Θα μου δώσεις λίγο χρώμα απ τα μάτια σου να γράψω κάτι αληθινό για τον έρωτα;

Έλα κοντά μου και άφησέ με να σε κρατήσω! Έστω για λίγο. Αν σου πω να πιάσεις τους σφυγμούς μου για να δεις πώς χτυπάει γρήγορα η καρδιά μου μην κάνεις πίσω, μην φοβηθείς

Ξέρω είναι δύσκολο και εγώ φοβάμαι, δεν ξέρω γιατί και δεν θέλω να μάθω.

Όταν κοιμηθούμε, άσε με να βάλω τις μπούκλες μου πάνω στο πρόσωπό σου.

Θα σου χαμογελάσω συγκρατημένα, αλλά μέσα μου να ξέρεις θα νιώθω σαν παιδάκι που κάνει σκανταλιές. Αν σου γυρίσω την πλάτη, και πάρω αγκαλιά το μαξιλάρι, απομακρυνθώ από κοντά σου και κοιτάξω το ταβάνι, μην ανησυχείς, θα είναι για λίγο. Απομακρύνομαι για να σκεφτώ ότι αυτό το τόσο μαγικό, το ότι είμαστε μαζί, θα τελειώσει.

Δύο δεύτερα μετά θα σκεφτώ ότι πρέπει να το ζήσω, να επιστρέψω στην θέση μου, να ρίξω τα μαλλιά μου πάνω σου, να πάρω μια γερή τζούρα από το άρωμά σου, να χαϊδέψω τα χείλια σου, να πάρω μια βαθιά ανάσα και να πω στον εαυτό μου, στο διάολο εσύ, και ο φόβος σου, και οι ανακατωμένες σκέψεις σου και οι μπούκλες σου. Μείνε εδώ και προσπάθησε να αφουγκραστείς το κάθετι. 

Μείνε εδώ σαν να είναι η τελευταία φορά. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις πότε θα είναι η τελευταία φορά.

Έτσι σου έγραφα ραβασάκια, μετά από κάθε συνάντησή μας, αυτό το  λίγο καιρό που σε ξέρω, σαν έφηβη σου έγραφα και μετά γελούσα με τον εαυτό μου, τα έκανα μπαλάκι με το χέρι μου και τα πετούσα με νεύρο στο τοίχο, στοχεύοντας τον κάδο. 

Λες και θα μπορούσα να στα δώσω ποτέ, κρατούσα κανένα πετυχημένο, μήπως και στο δώσω στα κρυφά, ή στο βάλω στο μπουφάν σου καθώς φεύγεις.

Ναι, μια από κείνες τις φορές που φεύγεις βιαστικά.

Νόμιζα ότι ο φόβος ήταν δικό μου προνόμιο. Ότι μόνο εγώ έχω ανασφάλειες περί έρωτος, και τώρα που το τελειώνουμε σιγά σιγά και βασανιστικά, καταλαβαίνω το αντίθετο.

Κάνουμε ανόητες σκέψεις για χάρη του έρωτά μας. Σα να θολώνει το μυαλό και το κορμί να ακολουθεί ανεξέλεγκτα. Ακόμη και η πιο χαζή σκέψη μας φαίνεται γαμάτη και ιδανική. 

Κρύβει μια παιδικότητα ο έρωτας, από τις στιγμές που περιμένεις με ανυπομονησία ένα τηλέφωνο μέχρι τον πρώτο ανούσιο καυγά που δεν έγινε το χατίρι του ενός ή του άλλου, είσαι σαν παιδί που περιμένεις κάτι, που περιμένεις αν ο έρωτας αυτός είναι αληθινός και αν θα κρατήσει για πάντα. 

Ακόμα και οι λέξεις που χρησιμοποιούμε είναι υπερβολικές , αλλά περιμένουμε πως και πώς να τις ακούσουμε ή να βρεθεί η κατάλληλη στιγμή να τις ξεστομίσουμε.

Σαν παιδί λοιπόν, κάθε φορά που σε έβλεπα, έχανα τα λόγια μου, και σχεδόν ποτέ δεν μπορούσα να σου πω τι αισθάνομαι. Δεν χρειαζόμουν τίποτα άλλο εκείνες τις στιγμές, πέρα από το να σε παρατηρώ. Ήταν η διέξοδός μου.

Θα μου λείπει αυτή η παιδικότητα του έρωτα, θα υποφέρω χωρίς αυτό το σαράκι μέσα μου.

Έλα να με απελευθερώσεις.