Γράφει η Α.

 

Κάποιοι άνθρωποι δε γνωρίζουν ότι τα πιο ασήμαντα πράγματα γι’ αυτούς, είναι για εμάς τα πιο σημαντικά. Ερωτευόμαστε πάνω τους αυτά τα μικρά κι αθώα πραγματάκια από τη δική τους βαρετή ρουτίνα που κάνουν τη δική μας ρουτίνα διαφορετική κι αποκτάει νόημα η καθημερινή μας βάση.

Είναι η στιγμή που πάω για τσάι ένα πρωινό με ήλιο και φρέσκο αεράκι -σαν τότε που τον πρωτοείδα και τον κοίταξα στα μάτια ενώ εκείνος μου σέρβιρε ένα απλό ποτήρι με νερό και μου ξεστόμισε ένα χαρούμενο καλημέρα. Καθώς με παρακολουθεί να κάθομαι, γεννιέται στο πρόσωπο του ένα χαμόγελο. Του το ανταποδίδω. Μ’ αρέσει να τον χαζεύω εν ώρα εργασίας, γιατί είναι αυθόρμητος με τον κόσμο που συναναστρέφεται λεπτό προς λεπτό. Όλοι τον βλέπουν σαν ένα σερβιτόρο που κάνει καλά τη δουλειά του. Στα δικά μου μάτια όμως είναι το κάτι άλλο.

Είναι εκείνος που θα μου στείλει το πρώτο μήνυμα της ημέρας λέγοντας «Καλημέρα κοριτσάκι μου!» και το τελευταίο μήνυμα βάζοντας με σε όνειρα γλυκά. Λατρεύω τον τρόπο που παίρνει την τζούρα του κοιτάζοντας το άπειρο, λες και ψάχνει διαφυγή και σκέφτομαι το πόσο θα ήθελα να είμαι ο καπνός στο τσιγάρο του, η γεύση στο φιλί του από τον πρωινό καφέ που έχει πιει, το χαμόγελο που πάει να κρύψει όταν μου κρατάει μούτρα και θέλω να τον αρχίσω στις φάπες γιατί δεν κάνει ποτέ πίσω.

Τον χαζεύω καθώς κοιμάται τόσο ήρεμος κι αθώος έχοντας  με αγκαλιά, τόσο σφιχτά, λες και δε θέλει να του φύγω. Τον χαϊδεύω και χαμογελάω που είναι αυτός το άλλο μου μισό. Έχει κάθε μου θέλω. Να κοιμάμαι στο κρεβάτι του και να παίρνω τη δική μου τζούρα από τη μυρωδιά του, που έχει απλωθεί στα σεντόνια του και το μαξιλάρι του που έχω διεκδικήσει. Να πηγαίνουμε βόλτα και να απολαμβάνω τη θέα του νησιού μας όσο νιώθω ότι τον έλεγχο της μηχανής τον έχει εκείνος κι όταν νιώθει ότι έχω αφαιρεθεί για τα καλά από τον δικό μας κόσμο, τότε γκαζώνει απότομα κι εγώ γυρνάω στην πραγματικότητα με φόβο. Του χτυπάω τη πλάτη, γελάει χαϊδεύοντας μου το πόδι, ανακουφίζομαι κι επανέρχομαι.

Δεν έχει ποτέ δίκιο και πάντα μαγικά αποκτάει και μένω εγώ στη γωνία. Μ’ έχει κάνει να τον ερωτευτώ , όχι μόνο γιατί είναι διαφορετικός αλλά γιατί μου φέρεται σαν να είμαι διαφορετική. Είναι αυτός που μπορεί να ελέγξει τη διάθεση μου με μια του μόνο λέξη, ίσως και με ένα μόνο βλέμμα του. Θα χτυπήσει το μισητό ξυπνητήρι για να πάει στη δουλεία και είναι ικανός να το σπάσει για να μη του στερήσει την ευχαρίστηση να με ξυπνήσει ο ίδιος με ένα φιλί.

Είναι αυτός που θα βάλει μπρος τα κάρβουνα οπουδήποτε κι αν βρισκόμαστε με σκοπό να με ανάψει κι όταν αρχίσει η φλόγα να φουντώνει να προσπαθεί να με σβήσει με ταλέντο που κανένας πυροσβέστης δεν κατάφερε να έχει. Είναι ο μόνος που αν μου δινόταν η ευκαιρία να ταξιδέψω σ’ όλον τον κόσμο θα επέλεγα να είναι ο οδηγός σε αυτό το υπέροχο ταξίδι, παρέα με μια μηχανή και τίποτα άλλο. Είναι ο άνθρωπος μου.

Κι αν ποτέ η ζωή μας φέρει αναποδιές, διότι το συνηθίζει να παίζει παράξενα κι επικίνδυνα παιχνίδια, τότε θα σου πω μόνο ένα πράγμα. Μη με φοβάσαι εμένα. Όσο αναίσθητη κι αν με θυμάσαι, όταν εκείνος σπάει, εγώ γίνομαι κάτι άλλο. Όταν εκείνος με χρειάζεται, εγώ δε φοβάμαι, δεν κρυώνω, δεν πονάω. Και για ώρες θα με βρεις μπροστά του κάθε βράδυ, με τις πληγές μου σπάνια ανοιχτές, να του λέω αστεία, να παριστάνω τον ακροβάτη, να κάνω γκριμάτσες για να του κλέψω, έστω ένα γέλιο. Πάντα κάποιος πρέπει να δείχνει πιο δυνατός μπροστά στον άλλο. Εγώ για εκείνον και θα φαίνομαι και θα είμαι.  

 

 

Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου