Χθες βράδυ είδα μια φωτογραφία με την καινούρια σου. Εκείνη έγερνε στον ώμο σου κι εσύ χαμογελούσες απολαμβάνοντας τον έρωτα ξανά. Τότε συνειδητοποίησα πόση αλήθεια έκρυβαν τα λόγια του φίλου σου εκείνη τη βραδιά, μπερδεμένα με κρασί, τραγούδι και γέλια. Μην τον φοβάσαι αυτόν τον άνθρωπο μου είπε, ξέρει τον τρόπο να επιβιώνει και να περνάει πάντοτε καλά. Όλοι νομίζουμε πως θα υποφέρει κι εκείνος ξαναγεννιέται απ’ τις στάχτες του.

Πώς το κάνεις αυτό ρε φίλε; Άνοιξε μια σχολή και μάθε μας τρόπους να προχωράμε. Να μη θυμόμαστε, να μην πονάμε και να μην ελπίζουμε. Μάθε μας να γυρίζουμε σελίδα και να ξεκινάμε πάλι απ’ την αρχή. Να μη μας τρομάζει το κενό της απουσίας, να μην μας τρελαίνουν οι αναμνήσεις και να μη νιώθουμε ένα με το πάτωμα. Δίδαξέ μας πώς να σκορπάμε έρωτα κι όνειρα, πώς να πουλάμε «φύκια για μεταξωτές κορδέλες».

Οδήγησέ μας στο δικό σου κόσμο, εκείνον που δε γυρίζεις πίσω να δεις την καταστροφή που προκάλεσες. Εκεί που τα νέα σου όνειρα, σου δίνουν τη δύναμη να μην ασχοληθείς με όσα μπορεί να σε πονέσουν. Επιφάνεια μόνο και καθόλου εμβάθυνση, άλλωστε για να σκύψεις μέσα σου, πρέπει να έχεις τα κότσια και να μη φοβάσαι, να μην το βάζεις στα πόδια, όταν οι καταστάσεις δε σε βολεύουν και να μη γίνεσαι επίορκος.

Μάθε μας πώς δακρύζουν τα μάτια όταν φωνάζεις σ’αγαπώ και πώς γίνεται να τρέμεις όταν αγκαλιάζεις. Ποια δραματική σχολή έχει υποτροφία για να σου την προσφέρουν και να γίνεις το ανερχόμενο αστέρι του αιώνα;

Χαλάλι σου το χειροκρότημά μου, χαλάλι σου όλες οι στιγμές μου. Όχι δεν ήμουν θύμα σου και δεν ήσουν θύτης. Δε γουστάρω ν’ απολαύσεις καμία εξουσία σου επάνω μου πλέον, γιατί ήσουν το λίγο και ήμουν το πολύ, εκείνο που σου έπεσε βαρύ και δεν κατάφερες να εκτιμήσεις γιατί πνίγηκες. Έτσι γίνεται βλέπεις όταν οι άνθρωποι δεν έχουν μάθει στα αληθινά συναισθήματα και ζουν μόνο για τα εφήμερα από συνήθεια.

Σε μισώ; Νομίζεις. Σε σιχαίνομαι; Απατάσαι. Υπάρχω ακόμη κι αυτό δείχνει ότι η ζωή συνεχίζεται και χωρίς τη δική σου ύπαρξη, κι όχι δε σε χρειάζομαι για να νιώσω ευτυχία, δε θα χαμογελάω ψεύτικα και δε θα πνίγομαι στη θύμηση των όσων περάσαμε.

Ήθελα να έρθω να σε κοιτάξω στα μάτια και να βρω απαντήσεις. Τώρα δε θέλω ούτε να σε ξέρω και δε θα σου κάνω την τιμή να με ξαναδείς, γιατί ξέρω πως μπορείς να υποκρίνεσαι τόσο άψογα που ποτέ δε θα μάθω την αλήθεια.

Η ζωή είναι μεγάλη «πόρνη», σε πουλάει και σε αγοράζει όπως το ορίζει εκείνη την ώρα που δεν το περιμένεις. Αυτό ισχύει για όλους, γιατί στον κανόνα της δεν έχει βάλει εξαιρέσεις. Όλοι πληρώνουμε το τίμημα των επιλογών μας. Κι όχι δεν είμαι τόσο υπεράνω για να πω ότι θέλω να γίνεις η εξαίρεσή της.

Δεν έχει να κάνει με εκδίκηση, ούτε με μικροπρέπεια. Έχει να κάνει με το άδικο. Δε γίνεται να την πληρώνουν πάντοτε όσοι μπορούν να αγαπούν και να δίνουν την ψυχή τους και τύποι σαν εσένα να τη γλυτώνουν με «γρατζουνιές».

Δεν είναι η φωτογραφία σου η αφορμή για να ξεχειλίσει το ποτήρι, είναι η έλλειψη ανθρωπιάς σου. Δηλώσεις κι υποσχέσεις που είχαν να κάνουν με την εκτίμηση κι όχι με τον έρωτα. Ούτε αυτά δεν κρατήθηκαν, ούτε για τα προσχήματα. Μια μουτζούρα κι ανοίγουμε νέα παράγραφο, ή ακόμη καλύτερα αλλάζουμε τελείως θέμα.

Τούτο όμως είναι το «κύκνειο άσμα» σου. Δεν αξίζεις να είσαι αθάνατος μέσα μου, όχι γιατί δεν αποδείχτηκες ικανός να κάνεις όσα έλεγες, αλλά γιατί δεν έχεις ίχνος ευαισθησίας μέσα σου. Νιώθω όμως κι απίστευτα τυχερή που σε γνώρισα, γιατί στο πρόσωπό σου έμαθα να ξεχωρίζω τους γλυκοψεύτες και να μην επενδύω σε κούφιους ανθρώπους. Τώρα ξέρω το είδος σου κι έχω μια ιδέα για το τι άνθρωπος δε θα ήθελα ποτέ να γίνω.

Εσύ πιστεύεις ότι είσαι ονειροπόλος κι ότι η ζωή θέλει να τη ζεις για τις στιγμές και θα συμφωνήσω εν μέρει. Το να ζεις και να γεύεσαι τις στιγμές σου όμως, δε συνεπάγεται να στερείς τη ζωή του άλλου, γιατί αυτό φίλε μου δεν είναι μαγκιά, είναι εν ψυχρώ δολοφονία. Εγώ αναλαμβάνω την ευθύνη που μου αναλογεί κι έχει να κάνει με την εκούσια «τύφλωσή» μου και την άνευ όρων παράδοσή μου στα χέρια σου και με χαρακτηρίζω υπόλογη κι υπεύθυνη για την κατάθεση της ψυχής μου.

Γιατί η αλήθεια είναι ότι δε μου τη ζήτησες, εγώ στην προσέφερα ακολουθώντας το δικό σου «κράτα με κι όπου βγει». Αναρωτιέμαι ειλικρινά, αν ποτέ βρεις τη δύναμη να κοιταχτείς στον καθρέφτη και να αναλάβεις τη δική σου ευθύνη για όλα όσα διέγραψες με τόση ευκολία στην απίστευτη «φόρα και λαχτάρα» σου να τα ζήσεις όλα στο μέγιστο, ενώ το μόνο που κατάφερες είναι να τα αφήνεις όλα μισοτελειωμένα και «μισοφαγωμένα».

Πώς γίνεται να πιστεύεις ότι παίρνεις τη γεύση από κάτι δοκιμάζοντας μόνο μια «μπουκιά», ίσα για να καταστρέψεις την ολοκληρωμένη εικόνα του και μετά να πας παρακάτω να δοκιμάσεις κάτι ακόμη; Πρόσεχε, όμως, γιατί οι διαφορετικές γεύσεις δε χορταίνουν, απλώς σε λιγώνουν μέχρι να σου χαλάσουν τελείως το στομάχι. Σου εύχομαι, λοιπόν, «καλή χώνεψη».

 

Επιμέλεια κειμένου Ευρυδίκης: Νάννου Αναστασία.