Τι σου ζητάω; Βασικά μπορείς να πεις και τι συζήτηση ανοίγω! Δε θα με πειράξει καθόλου, πες ό,τι θες! Γατί ό,τι κι αν πεις εγώ θα το ακούσω βερεσέ ή καλύτερα δε θα το ακούσω καν. Δε χρειάζεται να ακούω τι θα μου λες γιατί ξέρω τι αισθάνομαι εγώ την ώρα που είμαι μαζί σου. Κι αντί να λες εσύ, βασικά, σταμάτα για λίγο κι άκου.

Τι σου ζητάω; Μπορείς να πεις ότι σε ξεβολεύω κιόλας! Δεν είναι δα κι εύκολο πράγμα να πεις το αφήσεις το ρημάδι. Πώς να το αφήσεις άλλωστε; Κινητό είναι κι όπου κι αν πας έρχεται κι αυτό σαν συνοδός, όχι επειδή σ’ έχει ανάγκη, αλλά γιατί κυρίως εσύ το χεις ανάγκη πιστεύοντας ότι είναι σχεδόν αμήχανο να βρίσκεσαι κάπου χωρίς την παρουσία του.

Πώς να μη θες να περνάς χρόνο μαζί του άλλωστε; Κι όμορφο είναι και έξυπνο και γρήγορο, αλλά και πολλές απαντήσεις σου δίνει και σου κρατάει συντροφιά. Ναι, για άλλους συντροφιά, για άλλους δεσμώτης. Για σένα λέμε συντροφιά γιατί έτσι μου το παρουσιάζεις, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σου· κι αυτό είναι που το κάνει και τόσο σημαντικό ώστε ακόμη κι όταν είμαστε μαζί να το χρησιμοποιείς τόσο επιδεικτικά και να του αφιερώνεις ώρες απ’ τον πολύτιμο χρόνο μας.

Παρότι τη σημασία του, όμως, παραβλέπεις το προφανές. Εγώ αισθάνομαι, εσύ αισθάνεσαι, αυτό όμως δεν αισθάνεται. Πώς το ξεχνάς αυτό; Ένα κομμάτι μιας άνιωθης μηχανής είναι που σου συστήθηκε ως κάτι το σημαντικό κι εσύ το πίστεψες ως αφελής για να μην πω βλάκας. Κι αν αυτά τα βρίσκεις κάπως υπερβολικά ή ρομαντικά, μάθε πως δεν είναι. Μέχρι τώρα σαν πολλά μας τα πες κι ακόμη περισσότερα μας τα έκανες, γι’ αυτό τώρα είπαμε δε μιλάς, μόνο ακούς. Τα νευράκια κι οι ιστοριούλες σου ξεθώριασαν, φθάρθηκαν, δεν περνάν πια, πώς να στο πω;

Προς έκπληξής σου τα λόγια αυτά εκτός από νεύρα κι ύφος έχουν κάτι πιο ουσιώδες. Γι’ αυτό βγάλε τους φακούς επαφής και βάλε τα οράσεως μπας και δεις το δίκιο και την αγάπη που κρύβουν. Το δίκιο το αντλούν από μια τόσο χιλιοειπωμένη φράση που έρχεται ως επαναστατικό κίνημα σε μια σιδερένια εποχή που βρομάει συναισθηματική σκουριά και τεχνολογική καινουργίλα και λέει «Ζήσε τη στιγμή». Κι αν μου πεις πως ζεις κι έτσι, θα σου πω πως εσύ γλυκιέ μου παρατηρείς, δε ζεις. Α και την αγάπη την αντλούν από άλλο μηχανοστάσιο που έχει φλέβες και παλμό και βγαίνει συνήθως σε κόκκινες αποχρώσεις. Γι’ αυτό για να νιώσεις τον παλμό, άσε το κινητό σου και πιάσε το χέρι μου.

Ξέρεις τι μου θυμίζει το όλο σκηνικό; Μια χελώνα και τις αντιδράσεις της! Κι οι δυο έχετε το ίδιο σώμα· δυο χέρια, δυο πόδια, ένα κεφάλι κι αυτό το extra κέλυφος . Χρησιμοποιείτε το σώμα σας να μετακινήστε προς τα εκεί που θέλετε και το κέλυφος για να βάζετε μέσα αυτό το σώμα μέσα όταν ο έξω κόσμος σας φαίνεται απειλητικός. Κι όπως η χελώνα την κάθε εξωτερική κίνηση την καταλαβαίνει ως απειλή έτσι κι εσύ όποια ευκαιρία για συναισθηματικό δέσιμο την αντιλαμβάνεσαι ως απειλή. Οπότε πιο εύκολο να κλειστείς σε ένα εικονικό κόσμο που έχει όλο νέα δεδομένα απ’ το να ανοιχτείς να δημιουργήσεις στιγμές δικές σου, δικές μας.

Πιάσε το χέρι μου και πάμε στο αβέβαιο, σε αυτό που φοβάσαι κι εμένα με ξετρελαίνει. Μάθε να εκτιμάς τη μοναδικότητα της στιγμής με τους ανθρώπους που σου δίνει αυτή η στιγμή. Οι χαλαρές κι αδιάφορες συζητήσεις στο κινητό τίποτα δεν έχουν να προσφέρουν στο παρόν μας. Κι αν πάλι προσδοκάς να ζεσταθεί το χέρι σου απ’ το κινητό σου θα γίνει μετά από κάποια στιγμή, μόνο που δε θα έχει τη δική μου ενέργεια.

Συντάκτης: Τζούλια Ρακογιάννη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη