Από τη Σ.

 

Πρόλαβα να επενδύσω. Ποιος; Eγώ. Που μετά το πρώτο στραπάτσο που έφαγα, δε βασιζόμουν ούτε στα πόδια μου καλά καλά. Κι όμως σ’ εσένα πρόλαβα να επενδύσω.

Πρόλαβα και σε φαντάστηκα πρωινά δίπλα μου στο κρεβάτι. Φαντάστηκα την αγαπημένη σου θέση στον καναπέ μου και πώς θα βολεύομαι εγώ πάνω σου. Πώς θα με παίρνει ο ύπνος με το κεφαλοκλείδωμα που μου κάνεις και πώς θα θεσπίσω δικό μας νόμο που απαγορεύει να κοιμόμαστε μαλωμένοι. Πρόλαβα και σ’ έκανα εικόνα σε κυριακάτικες βόλτες στην παραλία, με ήλιο και καφέ.

Πρόλαβα και ρομαντίστηκα λίγο με τραγούδια –επιτέλους, όλα τα τραγούδια μιλούσαν και για μένα πια! Πρόλαβα και σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι στις 5 το πρωί με μοναδική σκέψη να σου πω καλημέρα, πρόλαβα και είπα στους δικούς μου με ενθουσιασμό ότι επιτέλους βρήκα κάτι που αξίζει. «Βρήκα κάτι αμοιβαίο» τους είπα, «βρήκα κάτι που θα κρατήσει» κι εκείνοι χαμογέλασαν με το χαμόγελό μου και σ’ ευχαρίστησαν χωρίς να το ξέρεις, γιατί είχα καιρό να γελάσω έτσι.

Πρόλαβα και απέκτησα αυτή τη λάμψη που λένε όλοι, αυτήν ντε, τη χαρακτηριστική, που καταλαβαίνουν όλοι από μακριά πως κάτι έχει αλλάξει πάνω σου.

Φαντάστηκα μαζί σου Πρωτοχρονιές με κρασί, κόκκινα μάγουλα και βλέμματα. Φαντάστηκα τεμπέλικα χάδια σε ξαπλώστρες το καλοκαίρι και το χέρι σου να περνάει σχεδόν μηχανικά, σχεδόν λόγω συνήθειας, μέσα από τα μαλλιά μου. Πρόλαβα και συνήθισα το χάδι σου και δεν ήταν η συνήθεια που καταντάει ρουτίνα. Ήταν η συνήθεια που σου βγάζει οικειότητα, κάτι γνώριμο, αγαπημένο, σχεδόν οικογενειακό.

Πόσο αφελής υπήρξα και πόσο βλάκας νιώθω τώρα. Πώς πρόλαβα να σε βάλω μέσα σε τόσα όνειρα; Ήταν ξέρεις όνειρα κατάδικά μου μέχρι πρότινος, πέρα από τον εαυτό μου δεν έβαζα κανέναν εκεί. Ήταν κατάδικά μου κι εσύ τα χάλασες. Και τώρα πρέπει να φτιάξω άλλα όνειρα γιατί αυτά είναι χαλασμένα, γιατί έβαλα κι εσένα σ’ αυτά και μετά έφυγες και δεν είναι το ίδιο να είμαι μόνη μου στα ίδια όνειρα τώρα.

Πρόλαβα και σου είπα τους βαθύτερους φόβους μου, εγώ που στον πατέρα μου ακόμα λέω πως δε φοβάμαι τίποτα. Πρόλαβα και σου είπα για όλους τους φίλους μου, να έχεις μια ιδέα πριν στους γνωρίσω, να ξέρεις πώς ήταν η ζωή μου πριν από σένα. Πρόλαβα και σου είπα για καθετί που με πλήγωσε παλιά, να ξέρεις τι με πονάει και πού αντιδράω άσχημα. Να μπορέσεις να με δικαιολογήσεις αν καμιά φορά γίνω άδικη ή απότομη.

Πρόλαβα να στηριχθώ πάνω σου. Πρόλαβα να σου δώσω πλήρη εξουσία στην ψυχολογία μου, να μπορείς να είσαι υπεύθυνος για τη χαρά μου. Πρόλαβα να αφεθώ, να σου δείξω αυτήν την πλευρά μου που δεν είναι επιθετική, νευρική, αγχωτική, ανταγωνιστική, μαλακισμένη.

Σου είπα όλα μου τα λάθη. Σκέφτηκα ότι αν ξέρεις ποιο είναι το χειρότερο πράγμα που έχω κάνει και μείνεις, θα μπορείς να αντέξεις όλα τα υπόλοιπα. Σου έδωσα θέση σε κάθε πλευρά της ζωής μου, πρόλαβα και σου παραχώρησα την άδεια να έχεις λόγο σε όλα.

Πρόλαβα και σ’ ερωτεύτηκα. Και είναι το μοναδικό πράγμα που δεν πρόλαβα να σου πω τελικά.