεση και στην παρόρμηση της πιο όμορφης εποχής. Της δικής μας εποχής. Μια Άνοιξη εγώ και συ.

Αν όλα ήταν ένας αριθμός εσύ θα ήσουν το ένα. Το πρώτο ανυπέρβλητο μοναδικό μου. Το ξεκίνημα των συναισθημάτων μου, η θέλησή μου. Ο πρώτος αριθμός. Η αρχή μου. Η μονάδα μου. Το απόλυτό μου. Όλα εκείνα τα πρώτα που τόλμησα, που ρίσκαρα, που γεύτηκα. Δε θα μπορούσες να είσαι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από την Αρχή.

Αν όλα ήταν ένα παραμύθι εσύ θα ήσουν η έμπνευση για μια ιστορία με ήρωες εμάς τους δυο. Ένα παραμύθι χωρίς όνομα. Και χωρίς τέλος. Γιατί στα παραμύθια δε δίνουμε πάντα τέλος. Και ξέρω πως θα πάλευες με δράκους για να με σώσεις, θα περπατούσες στο δάσος για να με βρεις, θα όργωνες ωκεανούς για να με συναντήσεις. Θα μου έχτιζες κάστρα και θα με κρατούσες μακριά από μάγισσες και ξωτικά. Θα μου έφτιαχνες ένα παραμύθι για να με κοιμίζεις όταν δεν θα ήμουν καλά. Και μέσα σ΄ αυτό το παραμύθι θα είχες χωρέσει όλες σου τις σκέψεις.

Αν όλα ήταν αλλιώς. Αν… ίσως, εσύ κι έγω κάπου, κάποτε, να ήμασταν και αλλιώτικα μαζί.