Όλοι οι άνθρωποι έχουμε πράγματα που μας αρέσουν, τα οποία όπως και να το κάνεις δεν τα λες πάντα κι απολύτως φυσιολογικά. Πράγματα που μας πωρώνουν και μερικές φορές μας βγαίνουν χωρίς να το καταλαβαίνουμε, αλλά ωστόσο τα απολαμβάνουμε στο έπακρον.

Όλοι έχουμε βίτσια κι όλοι πάνω-κάτω είμαστε κάπως σαδομαζό, βρε αδελφέ, και δεν αναφέρομαι (μόνο) στο κρεβάτι. Τρελαινόμαστε να εισπνέουμε –με δυσφορία κι ένα βήμα πριν τη λιποθυμία– το ομολογουμένως μεθυστικό άρωμα της βενζίνης, να παίζουμε κυριολεκτικά με τη φωτιά ρισκάροντας ελάχιστα να γίνουμε φλαμπέ κάθε φορά που πέφτει στα χέρια μας ένας αναπτήρας και να κάνουμε τους γύρω μας να ανατριχιάζουν όποτε βρεθεί βελόνα στο οπτικό μας πεδίο, για την ακρίβεια στα δάχτυλά μας περνώντας την μέσα απ’ την πέτσα μας με καταπληκτική μαεστρία. Είναι πολλά, είναι σαδιστικά κι είναι εθιστικά καθημερινά βίτσια που όσο μας πληγώνουν, τόσο μας πωρώνουν!

Η πρώτη και πιο πολυπληθής κατηγορία είναι αυτή που τους αρέσουν οι έντονες μυρωδιές. Βάφεις το σπίτι, κοντεύεις να πεθάνεις από ασφυξία κι εκείνοι κάθονται ανέμελοι κι απολαμβάνουν τη μυρωδιά, που έχει ποτίσει μέχρι τα πατώματα. Κάτι παρόμοιο που έβλεπες με τους συμμαθητές σου, που γέμιζαν τα θρανία με μπλάνκο και μαρκαδόρους. Κι ενώ όλοι οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να αναπνεύσουν, αυτοί συνέχιζαν φυσιολογικά την τέχνη τους.

Βέβαια το θέμα με το διαφορετικό ραντάρ όσον αφορά τις μυρωδιές, το παρατηρείς σε πολλά πράγματα. Όπως για παράδειγμα με μερικούς άντρες που μπαίνουν στα μέσα μεταφοράς κυριολεκτικά λουσμένοι με την κολόνια τους, μπερδεύοντας το «έχω μια ωραία μυρωδιά» με το «καταστρέφω την αίσθηση της όσφρησης στους διπλανούς μου».

Άνθρωποι όμως με περίεργα γούστα υπάρχουν παντού και πάντα κι αυτό μπορείς να το καταλάβεις όταν δεις και καταστάσεις αναλογικά με τις εποχές. Έτσι βλέπεις αυτούς που μέσα στην ντάλα του καλοκαιριού κοιμούνται σκεπασμένοι με κουβέρτα πικέ, ενώ εσύ με το ζόρι αντέχεις το κατωσέντονο ή εκείνους που με δέκα βαθμούς υπό το μηδέν πλένονται με νερό θερμοκρασίας, φρεσκολιωμένος πάγος ηπείρου Ανταρκτικής, χωρίς να έχουν σχηματιστεί μετά σταλακτίτες στις βλεφαρίδες τους.

Δεν πρέπει να παραλείψουμε κι αυτούς που τρώνε το φαγητό τους μόνο αν έχει μόλις βγει η κατσαρόλα από τη φωτιά, την οποία πολλές φορές μετακινούν κι οι ίδιοι με γυμνά χέρια. Μένεις εσύ και τους κοιτάς, ενώ απορείς πώς τα καταφέρνουν και δεν καίνε τη γλώσσα, τον ουρανίσκο κι όλο το αναπνευστικό τους σύστημα. Ή αν το σώμα τους ήταν το κυρίαρχο συστατικό στην κατασκευή πυρίμαχων υλικών.

Συνήθεια άκρως εθιστική είναι και το να κόβεις βόλτες σε όλο το σπίτι όταν μιλάς στο τηλέφωνο. Κρατάς το κινητό, αναλύεις με πάθος θέματα που εκείνη τη στιγμή αγγίζουν για ‘σένα το επίπεδο σοβαρότητας την επίλυση του μεσανατολικού ζητήματος και ταυτοχρόνως δε σταματάς να μετράς με ρυθμό κάθε τετραγωνικό μέτρο του σπιτιού σου. Όταν το κλείσεις επιτέλους, πονάνε λίγο οι γάμπες σου από το ανελέητο πέρα-δώθε, αλλά χαλάλι μπορείς να πεις ότι έκανες και τη γυμναστική σου για σήμερα.

Το ίδιο ακριβώς πράγμα που κάνεις όταν πλένεις τα δόντια σου, αλλά δε θέλεις να χάσεις τη συζήτηση στο δίπλα δωμάτιο ή να αφήσεις στη μέση την πλοκή από το σίριαλ που παρακολουθείς. Έτσι περιφέρεσαι με την οδοντόβουρτσα ανά χείρας, αφήνοντας πίσω σου ίχνη από οδοντόκρεμα σαν το Χάνσελ και την Γκρέτελ με τα ψίχουλα στο δάσος, στο δρόμο τους στο σπίτι από τα ζαχαρωτά.

Κι είναι και αυτή η μανία που έχουν κάποιοι με το να κάνουν συνεχώς τσιχλόφουσκες που σκάνε με θόρυβο γύρω από όλο τους το στόμα, ή να σπάνε τα προστατευτικά από τις συσκευασίες μεταφοράς εύθραυστων αντικειμένων, που μπορεί σε άλλους να φαίνονται ενοχλητικά, σε αυτούς όμως λειτουργούν αγχολυτικά και κρατούν έτσι ζωντανό το παιδί μέσα τους. Όπως όταν σου φέρνουν σε ποτήρι αναψυκτικό με ανθρακικό και κάνεις με το καλαμάκι μπουρμπουλήθρες κι όλοι σε κοιτούν με απορία κι εκνευρισμό.

Μα στην τελική είναι όλα αυτά τα μικρά, αλλόκοτα πράγματα που του αρέσουν να κάνει ο καθένας από εμάς και τον κάνουν αυτό που είναι, κυριολεκτικά μοναδικό.

 

Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Τριγώνη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μαρία Τριγώνη