Το σεξ, πόσο μάλλον το καλό σεξ, είναι κοκτέιλ. Χημεία, εγκεφαλικό ερέθισμα, σάρκα.Μεγαλύτερός του σύμμαχος ο έρωτας, και μεγαλύτερος εχθρός του η ρουτίνα. Χάνεται το μεράκι του όταν γίνεται δεδομένο, σκουριάζει τα γρανάζια της διεκδίκησης και σβήνει τη φλόγα του πάθους. Σαν κάτι αιλουροειδή που βλέπεις στο ζωολογικό κήπο, που η σκλαβιά και η καθημερινότητα έχει κάνει το βλέμμα τους απλανές, κοιμισμένο, και το μόνο που τα ενδιαφέρει είναι να τραφούν με έτοιμο φαγητό και να κοιμηθούν. Τα παρατηρείς απλά να σε κοιτούν αθόρυβα και αδιάφορα, ενώ ξέρεις ότι αν ζούσαν στο φυσικό τους περιβάλλον δε θα έβγαινες ζωντανός από τα δόντια τους ακόμα κι αν βρισκόσουν στη δεκαπλάσια απόσταση από αυτή που βρίσκεσαι τώρα.

Ο συνειρμός δεν είναι καθόλου δύσκολο να γίνει. Μια φίλη εξομολογείται ότι τελικά χρειάστηκε να χωρίσει και να ξαναβρεθεί με τον πρώην της για να αναβιώσει ο ερωτικός τους λήθαργος. Ένας φίλος εξιστορεί την έκσταση που ζει στο παράνομο love story του με κάποια συνάδελφο στις τουαλέτες του γραφείου τους. Μια πόρνη καταθέτει ότι το καλύτερο κρεβάτι της το έκανε με έναν άντρα που μόλις είχε μάθει ότι πάσχει από μια μεταστατική μορφή καρκίνου. Οι μεγαλύτερες απολαύσεις βιώνονται όσο ακόμα δε θεωρούμε τίποτα δεδομένο, όσο γευόμαστε κάτι με το πίσω μέρος του μυαλού μας να ουρλιάζει ότι αύριο μπορεί να μην μπορούμε να το ξαναζήσουμε.

Αυτό είναι κάτι σαν άφεση αμαρτιών για την απιστία; Είναι μήπως μια προτροπή να χαθεί κάθε ηθική και όποια αξία έχει μείνει σε αυτό τον κόσμο; Φυσικά και όχι. Όλα τα παραπάνω συνοψίζονται σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Ότι δηλαδή το σεξ είναι μια καθαρά εγκεφαλική πράξη που εκτονώνεται μέσω του σώματος. Όπως το καύσιμο που αναφλέγεται στη μηχανή του αυτοκινήτου, και η θερμική ενέργεια μετατρέπεται σε κινητική, που περιστρέφει τον τροχό και το κινεί, έτσι και οι σκέψεις είναι το καύσιμο του εγκεφάλου, που με τη σειρά του θα επιτάξει τις ορμές του σώματος. Αν η σκέψη είναι άφλεκτη, το σώμα θα είναι σαν εκείνα τα αυτοκίνητα που όσο θόρυβο κι αν κάνουν, νομίζεις ότι αν πατήσουν τσίχλα δε θα μπορούν να ξεκινήσουν στο φανάρι.

Δεν υπάρχουν λόγια να αποτυπώσουν το χείμαρρο των συναισθημάτων και των ορμονών που εκλύονται από δυο ανθρώπους που έστω πιθανολογούν ότι ζουν μια στιγμή για τελευταία φορά. Τότε που ενεργοποιούνται όλοι οι συναγερμοί τους, που η κτητικότητα ξαφνικά είναι το κυρίαρχο συναίσθημα, και ο έρωτάς τους θυμίζει σκηνή σαν εκείνες που βλέπουμε στις ταινίες με τον ένα να κρέμεται από την ταράτσα και τον άλλο να τον κρατά από την παλάμη και να προσπαθεί να του σώσει τη ζωή. Δεν αποτυπώνεται σε λέξεις η εσωτερική συντριβή που ξέρεις ότι σε περιμένει όταν αυτή η στιγμή περάσει, σαν το ναυαγό που ξέρει ότι παίρνει τις τελευταίες του ανάσες πριν πνιγεί από τα νερά που πλημμύρισαν το χώρο στον οποίο έχει εγκλωβιστεί. Αυτές όμως είναι οι στιγμές που νιώθεις πιο ζωντανός από ποτέ. Και αντίστοιχα στο σεξ είναι οι στιγμές που νιώθεις πιο εκστασιασμένος και ερωτευμένος από ποτέ.

Το μάτι βαριέται όσο ωραία κι αν είναι η εικόνα, αν τη βλέπει συνέχεια. Η εξερεύνηση κάποτε ολοκληρώνεται και οι μύθοι καταρρίπτονται. Το σεξ δεν είναι απλά μια ανάγκη, μια λειτουργία. Και είναι χειρότερο από το να μην γίνεται καθόλου, όταν καταντά σαν διεκπεραίωση στο κ.ε.π. της γειτονιάς, γιατί τότε είναι ντροπή, είναι προσβολή στην ψυχή σου. Το καλό, το δυνατό και παθιασμένο κρεβάτι, εκτός από υγεία, είναι και ένα μεγάλο στοίχημα, ένα μεγάλο και μακροσκελές παιχνίδι που για να κερδηθεί πρέπει να παίζουν και οι δύο παίκτες μαζί ενάντια στη φθορά του χρόνου. 

Όσο αντιλαμβάνονται ότι τίποτα και κανείς δεν είναι δεδομένος, τόσο τα σεντόνια θα ιδρώνουν και το ζευγάρι θα είναι γεμάτο φρεσκάδα και ζωντάνια. Όσο βιώνουν τη σχέση τους σαν να ζουν την τελευταία τους ημέρα, τόσο αυτή η τελευταία ημέρα δε θα έρχεται. Όσο δεν αφήνουν τον εγκέφαλό τους να ξεχάσει την πρώτη τους φορά, τόσο θα την ξαναζούν. Ουτοπία; Κατά πάσα πιθανότητα. Δε θα βλάψεις κανένα αν προσπαθήσεις να την καταδιώξεις. Θα βλάψεις όμως πολλούς, και μαζί εσένα τον ίδιο τελικά, αν δεν το δοκιμάσεις ποτέ.

Επιμέλεια Κειμένου Αλέξη Φαραντούρη: Κατερίνα Κεχαγιά

 

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης