Υπάρχουν φορές που αποφασίζουμε να ρισκάρουμε. Με μια δόση αυτοπεποίθησης κι αγνοώντας την υψηλή επικινδυνότητα, ανοίγουμε το ρημάδι το στόμα μας και ξεστομίζουμε τους κρυφούς -ή μη- πόθους μας. Ακατανόητα και χωρίς κανένα άλλο σημάδι, θεωρούμε πως θα ξορκίσουμε το κακό, βγάζοντάς το από μέσα μας.

Τις χιλιοειπωμένες φράσεις που ξεκινάνε με ένα: «Εγώ ποτέ δε θα…» ή με ένα απλό κι άμεσο «Θα», τις έχουμε πει στις πιο ακατάλληλες στιγμές. Σαν να παίζουμε σε ένα έργο κι ο σεναριογράφος προκειμένου να βγάλει το κωμικό του στοιχείο και να διασκεδάσει τους θεατές, ρίχνει όλη την ειρωνεία του πάνω μας.

Ο λόγος; Πως στο αμέσως επόμενο λεπτό, την επόμενη μέρα ή κι ώρα, όσα υποσχεθήκαμε, δηλώσαμε ή –για τους πιο θαρραλέους– ορκιστήκαμε, ανατρέπονται. Θα κάνουμε ακριβώς αυτό που αποφεύγαμε, θα πούμε, όσα είχαμε καλά κρύψει μέσα μας και θα αλλάξουμε την ιστορία μας.

Κανείς δεν ξέρει γιατί του συμβαίνει, όπως επίσης, κανείς δεν ψεύδεται όταν κάνει μεγαλεπήβολες δηλώσεις. Τη συγκεκριμένη στιγμή, όπου οι βαριές κουβέντες ξεστομίζονται, είμαστε άκρως πεπεισμένοι πως οι δηλώσεις μας, μας χαρακτηρίζουν. Είναι τα πιστεύω μας, οι αντιλήψεις μας ή απλά μια φούσκα που σκάει, όταν συναντιέται με το οξυγόνο κι εξαφανίζεται.

Ίσως, πάλι, φταίει κι η τύχη ή ο Θεός, οι οποίοι ξεκαρδίζονται και γελάνε με την ψυχή τους, κάθε φορά που δείχνουμε τις επαναστατικές μας διαθέσεις. Τότε είναι που τους μπαίνουν ιδέες στο μυαλό, ανατρέπουν με μία τους κίνηση τη ζωή μας κι ευχαριστιούνται γέλιο, βλέποντας να παίρνουν σάρκα κι οστά, όσα απαρνηθήκαμε με πείσμα.

Απ’ την άλλη μεριά, μπορεί και για αυτό να είπαμε όσα είπαμε, για να δούμε πώς ακούγονται, πώς φαίνονται στους γύρω μας, ποιες οι αντιδράσεις τους. Ένα μικρό γκάλοπ, ένα κοινωνικό πείραμα, το οποίο αν πάρει θετικά σχόλια ή αν σ’ αυτό υπάρχει ανταπόκριση, τότε τολμάμε να το κάνουμε πράξη.

Πιθανόν εδώ να την πατάμε, σ’ αυτό ακριβώς το σημείο είναι που η λογική υπερκαλύπτεται απ’ το συναίσθημα και παρασύρεται από αυτό. Γιατί το συναίσθημα είναι ύπουλο, μπερδεύει τα πάντα μέσα σου, σε κάνει να χάνεις τον έλεγχο του εαυτού σου. Ύστερα κι αφού το λάθος έχει ήδη γίνει, επιστρέφει η λογική και το τοπίο καθαρίζει, βλέπεις τα πράγματα ψύχραιμα και στην προσπάθειά σου να επανορθώσεις, κάνεις ακριβώς το αντίθετο.

«Καλύτερα να μασάς παρά να μιλάς», λοιπόν και καλύτερα να σκέφτεσαι περισσότερο πριν μιλήσεις. Να βουτάς τη γλώσσα στο μυαλό, να παίρνεις μία, δυο, τρεις ανάσες και να ζυγίζεις τα πράγματα πιο σωστά. Να αποφεύγεις τις μεγάλες δηλώσεις και να περιορίζεσαι στα έργα και στις πράξεις, εξάλλου, αυτά και να θες να τα αναιρέσεις, δε θα μπορείς, οπότε σίγουρα θα είσαι πιο προσεκτικός.

ΥΓ. Όλοι θα περάσουμε απ’ τη φάση αυτή, θα πούμε πολλά και θα εννοούμε ακόμα περισσότερα. Θα τρέχει η γλώσσα μας πολύ πριν το μυαλό μας και θα πιστεύουμε -με όλο μας το είναι- όσα εκείνη τη στιγμή θα υποστηρίζουμε. Σε πολλούς, αυτό θα συμβεί παραπάνω από μία φορά στη ζωή τους, όμως σε καμία περίπτωση η ενέργειά τους αυτή, δεν τους κάνει αναξιόπιστους ή φαφλατάδες. Αν θέλουμε, κάπως να τους χαρακτηρίσουμε, θα λέγαμε ότι είναι λίγο περισσότερο ονειροπόλοι κι οραματιστές κι ότι δυστυχώς, αυτοί προσγειώνονται απότομα στο μονοπάτι του ρεαλισμού τους.

Συντάκτης: Ματίνα Στυλίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη