Πριν λίγο καιρό στο άκουσμα της λέξης «απόρρητο», ο νους μας ταξίδευε σε κατασκοπευτικές ταινίες και θεωρίες συνωμοσίας για τη δολοφονία Κένεντι και το σκάνδαλο Watergate. Γνωρίσαμε και το ιατρικό απόρρητο, το οποίο επιτρέπει στον ασθενή να έχει μια -νομικά κατοχυρωμένη- σχέση εμπιστοσύνης με το γιατρό του. Τα τελευταία χρόνια όμως έχει μπει στη ζωή μας πιο έντονα μέσω τεσσάρων αρχικών γραμμάτων, G.D.P.R., που τα συναντάμε παντού.

Το G.D.P.R. είναι –με απλά λόγια- ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα Προσωπικά Δεδομένα είναι όλα αυτά τα στοιχεία που συνθέτουν την ιδιωτική ζωή του καθενός μας. Σύμφωνα με την οδηγία της Ε.Ε. οποιαδήποτε εταιρεία, τράπεζα, οργανισμός ή φυσικό πρόσωπο θέλει να πάρει πληροφορίες σχετικά με σένα, θα πρέπει να σε ρωτήσει και να λάβει γραπτή συναίνεση. Δίνεται η δυνατότητα στον πολίτη να προστατέψει την ιδιωτικότητά του, ακόμα και σε θέματα που αφορούν τη σχέση του με το δημόσιο. Εν ολίγοις είναι κατοχυρωμένος συνταγματικά να μην ενημερώσει για παράδειγμα τον προϊστάμενό του για το τι αρρώστια έχει και δε θα πάει σήμερα στη δουλειά.

Από τη μία πλευρά, λοιπόν, η προστασία των προσωπικών δεδομένων και από την άλλη τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Ενώ, δηλαδή, ζητάμε να κατοχυρωθεί η ιδιωτική μας ζωή νομικά, την εκθέτουμε χωρίς μέτρο και χωρίς όριο στα προφίλ μας. Είναι λίγοι, πλέον, οι χρήστες που επιλέγουν να κρατήσουν πράγματα για τον εαυτό τους και να μη δημοσιοποιούν κάθε στιγμή της ζωής τους σε γνωστούς και αγνώστους. Οι περισσότεροι χρήστες, όμως, δοκιμάζουν την τύχη τους και κάποιες φορές οι καταστάσεις ξεφεύγουν από τα χέρια τους.

Για να μπορέσει κάποιος να διαχειριστεί τη δημόσια έκθεση των προσωπικών του δεδομένων, θα πρέπει κυρίως να σκέφτεται τι θα βγάλει παραέξω και τι όχι. Ο λόγος είναι ότι υπάρχουν πολλοί άλλοι χρήστες που ορέγονται να «κλέψουν» στοιχεία της ζωής του άλλου για να τα χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους. Και συχνά αυτή η κλοπή παίρνει τη μορφή μιας άυλης «ανθρωποφαγίας». Οι χαρακτηρισμοί και τα extreme σχόλια από τις λάθος εντυπώσεις καταγράφονται και στο τέλος στο μυαλό των χρηστών μένει απλώς η άσχημη εικόνα, η οποία τελικά μπορεί και να μην ισχύει.

Από αυτά τα πρόχειρα συμπεράσματα και τους άστοχους χαρακτηρισμούς γενικότερα οφείλει κάποιος να προστατεύσει την ιδιωτικότητά του. Γι’ αυτό και σε όλα πλέον επαγγέλματα υφίσταται το επαγγελματικό απόρρητο, η μυστικότητα, δηλαδή, της σχέσης πωλητή και πελάτη. Εκτός από το ιατρικό και το δικηγορικό απόρρητο, τα οποία υφίστανται σχεδόν από το Μεσαίωνα, επεκτάθηκε σε όλες πλέον τις στιγμές της ιδιωτικής ζωής. Μόνο αν δώσει ο πελάτης τη συγκατάθεσή του, μπορεί ο πωλητής ή η εταιρεία να δημοσιοποιήσει στοιχεία της μεταξύ τους σχέσης.

Και πώς διαχειριζόμαστε μια τέτοια κατάσταση; Δυστυχώς, οι περισσότεροι δε γνωρίζουν πώς. Το πιο συνετό σίγουρα είναι η πρόληψη και η αποφυγή της έκθεσης από τη μία πλευρά και της εξαγωγής πρόχειρων συμπερασμάτων και χαρακτηρισμών από την άλλη. Είναι ωραίο να μοιράζεσαι τη ζωή σου δημόσια, αλλά πρέπει να υπάρχει και ένα όριο. Ένα όριο που θα επιτρέπει σε κάθε χρήστη να ελέγχει την προβολή της ιδιωτικής του ζωής προς τα έξω. Και υπάρχουν κάποια όρια που δεν πρέπει να τα υπερβούμε. Γιατί κάποιες φορές με την υπέρβαση αυτή μπλοκάρουμε τα όρια της ελευθερίας του άλλου, αλλά και τα όρια της δικής μας.

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.